Ο κ.
Tσίπρας απέτυχε να δει ότι ήταν απίθανο να έχει την υποστήριξη άλλων
εξίσου «αδυνάτων» χωρών, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Αφενός επειδή οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών
βρίσκονται όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμέτωπες με σημαντικές εσωτερικές
προκλήσεις και που θα ενισχύονταν σε περίπτωση που η στρατηγική της
Ελλάδας ήταν επιτυχής.
Αφετέρου, επειδή οι χώρες αυτές βρίσκονται ήδη στον δρόμο προς την ανάκαμψη και δεν θα ήθελαν να εμφανισθούν σαν «μια δεύτερη Ελλάδα»..
«Η περίπτωση της Ελλάδας μού θύμισε τη μελέτη “Η δύναμη του αδύνατου” (The Power of the Weak) που την έκανα πρόσφατα μαζί με τον Assistant Professor Gokhan Ertug και καταλήξαμε στο ποιες είναι οι στρατηγικές εκείνες που οι αδύναμοι “παίκτες” μέσα σε έναν οργανισμό μπορούν να τις εφαρμόσουν, ώστε να αποδυναμωθεί έτσι η εξάρτησή τους από τους ισχυρούς.
Η Ελλάδα είναι ο “αδύνατος”.
Προσπάθησε όμως να διαπραγματευθεί με την ψευδαίσθηση ότι κατείχε θέση ισχύος, κάτι που ήταν απίθανο ότι μπορούσε να προχωρήσει.
Για να καταλάβουμε όμως τα “γιατί”, σας προσκαλώ να επισκεφθούμε και πάλι τη μελέτη μου που σας προανέφερα».
Πρωταγωνιστής
Δεν πίστευα στα μάτια μου όταν η «κεραία» της παρούσας στήλης της «Κ» που αναζητά με εμμονή μέσα από έγκυρες πηγές και σε διακεκριμένους πανεπιστημιακούς φορείς καθετί το νέο και σημαντικό γύρω από το μάνατζμεντ, θα έβλεπε τον πρωθυπουργό της χώρας μας -«Alexis Tsipras»- πρωταγωνιστή σε «case study» αποτυχημένου διαπραγματευτή και ως διδακτικό «παράδειγμα προς αποφυγήν» για την ανάπτυξη των στελεχών.
Η πηγή είναι το Insead Knowledge (http://knowledge.insead.edu) και συγγραφέας του άρθρου «Four Ways to Gain Positions of Power» είναι ο Μάρτιν Τσιαργκιούλο, καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Insead και διευθυντής του προγράμματος High Impact Leadership Programme, ένα από τα σημαντικότερα προγράμματα για την ανάπτυξη των στελεχών.
Συγκεκριμένα, με το πρόγραμμα αυτό τα στελέχη μαθαίνουν να αντιλαμβάνονται τους οργανωσιακούς περιορισμούς του οργανισμού στον οποίο εργάζονται και να βρίσκουν εναλλακτικούς τρόπους με τους οποίους να επιτυγχάνουν τους στόχους τους.
Για παράδειγμα, στα μεσαία στελέχη σπανίως ανατίθεται επισήμως η εξουσία να αποφασίσουν για τυχόν ανασυγκρότηση τμημάτων είτε για να αλλάξουν προγραμματισμένα σχέδια κινήτρων.
Μπορούν όμως να επηρεάσουν εκείνους που παίρνουν τις αποφάσεις, ενεργοποιώντας ανεπίσημα δίκτυα.
Τα δίκτυα αυτά μπορούν επίσης να τα χρησιμοποιήσουν για περαιτέρω γεφύρωση, αλλά και για να διευκολύνουν τις μεταξύ τους συνεργασίες.
Με μια βασική προϋπόθεση όμως, ότι τα δίκτυα αυτά τα συνθέτουν άτομα με διαφορετικές θέσεις ευθύνης και σε διαφορετικά επίπεδα ιεραρχίας. Γιατί «αν απλώς κάνεις παρέα με αυτούς που είναι σαν και σένα, τότε είναι ελάχιστα πιθανό ότι μπορούν να σε βοηθήσουν όταν τους χρειάζεσαι».
Με δεδομένη λοιπόν την ασυμμετρία στη «δύναμη» όπως υπάρχει μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων ιεραρχίας, ο συγγραφέας αναφέρει τους τρόπους με τους οποίους ο «αδύνατος» μπορεί είτε να μειώσει τη δική του αδυναμία είτε να αποδυναμώσει τη «δύναμη» των ισχυρών.
Εννοείται ότι εδώ, ζωντανό παράδειγμά του είναι «δυστυχώς η Ελλάδα».
Και η πειστική απεικόνιση του «λάθος δρόμου» που για όλα διάλεξε ο Tsipras, δίδεται μέσα από την πορεία και τους σημαντικούς σταθμούς της διαπραγμάτευσής του με τους «ισχυρούς».
«Κακό» παράδειγμα
Ιδού λοιπόν το «κακό» παράδειγμα της Ελλάδας και σημείο προς σημείο τα λάθη που έκανε ο Tsipras σε σχέση με τις πιο πάνω στρατηγικές. Κατ’ αρχήν υπερεκτίμησε το τι σημαίνει για τις ισχυρές δυνάμεις της Ευρώπης, όπως η Γερμανία, η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
Με την επιθετική προσέγγιση που επέλεξε να έχει, δεν κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια άλλων ισχυρών χωρών, οι πληθυσμοί των οποίων ήταν ήδη αντίθετοι για περαιτέρω παράταση προς στην Ελλάδα.
Απομάκρυνε επίσης εν δυνάμει συμμάχους όπως η Γαλλία, που αποτελεί ισχυρό «παίκτη» και που η ίδια έχει επιδείξει εξίσου απροθυμία να αποδεχθεί δομικές αναθεωρήσεις της, επειδή δεν θέλησε να ταυτισθεί με τη σκληρή στάση που είχε επιλέξει η Ελλάδα.
Ο Tsipras απέτυχε να δει ότι ήταν απίθανο να έχει την υποστήριξη άλλων εξίσου «αδυνάτων» χωρών, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Αφενός επειδή οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών βρίσκονται όπως και ο Syriza αντιμέτωπες με σημαντικές εσωτερικές προκλήσεις και που θα ενισχύονταν σε περίπτωση που η στρατηγική της Ελλάδας ήταν επιτυχής.
Αφετέρου, επειδή οι χώρες αυτές βρίσκονται ήδη στον δρόμο προς την ανάκαμψη και δεν θα ήθελαν να εμφανισθούν σαν «μια δεύτερη Ελλάδα»...
Ακόμη η Ελλάδα σε κατάσταση απόγνωσης, θέλησε ίσως να μεγιστοποιήσει τη στρατηγική σημασία της γεωγραφικής θέσης της και προσπάθησε να δημιουργήσει στενότερους δεσμούς με τη Ρωσία.
«Εστω όμως και αν αυτό αποδεικνυόταν ότι είναι, όντως, μια επιλογή, θα
ήταν μια επιλογή επικίνδυνη. Με δεδομένη την κρίση στην Ουκρανία, μια
τέτοια συμμαχία θα έφερνε την Ελλάδα –ως μέλος του ΝΑΤΟ– σε ευάλωτη θέση
και θα την αποξένωνε όχι μόνο από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα αλλά και
από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση. Κάτι που θα αποδεικνυόταν πολύ βαρύ
για τον ελληνικό λαό που είναι αυτός που στο τέλος πληρώνει το κόστος».
Και ο επίλογος του άρθρου:
Και ο επίλογος του άρθρου:
«Για τους λόγους αυτούς, πριν κάποιος πατήσει τη σκανδάλη, είναι σοφό να είναι σίγουρος για το πού στοχεύει η κάννη του όπλου που κρατάει στο χέρι του».
Οσο για το γενικό συμπέρασμα του συγκεκριμένου παραδείγματος προς αποφυγήν «Tsipras», είναι το εξής:
«Οπως ισχύει για όλους τους αδύνατους παίκτες, ο Tsipras όφειλε να το γνωρίζει ότι όλες οι στρατηγικές δεν ταιριάζουν σε κάθε δεδομένη περίπτωση για την εξισορρόπηση μιας εξάρτησης.
Επρεπε λοιπόν να παίξει τα χαρτιά του αναλόγως.
Γιατί, ο αδύνατος μπορεί όντως να αποδυναμώσει τον δυνατό, όχι όμως με το να υποκρίνεται ότι διαθέτει πόρους και συμμαχίες που δεν κατέχει.
Προφανώς ο πρωθυπουργός αγνοώντας τα δεδομένα αυτά, έπαιξε ένα επικίνδυνο παιγνίδι, το οποίο μπορεί να κάνει κακό σε άλλους, όμως σε τελευταία ανάλυση περισσότερο από όλους θα υποφέρουν τόσο ο ίδιος όσο και ο λαός του».
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΔΑΜΟΥΛΙΑΝΟΥ
kathimerini
Μοιραστείτε
Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου