Υποστηριζόμενοι από την Ορθόδοξη Εκκλησία (ιδιαίτερα τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο) και από μια ευρεία κοινωνική βάση (αγροτικοί πληθυσμοί, ηλικιωμένοι και θρησκευόμενοι), συνεπικουρούμενοι από τις επικοινωνιακές τους αρετές, οι εκφραστές της λαϊκής Δεξιάς διαμόρφωσαν αρκετά γρήγορα ένα διακριτό ύφος εύκολα αναγνωρίσιμο.
Παρά τις όποιες διαφορές τους, οι πολιτικοί αυτού του χώρου έχουν κοινό παρονομαστή ένα λόγο που απευθύνεται πρωτίστως στο συγκινησιακό υπόβαθρο, στην «ψυχή» των συντηρητικών πολιτών της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Τόσο σε θέματα θρησκευτικής όσο και εθνικής ταυτότητας η λαϊκή Δεξιά εξέφρασε τον αμυντικό εθνικισμό του ελληνικού εθνολαϊκισμού. Στα μάτια της το ελληνικό έθνος είναι διαρκώς απειλούμενο και βάλλεται πανταχόθεν. Η βασική απειλή, βέβαια, θεωρείται πως εκπορεύεται από τις δυτικές αξίες του κοσμοπολιτισμού και της πολυπολιτισμικότητας. Προκειμένου να αναχαιτισθούν οι απειλές εναντίον της πατρίδας και να αναδειχθεί ξανά η εθνική μας κληρονομιά, η λαϊκή Δεξιά πρόκρινε έναν αγώνα εθνικής εγρήγορσης, μια πολιτισμική σταυροφορία προς το εσωτερικό και μια «ασυμβίβαστη» εξωτερική πολιτική. Κάπως έτσι τα
σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας, η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες και τα εξωτερικά θέματα ήρθαν στο κέντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης στη δεκαετία του ’90 και του 2000.
Στα ζητήματα της οικονομίας η λαϊκή Δεξιά χαρακτηρίστηκε από τη λογική, ούτε σοσιαλισμός ούτε νεοφιλελευθερισμός. Με αναφορά σε ιδεολογικά εργαλεία του ’70, στον καραμανλικό ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό, οι εκπρόσωποι αυτού του χώρου αναγόρευσαν την εμπλοκή του κράτους στην οικονομία σε γεγονός θεμελιώδους σημασίας. Το πατερναλιστικό και πελατειακό κράτος αποκλήθηκε «φιλολαϊκή πολιτική» και κάθε συντεχνιακή ρύθμιση συνδέθηκε με την έννοια της κοινωνικής προστασίας. Είναι αλήθεια, πως οι εκπρόσωποι της λαϊκής Δεξιάς στο Κοινοβούλιο αναδείχθηκαν σε πρωταθλητές στην εξυπηρέτηση των «δικών τους παιδιών».
Παρά τη δυναμική παρουσία της λαϊκής Δεξιάς στον πολιτικό στίβο και την επιρροή της τόσο εντός όσο και εκτός της Νέας Δημοκρατίας, τα τελευταία χρόνια, η κρίση ανέδειξε τις αντιφάσεις και τα όριά της. Οι πιο γνήσιοι εκφραστές της κουβαλούν το στίγμα του λαϊκιστή, ενώ οι «αποστάτες» κατηγορούνται ως πολιτικάντηδες γιατί έταξαν πολιτικές που εγκατέλειψαν στη συνέχεια. Είναι αλήθεια, πως για κάποιους από τους εκπροσώπους της λαϊκής Δεξιάς, τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό και τις «ταυτότητες», όπως και οι αδιάλλακτοι αγώνες εναντίον του Μνημονίου, αποτελούν παρελθόν που θα προτιμούσαν να μη θυμάται κανείς.
Στις μέρες μας, η λαϊκή Δεξιά δείχνει ξεπερασμένη, υποκριτική και ενίοτε γραφική. Επιπλέον, υφίσταται την εκλογική πίεση της εξτρεμιστικής Χρυσής Αυγής, που κερδίζει νεανικές ψήφους με το οπλοστάσιο της αντισυστημικότητας. Η αποτυχία τής εκτός Νέας Δημοκρατίας λαϊκής Δεξιάς στις ευρωεκλογές (Καμμένος, Νικολόπουλος, Ψωμιάδης, Ζώης κ.ά.) υπήρξε αξιοσημείωτη.
Η λαϊκή Δεξιά βρίσκεται, λοιπόν, σε αδιέξοδο και υπάρχουν αρκετοί λόγοι γι’ αυτό. Ο σοβαρότερος σχετίζεται με την αδυναμία της να παρουσιάσει ένα πειστικό λόγο στα ζητήματα της οικονομίας στο σύγχρονο διεθνοποιημένο περιβάλλον. Γενικότερα, οι οπαδοί του έθνους-κράτους βρίσκονται σε αμηχανία λόγω της δομικής αδυναμίας των κυβερνήσεων να ασκήσουν κατά το δοκούν οικονομική και φορολογική πολιτική εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και της εκχώρησης εξουσιών σε διακρατικούς οργανισμούς. Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα για το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος, όπου οι δημόσιες πολιτικές του βρίσκονται (και θα βρίσκονται για αρκετά χρόνια ακόμη) υπό τον έλεγχο των δανειστών του. Η λαϊκή Δεξιά στην Ελλάδα, που στηρίχθηκε εκτεταμένα στο κράτος προκειμένου να ικανοποιήσει τους εκλογικούς της πελάτες, δείχνει ολοκληρωτικά ανήμπορη να αρθρώσει μια πρόταση της προκοπής χωρίς αυτό το εργαλείο στα χέρια της.
Ποιο είναι, λοιπόν, το μέλλον της; Αν δεν θέλουν να καταντήσουν τσαρλατάνοι λιανοπωλητές μαγικών λύσεων, οι εκπρόσωποί της πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο δρόμους: είτε αυτόν του νεοσυντηρητισμού είτε της άκρας Δεξιάς. Η πρώτη επιλογή, ας την ονομάσουμε «θατσερική», υποδηλώνει πως θα εγκαταλείψουν, έστω σταδιακά, τον κρατισμό διατηρώντας κατά τα άλλα το βασικό αξιακό τους σύστημα αναλλοίωτο. Ο θατσερικός δρόμος είναι ουσιαστικά ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος για την ελληνική Δεξιά καθώς θα της επιτρέψει να περισώσει την απήχησή της σ’ ένα σημαντικό μέρος του ακροατηρίου της χωρίς να το εξαπατά με κρατικιστικές ψευδαισθήσεις και έτσι να γίνεται αφερέγγυα. Ο άλλος δρόμος, ο ακροδεξιός, σημαίνει ουσιαστική αποχώρηση από την καθιερωμένη και αποδεκτή πολιτική σκηνή και υιοθέτηση μιας αντιευρωπαϊκής και εθνικιστικής ατζέντας.
Ο,τι κι αν συμβεί στο μέλλον, η εποχή που οι εκπρόσωποι της λαϊκής Δεξιάς μπορούσαν να λανσάρουν τον εαυτό τους ως φιλολαϊκούς διαχειριστές με δανεικά έχει πλέον παρέλθει.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.
http://www.kathimerini.gr
dexiextrem
Μοιραστείτε
Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου