του Ιωάννη Θεοδωράτου
Το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης περιλαμβάνει μια πολύ σημαντική παράμετρο η οποία σχετίζεται με την ασφάλεια. Eνα κράτος, όσο ισχυρό και αν είναι για την εποχή του, κινδυνεύει να αποσταθεροποιηθεί όταν αδυνατεί να ελέγξει τις εισερχόμενες μάζες, οι οποίες εισβάλλουν χωρίς σχέδιο από τα σύνορα
Το παράδειγμα των Γότθων μπορεί να μας χρησιμεύσει ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τις συνέπειες που μπορεί να έχει για ένα σύστημα η αθρόα εισδοχή ξένων πληθυσμιακών ομάδων και το πώς αυτές είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πολιτικά και στρατιωτικά από τρίτους παράγοντες.
Πριν από 1.600 χρόνια σημειώθηκαν κατακλυσμικές εξελίξεις οι οποίες μετέβαλαν την ιστορία της Ευρώπης λόγω των βαρβαρικών εισβολών.
Είχε προηγηθεί, το 332 μ.Χ., η εφαρμογή πολιτικής ειρηνικής διείσδυσης των Γερμανών Γότθων κατά την περίοδο της μονοκρατορίας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ως μια προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος ασφαλείας των συνόρων, της δημογραφικής συρρίκνωσης και, κυρίως, της εκμετάλλευσης χιλιάδων νέων εργατικών χεριών προς όφελος της αυτοκρατορίας (στον αγροτικό τομέα και στον στρατό). Ο έπαρχος Ρώμης Οπτατιανός Πορφύριος είχε γράψει μάλιστα για την «επίλυση» του γοτθικού προβλήματος: «Τώρα που οι Γότθοι κάνουν τα ξίφη τους κυρτά δρεπάνια για να αφιερωθούν στην καλλιέργεια της γης, Συ, στο λαμπρό Σου ανάκτορο, μπορείς να απολαμβάνεις κάθε αγαθό. Το στολίδι του Πόντου, η αδελφή Ρώμη, αυξάνει τη δόξα των αρχαίων Τυρρηνών». Η εγκατάσταση των Γότθων στη Μυσία και στην Παννονία δεν έλυσε αλλά διόγκωσε το πρόβλημα.
Το 369 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Βάλεντας συνήψε νέα ειρήνη αναγνωρίζοντας την ανεξαρτησία των γοτθικών φύλων, με τον όρο της μη παραβίασης του συνόρου του Δούναβη. Στον πανηγυρικό του Θεμίστιου δεν αποτυπώνεται μόνο η ελπίδα ειρηνικής επίλυσης του ζητήματος αλλά και το κλίμα και το πνεύμα μιας εσφαλμένης τακτικής, χαρακτηρίζοντας ένα ολόκληρο ιδεολογικό ρεύμα, όμοιο με αυτό που χαρακτηρίζει σήμερα πολλούς συμπατριώτες μας. Ηταν η πρώτη φορά που στις σελίδες ενός επίσημου πανηγυρικού αναπτύχθηκε η άκρως επικίνδυνη ιδεολογική τοποθέτηση της ειρηνικής εισδοχής βαρβαρικών φύλων στην αυτοκρατορία. Ο Θεμίστιος σημείωνε με έμφαση «Σώζειν ήδη και περιστέλλειν, ως της αρχής μοίρας γεγενημένους», θυμίζοντας τις σημερινές διατυπώσεις Ελλήνων υπουργών, πολιτικών και δημοσιογράφων όταν αναφέρονται στους λαθρομετανάστες και στην ανάγκη εφαρμογής μιας πολιτικής με βάση όχι τα εθνικά συμφέροντα αλλά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το 376 μ.Χ. μάζες Γότθων πέρασαν τον Δούναβη με σκοπό να μεταβούν στη Θράκη όπου θα λάμβαναν γαίες. Ο Αμμιανός, προσπαθώντας να μιλήσει για τον αριθμό των βαρβάρων, τους παρομοίασε με «τους κόκκους της άμμου που μετατοπίζει η πνοή του Ζέφυρου στην έρημο της Λιβύης». Δυστυχώς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία απέτυχε να καταμετρήσει τον αριθμό των εισερχομένων και κανένας δεν γνώριζε πόσοι ήταν, γεγονός που αποδείχθηκε στην συνέχεια καταστροφικό.
Στις 9 Αυγούστου 378 μ.Χ. οι Γότθοι συνέτριψαν το ρωμαϊκό στράτευμα κατά τη μάχη της Αδριανούπολης, ο αυτοκράτορας Βάλεντας σκοτώθηκε. Ουσιαστικά δεν υφίστατο πλέον στράτευμα και οι Γότθοι μονοπώλησαν τις υπηρεσίες τους. Ακόμη και επιφανείς ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί ήταν πια γερμανικής καταγωγής.
Την άνοιξη του 380 μ.Χ., επί Θεοδοσίου Α’, λεηλατήθηκε η Θεσσαλία. Ηδη όμως οι εισελθόντες είχαν κατορθώσει να αξιοποιήσουν τις εσωτερικές έριδες και να προσφέρουν έμμισθα τις υπηρεσίες τους σε όποιον τις ζητούσε.
Ακολούθησε νέα συμφωνία ειρήνης (3 Οκτωβρίου 382 μ.Χ.), βάσει της οποίας επιτρεπόταν η εγκατάστασή τους στη Δακία και στη Θράκη μεταξύ Δούναβη και Αίμου και η ανάληψη υποχρέωσης παροχής στρατιωτικών υπηρεσιών αλλά υπό τις διαταγές των αξιωματικών τους και φυσικά έμμισθα. Αν και επρόκειτο για την ίδρυση του πρώτου βαρβαρικού κράτους εντός της αυτοκρατορίας, ο Θεμίστιος, αδυνατώντας να αντιληφθεί τι θα επακολουθούσε, έγραψε ότι οι Γότθοι αλλάζουν τα όπλα τους με γεωργικά εργαλεία, αφήνουν τη λατρεία του Αρη και ακολουθούν τη Δήμητρα και τον Διόνυσο.
Μέρος της διανόησης πίστευε τότε ότι η πολιτική της ειρηνικής εγκατάστασης ήταν αναπόφευκτη, επωφελής για την οικονομία και έδινε τη δυνατότητα στην αυτοκρατορία να ενισχύσει οικονομικά και δημογραφικά τις δυνάμεις της, αγκαλιάζοντας το ετερόκλητο πλήθος και διδάσκοντάς το πώς να ενταχθεί στις δομές και να ευημερήσει.
Το 395 μ.Χ., με τον θάνατο του Θεοδοσίου Α’, ένας Γερμανός, ο Στιλίχων, ήταν ο ρυθμιστής των πραγμάτων της αυτοκρατορίας, έχοντας τον τίτλο του πατρικίου και του στρατηγού της εκατέρας δυνάμεως (Magister Utriusque Militae) και την ιδιότητα του επιτρόπου των ανηλίκων υιών Αρκάδιου και Ονώριου. Το ίδιο έτος σημειώθηκε η εξέγερση του Αλάριχου, η οποία οδήγησε αρχικά, τη διετία 396-397, στη λεηλασία και στην καταστροφή της Ελλάδας, στην κατάρρευση των δυτικών συνόρων την πρωτοχρονιά του 407 μ.Χ. και στην άλωση της Ρώμης το 410 μ.Χ...
Η ιστορία διδάσκει και όταν την αγνοούμε επαναλαμβάνεται.
Ο Ιωάννης Θεοδωράτος είναι διευθυντής σύνταξης του περιοδικού "Στρατιωτική Ιστορία".
Το κείμενο είναι το editorial του τεύχους Ιουλίου 2009 και αναδημοσιεύεται κατόπιν αδείας του ιδίου.
Πηγή: infognomonpolitics
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου