(Παλαιστίνιος μαχητής του Democratic Front for the Liberation of Palestine (DFLP) ανεμίζει μια τουρκική σημαία σήμερα στο στρατόπεδο προσφύγων Ain el-Hilweh στο Νότιο Λίβανο – Reuters/Ali Hashisho)
Η μία πλευρά του λόφου είναι η δολοφονική επίθεση των Ισραηλινών που καταδικάζεται ακόμα και μέσα στην χώρα τους. Η άλλη πλευρά όμως, την οποία στιγμή δεν πρέπει να χάνουμε από τα μάτια μα, είναι τα παιχνίδια της Τουρκίας που προσπαθεί να γίνει Μεγάλη περιφερειακή δύναμη με σοβαρούς, πολλαπλούς ρόλους.
Κι ας μην ξεχνάμε ότι λίγους μήνες πριν μετά την γνωστή φραστική επίθεση του Ερντογάν προς το Ισραήλ, όταν πήγε στην Γάζα, οι Παλαιστίνιοι τον υποδέχθηκαν με πανώ που τον αποκαλούσαν «νέο Πορθητή». Σαν τον Μωάμεθ τον Πορθητή!
Ο επίδοξος σουλτάνος επιστρέφει στις παλιές επαρχίες της Αυτοκρατορίας των Οθωμανών με όπλο την ισλαμική αδερφοσύνη και τον αντισιωνισμό. Το παίζει προστάτης των αδυνάτων. Βολικό κι αποδοτικό και για το εσωτερικό της χώρας του, που έχει τον υψηλότερο αντισημιτισμό στον κόσμο.
Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει ότι όλα αυτά γίνονται σε μια στιγμή που το γεωπολιτικό βάρος της Τουρκίας αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς, ενώ τείνει να καταστεί βασικός περιφερειακός παράγων που θα γέρνει την πλάστιγγα ανάλογα με τις παρεμβάσεις του στην ευρύτερη περιοχή. Ενώ παράλληλα διασφαλίζει τον ρόλο της στο «μέγα» -για τη Δύση- ζήτημα των πυρηνικών του Ιράν, ως διαμεσολαβητής. Αντίστοιχο ρόλο, ίσως πολύ πιο προωθημένο, έχει η Ρωσία, η οποία εξάλλου πουλάει πυρηνική τεχνολογία στο Ιράν. Αυτός ακριβώς, είναι ο λόγος που εδώ και πολλούς μήνες οι σχέσεις του Ισραήλ με την Τουρκία βρίσκονται στο ιστορικό ναδίρ τους.
Αναμφισβήτητα, ο Ερντογάν θέλει να τα’ χει καλά και με τη Δ. Ευρώπη και με τις ΗΠΑ. Όμως, η Τουρκία έχει πάψει να είναι ο «Yes man» των ΗΠΑ, του Ψυχρού Πολέμου, και πλέον χαράσσει, σε μεγάλο βαθμό, τη δική της αυτόνομη πολιτική. Θέλει να έχει εξέχουσα θέση στο κλαμπ των αναπτυσσομένων, και των χωρών της Μέσης Ανατολής. Κοιτάζει Δυτικά, αλλά αλληθωρίζει, πολύ περισσότερο, Ανατολικά.
Αρχιτέκτονας του τουρκικού διπλωματικού σχεδίου, είναι ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Νταβούτογλου. Ο «Τούρκος Κίσινγκερ», όπως τον χαρακτηρίζει η Le Monde σε πρόσφατο άρθρο της, σύμφωνα με το οποίο η Άγκυρα ολοένα περισσότερο μετατρέπεται σε «φάρο όλης της περιοχής». Ένας «φάρος» μάλιστα, ο οποίος όλο και πιο πολύ εμπλέκεται στα σοβαρότερα προβλήματα της περιοχής. Με τη μείωση της επιρροής της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου, και καλυτερεύοντας τις σχέσεις της με τη Συρία, το Ιράκ, την Ελλάδα και την Αρμενία, η Τουρκία μετατρέπεται σε «κυρίαρχο παίκτη» στη Μ. Ανατολή. Ταυτόχρονα, συσφίγγει τις σχέσεις της με τη Ρωσία και όλη την Ανατολή Ευρώπη και κάνει «πραγματική επέλαση προς την κατεύθυνση της Αφρικής».
Έτσι (για να πάμε στα δικά μας), εάν ο κ. Γ.Παπανδρέου ήθελε να κάνει αβάντα στο αυξανόμενο διεθνές κύρος του κ.Ερντογάν, το πέτυχε. Διότι στα ελληνικά εθνικά ζητήματα, δεν πήρε τίποτε. Η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα έγινε στο πλαίσιο της υπερκινητικότητας της τουρκικής διπλωματίας σε όλα τα επίπεδα και το μόνο που εξυπηρετούσε ήταν τον Ερντογάν προσωπικά και τη διεθνή εικόνα της Τουρκίας.
Ας ρίξουμε όμως, μια ματιά στις σχέσεις Τουρκίας-Ιράν, οι οποίες τα τελευταία χρόνια διάγουν έναν παρατεταμένο μήνα του μέλιτος. Αφότου η Τεχεράνη, ήδη από την προηγούμενη δεκαετία, κατανόησε το αδιέξοδο της εξαγωγής της ισλαμικής επανάστασης (και στην Τουρκία), και την ανάγκη να κάνει βήματα ώστε να βγει από τη διεθνή απομόνωσή της, οι δύο πλευρές άρχισαν την προσέγγιση. Το απόγειο της σύσφιγξης των σχέσεων ήταν το 11μηνο Ερμπακάν (1996-1997), τον οποίο άλλωστε, το Ιράν βοήθησε με κάθε τρόπο. Μεταξύ των άλλων, τότε υπογράφτηκε και συμφωνία για παροχή στην Τουρκία πολύ μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου από το Ιράν. Να σημειωθεί πως και πρίν, η Τουρκία είχε συμφωνήσει να πουλάει στο Ιράν οπλικά συστήματα που δεν του έδινε η Δύση. Γενικότερα, οι κάθε λογής συμφωνίες που διαχρονικά έχουν υπογράψει και υλοποιούν οι δύο χώρες, έχουν συμβάλλει καθοριστικά στην απεξάρτηση της Τουρκίας από τη Δ.Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Ένας άλλος στόχος της Άγκυρας είναι να οικοδομήσει έναν «ενιαίο χώρο τουρκόγλωσσων» υπό την αιγίδα της. Εφόσον επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αυτός ο χώρος, σε βάθος χρόνου θα μπορεί να ανταγωνιστεί στην ευρύτερη περιοχή, αν όχι στον οικονομικό τομέα, τουλάχιστον σε επίπεδο πολιτικής επιρροής, τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Ταυτόχρονα, νευραλγικός στόχος είναι η καλλιέργεια της εικόνας της Τουρκίας, ως ενός «φάρου του κοσμικού ισλάμ» για όλους τους μουσουλμάνους. Και για εκείνους που ζουν ως μετανάστες στη Δ. Ευρώπη. Πολύ περισσότερο, για τους Έλληνες μουσουλμάνους.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, στην Τουρκία, η αύξηση της δύναμης Ερντογάν, δεν σημαίνει άνοδο του ισλαμισμού στην εξουσία, αλλά ενίσχυση εκείνης της εικόνας που βοηθά στην αύξηση της επιρροής της στο μουσουλμανικό κόσμο. Το αν θα το πετύχει τελικά το στόχο της, παραμένει αδιευκρίνιστο. Πόσο μάλλον, όταν είναι γνωστές οι ιστορικές διαφορές Αράβων-Τουρκίας και η πρόθεση του Ιράν να ηγηθεί των μουσουλμάνων.
Να σημειωθεί τέλος πως, εκτός των σχέσεων που φροντίζει να διατηρεί με την Χεζμπολάχ (Λίβανος) και Χαμάς (Γάζα), η Άγκυρα έχει δώσει καταφύγιο σε σειρά ισλαμικών οργανώσεων, όπως, μεταξύ άλλων, των Τσετσένων.
Πηγή: antinews
Μοιραστείτε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου