Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

Σταύρος Λάλας: Με πρόδωσαν οι Έλληνες πολιτικοί

Του Κώστα Βαξεβάνη

Ένας ΕΛΛΗΝΑΣ στην καρδιά της CIA.
Ο Σταύρος Λάλας σπάει την σιωπή του και αποκαλύπτει στα «ΕΠΊΚΑΙΡΑ»


Οι Αμερικανοί σχεδίαζαν μία προβοκάτσια που θα οδηγούσε σε εμπλοκή της χώρας με τα Σκόπια. Ο Λάλας το γνώριζε. Όμως το έμαθαν και λάθος άνθρωποι.

Για τη CIA, ο Στηβ Λάλας, πρώην υπάλληλός της σε εμπιστευτικές θέσεις, είναι ένας προδότης. Για τους Έλληνες, ένας πατριώτης που κατάφερε να κατασκοπεύει την πιο ισχυρή μυστική υπηρεσία του κόσμου. Η ιστορία του Λάλα δεν είναι μια ιστορία κατασκοπίας μόνο. Είναι αυταπάρνησης, πατριωτισμού και μαζί ντροπής και προδοσίας. Τα δύο πρώτα ανήκουν αποκλειστικά στον ΣΤΑΥΡΟ. Τα υπόλοιπα ανήκουν σε μια χούφτα Κυπατζήδων, πολιτικών και επαγγελματιών της υποτέλειας. Το τραγικό για τον Σταύρο Λάλα είναι πως πλήρωσε για όλα...

Το 1993, είδα για πρώτη φορά το πρόσωπο του Σταύρου Λάλα. Η εκδικητική αμερικανική κρατική μηχανή, για παραδειγματισμό, άφησε να κάνουν το γύρο του κόσμου τα πλάνα με ένα μικρόσωμο άντρα, δεμένο με αλυσίδες, ανάμεσα σε πράκτορες του FBI. Ο Λάλας είχε συλληφθεί για κατασκοπία υπέρ της Ελλάδας. Οι αμερικανικές Αρχές, στο κατηγορητήριό τους, του χρέωναν πάνω από 700 απόρρητα σήματα που είχε διοχετεύσει στις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες. Αν η τραγική φυσιογνωμία του αλυσοδεμένου Σταύρου δεν ήταν τόσο πραγματικά συγκλονιστική, η είδηση της σύλληψής του θα έμοιαζε απλώς με ανέκδοτο: «Ένας Έλληνας πράκτορας στην καρδιά της CIA». Ο Σταύρος έμεινε 12 χρόνια και 4 μήνες σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Αρκετά για να γίνω από νεαρός δημοσιογράφος, που έβλεπε απλώς με απορία εκείνες τις σκληρές εικόνες, ένας δημοσιογράφος που προσπαθούσε να απαντήσει στις απορίες για τη σύλληψή του. Πριν από χρόνια κατάφερα να έχω μια τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του, όταν ήταν υπό κράτηση. Δεν έλυσα πολλές από τις απορίες μου τότε, αλλά έμαθα πως υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Σταύρο, που μέσα από τη φυλακή, σε ομηρία, τολμούν να λένε: «Πες στους Έλληνες πως θα το ξανάκανα. Όπως όλοι σας». Όταν το Νοέμβριο του 2007 η αμερικανική κυβέρνηση επέτρεψε στον Λάλα να πετάξει προς την ελευθερία και την Ελλάδα, συναντηθήκαμε στη Χρυσούπολη. Ο Σταύρος για πρώτη φορά έβλεπε το γιο του, μετά τη γέννησή του, έφηβο. Και τον άλλο του γιο, με ειδικές ανάγκες, και τη γυναίκα του Μαρία μετά από 15 χρόνια. Ο Σταύρος προσπαθεί ακόμη να συνειδητοποιήσει την αγάπη του κόσμου. Ψάχνει όλα όσα του έχουν διαφύγει, και κυρίως τη ζωή. Πατέρας, σύζυγος, ελεύθερος άνθρωπος, με καθυστέρηση. Έζησε 30 χρόνια περισσότερο με τις αποφάσεις του παρά με τους συνανθρώπους του. Ανησυχεί για πολλά, αλλά είναι σίγουρος για ένα: «Με πρόδωσαν αυτοί που εξυπηρετήθηκαν από μένα και μετά με εγκατέλειψαν. Αλλά αν χρειαζόταν θα έκανα και πάλι τα ίδια».

Η στρατολόγηση από Έλληνα πράκτορα.

Ο Σταύρος γεννήθηκε στην Αμερική. Γιος μετανάστη, μετά τον ελληνικό Εμφύλιο. Μεγάλωσε με την ένταση της πατρικής νοσταλγίας για την πατρίδα και τις διηγήσεις για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η πατρίδα ήταν γι’ αυτόν Κολοκοτρώνηδες, κατορθώματα, νικηφόρες μάχες με τους Γερμανούς και μια γλυκιά προσμονή. Αργότερα θα ανακάλυπτε πως ήταν και προδότες.

«Μεγάλωσα σε μια παραδοσιακή ελληνική οικογένεια, πώς να σου πω. Πειθαρχία, θα σέβεσαι, θα ακούς… Ο πατέρας μου ήταν αυστηρός, Θεός σχωρέσ’ τον. Ήρθε στην Ελλάδα 8 χρονών από τη Μικρά Ασία, με την καταστροφή εκεί πέρα, στη Σμύρνη, και πήγε στην Κρήτη. Και ήταν στο στρατό εδώ πέρα, στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και πάλι, στον πόλεμο, στο αντάρτικο, τον Εμφύλιο Πόλεμο, δυστυχώς, που είχαμε. Ύστερα, τέλη ’49-’50, πήγε Αμερική. Εκεί πέρα γεννήθηκα εγώ και ο αδερφός μου και ξέραμε: σχολείο, εκκλησία… Ωραία χρόνια. Ο πατέρας μου, και πιο πολύ ο παππούς μου, που έχω και το όνομά του, Σταύρο τον λέγανε, μου έλεγε για τη Μικρά Ασία. Μου έλεγε για το χωριό μας, λεγόταν Κάτω Παναγία. Ύστερα, οι Τούρκοι, που πήρανε τα μέρη, Αλάτσικα το βγάλανε. Και μου έλεγε. Μας λέγανε για την Ελλάδα πάντοτε. Συγγενείς που είχαμε, φωτογραφίες. Και μικρός, 16 χρονών, με έστειλε ο πατέρας μου στην Ελλάδα. Και γνώρισα συγγενείς μου και από του πατέρα μου το σόι και από της μητέρας μου την οικογένεια. Ήταν πολύ όμορφο αυτό το ταξίδι, είχα άγχος γιατί δεν ήξερα κανέναν, αλλά οι συγγενείς με έκαναν και αισθάνθηκα όμορφα. Μετά έφυγα στον πόλεμο, στο Βιετνάμ. Είχα μείνει πίσω στα μαθήματα και θα με παίρνανε φαντάρο, γιατί παίρνανε με κλήρους τότε. Και εγώ άργησα. Θα με παίρνανε. Αποφάσισα και ο πατέρας μου λέει, τότε ήταν και πόλεμος, φασαρίες… Η μητέρα μου ήθελε να με στείλει εδώ πέρα, αλλά ο πατέρας μου είπε όχι, γιατί θα ήμουν λιποτάκτης. Δεν θα μπορώ να ξαναγυρίσω. Πήγα στο στρατό, παιδεύτηκα και από εκεί και πέρα…»

«ΕΚΑΝΑ Ο,ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ»

Ο Σταύρος υπηρέτησε στο Βιετνάμ, στο Λάος και στην Καμπότζη την εποχή των μυστικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ. Τραυματίστηκε στο Λάος. Από κει στρατολογήθηκε στη CIA, στάλθηκε στο αρχηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη. Και στις παλιές διηγήσεις του παππού για τη Μικρά Ασία. Εκεί γνωρίστηκε με κάποιον Έλληνα που δούλευε στην ελληνική πρεσβεία. Στην πραγματικότητα, ήταν πράκτορας των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών με διπλωματική κάλυψη. Ο Σταύρος θυμάται μάλλον ρομαντικά εκείνη την επαφή που οδήγησε στη στρατολόγησή του το 1977.

«Αυτός ο άνθρωπος ζει ακόμη και θα ήθελα πολύ να τον συναντήσω. Με είχε πλησιάσει τότε και μου λέει: “Είσαι Έλληνας, θέλουμε να μας βοηθήσεις, δεν βλέπεις τι έχει γίνει στην Κύπρο; Θέλουμε να μας δώσεις πληροφορίες”. Ήθελα και εγώ να βοηθήσω την πατρίδα μου και άρχισα να δίνω πληροφορίες για τις τουρκικές δυνάμεις. Δεν έβλαπτα την Αμερική, απλώς υπηρετούσα τη χώρα μου».

Ο Σταύρος Λάλας δεν θέλει να επεκταθεί σε λεπτομέρειες για τις πληροφορίες που έδωσε. Τα κατηγορητήρια εναντίον του στις ΗΠΑ είναι ακόμη ανοιχτά. Στελέχη των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών υποστηρίζουν πως ο Λάλας υπήρξε ο σημαντικότερος Έλληνας πράκτορας μετά τον πόλεμο. Έδωσε πληροφορίες για τη διάταξη του τουρκικού στρατού, τις αποβατικές δυνάμεις, τον εξοπλισμό από το ΝΑΤΟ. Όσα δεν μπορούσε να δώσει ένα ολόκληρο δίκτυο πρακτόρων. Το επόμενο πόστο του Σταύρου Λάλα θα είναι στην αμερικανική πρεσβεία στο Βελιγράδι. Είναι λίγο πριν τη δίνη του πολέμου στα Βαλκάνια, αλλά και την προσωπική του. Εκεί θα ζήσει στη δίνη του έρωτα με μια Ελληνίδα φοιτήτρια τη Μαρία Μαιδανού την οποία και θα παντρευτεί.

Επόμενο πόστο, η Κωνσταντινούπολη. «Έκανα ό,τι μπορούσα για την πατρίδα. Περνούσα κρυφά τον Έβρο και έδινα πληροφορίες σε κάποιον που τον έλεγαν Γιώργο. Όσους συναντούσα τους έλεγαν Γιώργο. Ήταν σε εξέλιξη τότε μεγάλα γεγονότα και χρειαζόταν η πατρίδα αυτές τις πληροφορίες».

Η συμβολή του Λάλα ήταν μεγάλη στην υπόθεση της ελληνοτουρκικής κρίσης το Μάρτιο του 1987. Τα στοιχεία που έδωσε ήταν καθοριστικά για τις ελληνικές διπλωματικές και στρατιωτικές κινήσεις της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου και στην επιτυχή έκβαση για την Ελλάδα. Το 1989 όμως ο Λάλας παίρνει μετάθεση για Ταϊβάν. Η περίοδος είναι πολύ κρίσιμη για το Σκοπιανό, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη. Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης χρειαζόταν πληροφορίες για τους χειρισμούς στο Σκοπιανό και ο «χρυσός» πράκτορας πιεζόταν να ζητήσει μετάθεση σε πιο χρήσιμο για την Ελλάδα πόστο. Καταφέρνει τελικώς να μετατεθεί στην Αθήνα ως υπεύθυνος για τη μετάδοση σημάτων από τον κλωβό ασφαλείας επικοινωνιών της αμερικανικής πρεσβείας. Όλα τα πολύ σημαντικά σήματα περνούν από τα χέρια του και δίνονται σε Έλληνες πράκτορες.

«Τα σήματα μετά τη μετάδοσή τους έπρεπε να τα καταστρέφω. Εγώ τα έβαζα στην τσέπη μου και τα έδινα σε κάποιον. Τον συναντούσα σε ένα πάρκο και σε μια γκαρσονιέρα. Ήταν σήματα για τα Βαλκάνια. Πάρα πολύ σημαντικά, που βοήθησαν την κυβέρνηση να κάνει διπλωματικούς ελιγμούς. Νόμιζα πως ήμουν προστατευμένος, αλλά δεν ίσχυε. Κάποια στιγμή, τον Απρίλιο του 1993, έφτασε σήμα για να πάω στην Αμερική για κάποια σεμινάρια. Η γυναίκα μου ήταν έγκυος και το χρησιμοποίησα για να μην πάω. Κάτι μου έλεγε το ένστικτό μου. Μου είπαν πως ήταν για τρεις μέρες. Μόλις έφτασα στην Ουάσιγκτον, έμεινα δύο μέρες σε ένα ξενοδοχείο και είχα αντιληφθεί πως κάποιοι με παρακολουθούσαν. Την τρίτη ημέρα με συνέλαβαν. Μου έδειξαν βίντεο και φωτογραφίες την ώρα που έκλεβα τα έγγραφα. Πράκτορες του FBI είχαν παγιδεύσει την πρεσβεία με κάμερες και τα είχαν καταγράψει όλα. Επίσης, με παρακολουθούσαν όταν πήγα να παραδώσω τα έγγραφα. Με πέρασαν από ανιχνευτή ψεύδους. Δεν μπορούσα να αρνηθώ. Πέρασα δεκατρία χρόνια στη φυλακή και άλλα δύο σε περιορισμό. Έμεινα ξεχασμένος στη φυλακή, απέκτησα προβλήματα υγείας και έπρεπε να μάθω να επιβιώνω. Μόνο το 2002 ο Γιώργος Παπανδρέου, ως υπουργός Εξωτερικών, μου έστειλε μέσω ενός άλλου φυλακισμένου, του Λέστερ Μπέλιν, ένα γράμμα συμπαράστασης. Ήξερα πως με είχαν προδώσει και οι προδότες δεν έπαθαν τίποτα από το ελληνικό κράτος. Εγώ, αντιθέτως, σάπιζα στη φυλακή».

Οι προδότες και η παγίδα.

Το ερωτήματα που συνοδεύουν την προδοσία δεν μπορεί να τα απαντήσει ο ίδιος ο Σταύρος Λάλας. Μπορεί όμως η έρευνα. Μέχρι το 1989, τον πράκτορα Σταύρο Λάλα είχε στην ευθύνη του αποκλειστικά ο κάθε διοικητής της ΕΥΠ. Όταν στις εκλογές του 1989 δεν μπορούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση, ο τότε διοικητής της ΕΥΠ Κώστας Τσίμας παρέδωσε την ευθύνη χειρισμού του πράκτορα σε ένα στέλεχος της κατασκοπίας, με τη συμβουλή να ενημερώσει το διοικητή που θα έμπαινε στην ΕΥΠ μετά τις αλλεπάλληλες εκλογικές μάχες. Αυτός όμως δεν το έκανε. Παρέδωσε το χειρισμό Λάλα στο διευθυντή κατασκοπίας και όχι στο διοικητή. Ο κύκλος όσων γνωρίζουν για τον πολύτιμο πράκτορα διευρύνεται. Οι πληροφορίες για το πώς χειρίστηκαν τον Σταύρο Λάλα είναι συγκλονιστικές. Μετά την επιπολαιότητα θα έρθει και η προδοσία.

Ο χειριστής του Λάλα τον συναντά σε μια γκαρσονιέρα στου Ζωγράφου. Η γκαρσονιέρα δεν είναι και τόσο κρυφή, αφού ο πράκτορας της ΕΥΠ τη χρησιμοποιεί και ως ερωτική φωλιά όπου συναντά μια συνάδελφό του. Είναι τέτοια η επιπολαιότητα, που ο ερωτύλος της ΕΥΠ παραβαίνει κάθε μέτρο ασφάλειας και συναντά τον Λάλα στο σπίτι του!

«Ναι, δεν ξέρω για τα υπόλοιπα, αυτό ισχύει. Όπως ισχύει πως δεν υπήρχε και κανένα μέτρο αντικατασκοπίας για την προστασία μου. Οι πράκτορες του FBI με ακολούθησαν, όταν παρέδιδα έγγραφα, αλλά κανένας δεν τους εντόπισε», λέει με απογοήτευση σήμερα ο Σταύρος Λάλας.

Το χειρότερο θα έρθει αργότερα. Ο πράκτορας της ΕΥΠ, όταν παίρνει ένα πολύ σοβαρό σήμα από τον Λάλα, δεν το πάει στην ΕΥΠ, ώστε αυτό να περάσει από τη διεύθυνση χειρισμού πληροφοριών. Στο τμήμα αυτό, οι πληροφορίες πριν δοθούν για χρήση από την πολιτική ηγεσία φιλτράρονται, ώστε να μην αποκαλυφθεί η πηγή πληροφόρησης και πράγματα που δεν πρέπει να γίνουν γνωστά. Ο πράκτορας όμως θέλει να πουλήσει πολιτική εκδούλευση και το διοχετεύει –χωρίς να πει πως δεν υπάρχει επεξεργασία– στην υφυπουργό Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού. Η υφυπουργός, λόγω της σοβαρότητας του σήματος, ενημερώνει την πρεσβεία στην Ουάσιγκτον να κάνει διάβημα στους Αμερικανούς. Ο Έλληνας πρέσβης το κάνει, αλλά ο συνομιλητής του καταλαβαίνει πως οι Έλληνες μαθαίνουν πληροφορίες από κάποιον στην πρεσβεία στην Αθήνα. Έτσι στέλνουν τους πράκτορες και εντοπίζουν από τις κάμερες τον Λάλα.

Τον έμαθαν μέχρι και οι μεταφραστές.

Ένα άλλο σενάριο προδοσίας δίνει υψηλό στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών εκείνη την εποχή. Η επιπολαιότητα με την οποία αντιμετώπισαν τον Λάλα τον αποκάλυψε στους Αμερικανούς, ανεξάρτητα από τη δράση του ερωτύλου πράκτορα. Για κάποιο λόγο που δεν αποκλείεται να ήταν μόνο και μόνο για να αποκαλυφθεί ο Λάλας, ξαφνικά, το 1992, τα σήματά του άρχισαν να μοιράζονται πέραν του πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών. Πέντε έξι ακόμη υπουργοί προστέθηκαν στους αποδέκτες των σημάτων. Κάποιοι απ’ αυτούς δεν ήξεραν αγγλικά. Έτσι ζητούσαν από μεταφραστές να τους μεταφράσουν το περιεχόμενό τους. Έως το 1993 ένας κύκλος 25 ατόμων γνώριζε την ύπαρξη κάποιου υπερπράκτορα στις γραμμές της CIA. Οι Αμερικανοί το έμαθαν και τον παγίδευσαν, στέλνοντας ένα σήμα με αποστολέα τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους και αποδέκτη τον Αμερικανό πρέσβη Μάικλ Σωτήρχο. Γνώστες του σήματος, μαζί με τον Λάλα, ήταν τρεις. Έτσι κατάλαβαν ποια ήταν η διαρροή.

Ο Σταύρος Λάλας αποφεύγει να μιλά για την προδοσία του: «Όποιος ή όποιοι το έκαναν έστειλαν έναν Έλληνα πατριώτη στη φυλακή. Η ελληνική κυβέρνηση μπορούσε να βρει ποιοι ήταν. Δεν το έκανε. Εντάξει, εγώ ήμουν απώλεια, αλλά αυτοί που την προκάλεσαν τι έγιναν; Δεν έπαθαν τίποτα. Ποιος λοιπόν να μας σεβαστεί και γιατί ως χώρα;».

ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΗΠΑ ΓΙΑ ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ

Ο Λάλας δεν απαντά στο ερώτημα ποιο ήταν το περιεχόμενο του σήματος που προκάλεσε υποψίες στους Αμερικανούς και την παγίδευσή του. Κάποιος από τους διπλωμάτες που ασχολήθηκαν με τη διαμαρτυρία προς τους Αμερικανούς μετά το σήμα Λάλα υποστηρίζουν πως ήταν ένα πολύ σοβαρό σήμα που αποκάλυπτε πως οι Αμερικανοί σχεδίαζαν μια προβοκάτσια που θα οδηγούσε σε εμπλοκή μας με τα Σκόπια. Απώτερος σκοπός, η πλήρης αποσταθεροποίηση στην περιοχή και η επαναδιαμόρφωσή της με βάση τους μακροπρόθεσμους αμερικανικούς γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς. Το σήμα έλεγε πως έπρεπε να δημιουργηθεί ένταση στις σχέσεις των δύο χωρών μετά από αιματηρή ενέργεια. Αντίστοιχη ενέργεια είχε γίνει στα ελληνοαλβανικά σύνορα με επίθεση μελών της οργάνωσης ΜΑΒΗ σε αλβανικό φυλάκιο και την εκτέλεση στρατιωτών. Δεν αποδείχτηκε κάποια εμπλοκή των Αμερικανών, αλλά δεν αναζητήθηκε στα σοβαρά και ποτέ. Παρότι η τακτική αυτή της CIA είναι αρκετά συνηθισμένη και πολλές φορές εκτός πολιτικού ελέγχου από την επίσημη κυβέρνηση, το θέμα είναι όχι αν αυτό ήταν το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος (γιατί επιμένουν πως ήταν), αλλά αν ήταν αληθινό. Δηλαδή, αν δινόταν στ’ αλήθεια μια εντολή προβοκάτσιας ή αν το έκαναν ώστε να αναγκάσουν τον Λάλα, λόγω της σοβαρότητας του θέματος, να κινηθεί για να συναντήσει τους ανθρώπους της ΕΥΠ. Είναι κάτι που ίσως να μάθουμε σε 30 χρόνια, όταν θα ελευθερωθούν τα αμερικανικά αρχεία.

Η ελληνική πλευρά «έριξε» το θέμα για να μην εξοργίσει την αμερικανική πλευρά. Ο Σταύρος Λάλας έμεινε μόνος και απροστάτευτος στις φυλακές. Μοναδικός συμπαραστάτης του, ο φίλος του Μιχάλης Κυπριανού. Τα τελευταία χρόνια, όπως λέει, πριν την αποφυλάκισή του, «ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Μητσοτάκης, η Μπακογιάννη, ο Σαμαράς, ο Μολυβιάτης, ο Παπαληγούρας ενδιαφέρθηκαν. Μοναδική ίσως εξαίρεση ο Σημίτης» .

Μαζί με τα χρόνια της φυλακής, ο Σταύρος αφιέρωσε 30 χρόνια σε αυτό που πίστευε. Οι δυσκολίες της κατασκοπευτικής δράσης ίσως δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτές που τον περίμεναν με την επιστροφή του.

«Όταν μπήκα στο αεροπλάνο για την Ελλάδα, ήταν σαν να ξαναγεννιόμουνα. Είχα σηκωθεί όρθιος πριν την προσγείωση και προσπαθούσαν οι αεροσυνοδοί να με πείσουν να κάτσω κάτω. Όταν πάτησα το πόδι μου, ήταν σαν να αγκάλιαζα τη μάνα μου. Τους αγκάλιασα όλους, είχα ξεχάσει πώς είναι. Έπρεπε να μιλήσω στο γιο που δεν είχα γνωρίσει. Έλεγε η μαμά του πως όταν τους έβαλε η δασκάλα να ζωγραφίσουν το επάγγελμα του μπαμπά τα παιδιά, ο Παναγιώτης με ζωγράφισε πίσω απ’ τα κάγκελα. Δεν καταλάβαινε. Έπρεπε να ξαναμάθω να ζω με μια γυναίκα που πέρασε τα πάνδεινα. Προσπάθησαν να τη φέρουν στην Αμερική ως συνεργάτρια. Στην πρεσβεία την πέρασαν από τον ανιχνευτή ψεύδους. Την τελευταία στιγμή πήγε στο αεροδρόμιο και, αντί να πετάξει για Αμερική, ήρθε στην Καβάλα. Ανέθρεψε δουλεύοντας δυο βάρδιες τα παιδιά. Το μεγάλο έχει προβλήματα. Προσπαθούμε να χτίσουμε ένα σπίτι, μας βοηθά και ο δήμαρχος ο Σάββας Μιχαηλίδης και ο νομάρχης ο Θεόφιλος Καλατζής. Δεν λέω, με συγκινούν πολλοί άνθρωποι απλοί. Και άνθρωποι όπως ο Εμφιετζόγλου που μοιάζει πολύ με τον παππού μου. Οι γιατροί στη Θεσσαλονίκη που ανάλαβαν να με ξανακάνουν άνθρωπο. Τους ευχαριστώ. Λέω πως ό,τι έκανα δεν πήγε χαμένο. Μου αρέσει στην πατρίδα. Είμαστε λίγο κακομαθημένοι, αλλά είναι η πατρίδα και ανησυχώ γι’ αυτή. Και για την Κύπρο και για τη Θράκη. Ακούω αυτά που λένε για τη Θράκη. Μακάρι να ζούσαν παντού έτσι οι μειονότητες. Και στην Κύπρο πρέπει να δώσουν λύση. Δεν λέω για τους Τούρκους που γεννήθηκαν στο νησί, αυτοί είναι Κύπριοι. Λέω για τα στρατεύματα κατοχής, πρέπει να φύγουν. Αυτό είναι πολιτισμός».

Ο Σταύρος Λάλας ανησυχεί για όλα. Για τη χώρα, για την οικογένειά του, ακόμη και για να μην ξεχάσει να ευχαριστήσει κάποιον που τον βοήθησε. Με έναν τρόπο που μοιάζουν να μπερδεύονται η υπευθυνότητά του με τη φύση του. Αυτή η φύση του ανθρώπου που έμαθε να κρύβει μια πλευρά του στο σκοτάδι και να ανησυχεί. Ίσως αυτοί που τον πρόδωσαν (πλούσιοι πια, λένε οι πληροφορίες) να τον θεωρούν παράπλευρη απώλεια στο σκοτεινό κόσμο των μυστικών υπηρεσιών. Μπορεί να τον αποκαλούν θύμα που πίστεψε πως μπορεί η σύγχρονη Ελλάδα να είναι απέναντί του όπως ίδιος ήθελε και φανταζόταν. Η αλήθεια είναι πως η ιστορία έχει τα θύματά της. Δεν μπορεί όμως κάποιος που γράφει ιστορία να είναι θύμα.

Του Κώστα Βαξεβάνη

ΠΗΓΗ: περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ

Στηβ Λάλας: Η αναλγησία της εξουσίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: