Παναγιώτης Ι. Ξυδώνας
Η θεωρία των παιγνίων, ένας ιδιαίτερα σημαντικός κλάδος των εφαρμοσμένων μαθηματικών, με εφαρμογές στα οικονομικά, την πολιτική και την ψυχολογία, μελετά τον τρόπο που λαμβάνονται αποφάσεις μεταξύ δυο αντιπάλων μερών, όπως φυσικών προσώπων, οργανώσεων, κρατών κλπ., σε συνθήκες σύγκρουσης ή συνέργειας. Κεντρική υπόθεση της θεωρίας είναι ότι οι παίκτες χαρακτηρίζονται από ευφυΐα, δηλαδή κατοχή τέλειας γνώσης του παιγνίου, αλλά και ορθολογική συμπεριφορά, δηλαδή αντικειμενική σκοπιμότητα μεγιστοποίησης της παραγόμενης ωφέλειας. Επισημαίνεται δε ότι, ότι το όφελος κάθε παίκτη δεν εξαρτάται μόνο από τις επιλογές του, αλλά και από τις επιλογές των εταίρων παικτών, οι οποίοι δύνανται να μην αντιμετωπίζονται υποχρεωτικά, ως αντίπαλοί του.
Στο επίκαιρο παράδειγμα των πολύμηνων διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα, η πλειοψηφία των υποθέσεων της θεωρίας καταργήθηκε. Ο τέως Υπουργός Οικονομικών, έστω και αν αποδεχθούμε ότι κατείχε την τεχνογνωσία του παιγνίου, απεδείχθη εσχάτως και πάντα εκ του αποτελέσματος των διαπραγματεύσεων στις οποίες ενεπλέκετο, ότι ούτε από ορθολογική συμπεριφορά χαρακτηρίζεται και ίσως, ούτε από την προσήκουσα για την περίσταση ευφυΐα. Μα το κυριότερο, η αντικειμενική του σκοπιμότητα, φαίνεται να υπήρξε από απροσδιόριστη έως ελεγχόμενη. Και τούτο διότι, δεν δύνασαι να θεωρείσαι ορθολογιστής, όταν εν ώρα διαπραγματεύσεων για καλύτερους όρους και υπερασπιζόμενος έναν λαό που επί πέντε χρόνια χειμάζεται, εσύ να φωτογραφίζεσαι τρώγοντας ψάρια στο σπίτι σου κάτω από την ακρόπολη και να επιδεικνύεις την πισίνα του εξοχικού σου. Την ίδια στιγμή, δεν είναι δυνατόν να δεχθεί κανείς ότι πασχίζεις για τη μεγιστοποίηση της δημόσιας ωφέλειας, όταν με σπουδή επεξεργάζεσαι αδιαφανή τεχνικά σχέδια επιστροφής σε εθνικό νόμισμα. Και τέλος δεν είναι δυνατόν να μην συναισθάνεσαι ότι ο αντίπαλος παίκτης, δεν είναι τελικά αντίπαλος σου, αλλά εταίρος σε δεσπόζουσα θέση, την οποία αγνοείς και υποτιμάς.Η θεωρία των παιγνίων, ένας ιδιαίτερα σημαντικός κλάδος των εφαρμοσμένων μαθηματικών, με εφαρμογές στα οικονομικά, την πολιτική και την ψυχολογία, μελετά τον τρόπο που λαμβάνονται αποφάσεις μεταξύ δυο αντιπάλων μερών, όπως φυσικών προσώπων, οργανώσεων, κρατών κλπ., σε συνθήκες σύγκρουσης ή συνέργειας. Κεντρική υπόθεση της θεωρίας είναι ότι οι παίκτες χαρακτηρίζονται από ευφυΐα, δηλαδή κατοχή τέλειας γνώσης του παιγνίου, αλλά και ορθολογική συμπεριφορά, δηλαδή αντικειμενική σκοπιμότητα μεγιστοποίησης της παραγόμενης ωφέλειας. Επισημαίνεται δε ότι, ότι το όφελος κάθε παίκτη δεν εξαρτάται μόνο από τις επιλογές του, αλλά και από τις επιλογές των εταίρων παικτών, οι οποίοι δύνανται να μην αντιμετωπίζονται υποχρεωτικά, ως αντίπαλοί του.
Κάπως έτσι, μετά από καιρό, ευσεβών προθέσεων, ας το δεχθούμε, αλλά αποτυχημένων διαπραγματεύσεων, επήλθε το χάος. Όχι η θεωρία, αλλά η πράξη.
Τι είναι όμως το χάος στη γλώσσα της επιστήμης;
Η θεωρία του χάους, ένας ακόμα δημοφιλής τομέας των μαθηματικών, στοχεύει στην ανάλυση της συμπεριφοράς σύνθετων συστημάτων (τα αναφερόμενα στην υποκείμενη τεχνική ορολογία και ως μη-γραμμικά δυναμικά συστήματα), όπως για παράδειγμα ένας πολύπλοκος ρομποτικός μηχανισμός ή η οικονομία ενός κράτους. Βασικό χαρακτηριστικό των συστημάτων αυτών είναι η πολύ μεγάλη ευαισθησία τους στις αρχικές συνθήκες. Ειδικότερα, μικρές μεταβολές στις αρχικές παραμέτρους ενός συστήματος, είναι δυνατόν να παράξουν πολύ διαφορετικά τελικά αποτελέσματα, καθιστώντας αδύνατη κάθε πρόβλεψη (ντετερμινιστικό χάος), ακόμα και αν στο σύστημα αυτό δεν υπεισέρχεται στοχαστική τυχαιότητα.
Πως συνδέεται η θεωρία του χάους με την παρούσα κατάσταση της χώρας; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι οι αρχικές και σχεδόν ανεκτές για την ελληνική πλευρά συνθήκες, κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, διαφοροποιήθηκαν στην πορεία τα μάλα και επί τα χείρω. Το χάος επήλθε διότι σπαταλώντας πολύτιμο χρόνο, ύστερα από έξι μήνες ατελέσφορων διαπραγματεύσεων, η ζημία για την ελληνική οικονομία σε όρους ΑΕΠ ήταν ανυπολόγιστη, κυρίως εξαιτίας της επιβολής της τραπεζικής αργίας και των κεφαλαιακών ελέγχων. Επίσης, πριν από ένα χρόνο, η πρόβλεψη για το ελληνικό δημόσιο χρέος το 2017 προσέγγιζε το 152% του ΑΕΠ. Πριν από το δημοψήφισμα, η εκτίμηση αναθεωρήθηκε στο 169,7% του ΑΕΠ, ενώ πλέον διαμορφώνεται στο 200%. Ακόμα, το ύψος του νέου δανείου ανέρχεται πια στο ιλιγγιώδες ποσό των 85 δισ. ευρώ, ενώ κατά το χρονικό διάστημα της διαπραγμάτευσης, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα απώλεσε 45 δισ. ευρώ. Και ενώ τα πλήγματα για τους πολίτες και την πραγματική οικονομία είναι πολλαπλά και αδυσώπητα, ελπίζουμε μόνον πια να είναι και τα τελευταία.
Μοιραστείτε
Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου