Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Τα μεγαλύτερα λάθη του ΝΑΤΟ...

Η εκτίμηση ότι δεν υπάρχει θέμα «ασφάλειας» στην Ευρώπη και η πρόκληση της Ρωσίας δια μέσου της επέκτασης προς ανατολάς την ώρα που η Συμμαχία έστρεφε το ενδιαφέρον της εκτός ευρωπαϊκής ηπείρου σε μια σειρά από κοστοβόρες και με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα εκστρατείες, είναι τα μεγαλύτερα στρατηγικά λάθη του ΝΑΤΟ...
Επί 20 χρόνια, η πολιτική ασφαλείας του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης βασιζόταν σε τέσσερις στρατηγικούς άξονες. Πρώτος ήταν το ότι η Ρωσία θα είναι μια «ήπια» δύναμη οπότε στο εξής δεν θα υπάρχουν διακρατικές απειλές σε ευρωπαϊκό έδαφος, Από τον πρώτο άξονα προκύπτει ο δεύτερος, ότι θα πρέπει να βρεθεί μια αποστολή εκτός περιοχής για το ΝΑΤΟ προκειμένου να παραμείνει εν ζωή αφού η αρχική του αποστολή, δηλαδή η ασφάλεια της Ευρώπης, δεν υπήρχε πια λόγος να είναι προτεραιότητα. Τρίτος άξονας η άποψη ότι η Ρωσία δεν θα ενοχληθεί από την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς με την ένταξη σε αυτό νέων χωρών –μελών από την ανατολική Ευρώπη. Και τέταρτος άξονας η πεποίθηση ότι η Συμμαχία θα φέρει σε πέρας επιτυχώς στρατιωτικές επιχειρήσεις «σταθεροποίησης» σε μακρινά μέρη όπως το Αφγανιστάν, το Ιράκ, η Λιβύη κλπ.
Φέτος, το 2014, η ηγεσία του ΝΑΤΟ αρχίζουν να καταλαβαίνουν τα στρατηγικά τους λάθη με τον πιο σκληρό τρόπο. Άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι η ασφάλεια της Ευρώπης παραμένει προτεραιότητα σε ισχύ αφού η Ρωσία προσπαθεί ν’ αλλάξει τα σύνορα δια της βίας, ότι το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να βγει εκτός περιοχής για να φέρει σε πέρας μια αποστολή, ότι η Ρωσία δεν είδε με «καλό μάτι» την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και ότι οι αποστολές σε Αφγανιστάν, Ιράκ και Λιβύη κόστισαν και σε χρήμα και σε ανθρώπινες ζωές, αλλά είχαν ανάμικτα αποτελέσματα.
Ταυτόχρονα με την αναζήτηση συνεκτικής αποτελεσματικής απάντησης στη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ιθύνοντες στο ΝΑΤΟ θα πρέπει να προχωρήσουν και σε
στρατηγικές επανεκτιμήσεις. Η κατάσταση που τώρα διαμορφώνεται λόγω της ρωσικής στάσης στην Ευρώπη, δείχνει ότι το ΝΑΤΟ καλείται να επιστρέψει «στα βασικά», δηλαδή στην άμυνα και στην ασφάλεια της Ευρώπης.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και τη διάλυσή της, αναπόφευκτα άλλαξε και το ΝΑΤΟ. Η Συμμαχία είχε φτιαχτεί για να αποτρέψει μια σοβιετική επίθεση στη δυτική Ευρώπη και πλέον η ΕΣΣΔ δεν υπήρχε πια. Έπρεπε να βρεθεί ένας νέος λόγος ύπαρξης. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 η κυρίαρχη αντίληψη ήταν ότι το ΝΑΤΟ θα πρέπει «να βγει εκτός περιοχής για να συνεχίσει να έχει λόγο ύπαρξης». Αυτή η αντίληψη προωθήθηκε από τους περισσότερους (όχι όλους) ειδικούς εμπειρογνώμονες της συμμαχίας. Και οδήγησε σε δύο βασικές αλλαγές στη πολιτική της: καταρχήν επεκτάθηκε σε χώρες – μέλη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Βουλγαρία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία, Αλβανία, Κροατία) . Τη δεκαετία του ’90, πολλοί αναλυτές, συμπεριλαμβανομένου εμού, προειδοποιούσαν ότι είναι «αντιπαραγωγική» αυτή η επέκταση γιατί αναπόφευκτα θα προκαλέσει την αντίδραση της Ρωσίας.
Η επέκταση του ΝΑΤΟ θα έδινε ένα κόμη επιχείρημα στους Ρώσους εθνικιστές και τυχοδιώκτες για την εσωτερική πολιτική αντιπαράθεσή τους. Στη χειρότερη περίπτωση, αν αυτοί έρχονταν στην εξουσία, θα ακολουθούσαν επιθετική πολιτική απέναντι στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες προτιμούσαν να πιστεύουν ότι οι προθέσεις τους ήταν καλές και ότι η ηγεσία της Ρωσίας θα δει την επέκταση του ΝΑΤΟ σαν «θείο φως». Πίστευαν επίσης ότι τα «ανοίγματά» τους προς το Ρωσία σε διπλωματικό επίπεδο, όπως η δημιουργία του Κοινού Διαρκούς Συμβουλίου ΝΑΤΟ – Ρωσίας το 1997, θα ήταν αρκετό για να κρατά ήρεμο το Κρεμλίνο.
Σε ένα πρόσφατο άρθρο στην Washington Post, ο Τζακ Μάτλοκ, πρώην Αμερικανός πρέσβης στην Μόσχα, εκτίμησε ότι οι συνέπειες των ενεργειών του ΝΑΤΟ τη δεκαετία του ’90 (επέκταση προς ανατολάς, βομβαρδισμός της Σερβίας το 1999 χωρίς απόφαση του ΟΗΕ) ήταν «καταστροφικές». Υποστήριξε ότι το 1991, η ρωσική κοινή γνώμη, μέσα από δημοσκοπήσεις, φαινόταν να έχει θετική γνώμη για τις ΗΠΑ σε ποσοστό περίπου 80% , το οποίο το 1999 είχε μετατραπεί σε αρνητικό. Το 2000 ο Βλαντιμίρ Πούτιν εκλεγόταν πρόεδρος.
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή στην πολιτική του ΝΑΤΟ, που άρχισε τη δεκαετία του ’90, ήταν η πραγματοποίηση επιχειρήσεων σε διάφορα σημεία του πλανήτη για να δικαιολογηθεί η ύπαρξή του. Το σκεπτικό ήταν ότι τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ θα έπρεπε να βοηθήσουν την Ουάσινγκτον σε μια σειρά από αποστολές.
Καθώς αποχωρούσε το 2011 από υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, ο Ρόμπερτ Γκέιτς έκανε ένα μικρό απολογισμό. Στο Αφγανιστάν παρουσιάστηκαν σοβαρές αδυναμίες και σε στρατιωτικές δυνατότητες και σε επίπεδο πολιτικής δέσμευσης και θέλησης, από πλευράς μελών κάτι που φάνηκε και στη δυσκολία που παρουσιάστηκε να συγκεντρώνονται κάθε χρόνο μέχρι σήμερα τα αναγκαία στρατεύματα για τη συνέχιση της αποστολής. Στη Λιβύη, όπως είπε, παρουσιάστηκαν ανάλογα προβλήματα που μπορούσαν να υποσκάψουν την αποτελεσματικότητα της επιχείρησης που ξεκίνησε καθώς αν και όλα τα μέλη ψήφισαν υπέρ της, λιγότερα από τα μισά συμμετείχαν γενικώς και λιγότερα από το 1/3 συμμετείχαν στην επίθεση..
Η ενασχόληση με «παγκόσμια ζητήματα» δεν έκανε το ΝΑΤΟ αποτελεσματικότερο ή πιο αξιόπιστο, αντίθετα είχε τεράστιο κόστος από όλες τις απόψεις (χρήματα, ανθρώπινες ζωές, πολιτική ενότητα, αξιοπιστία). Και αυτά συνέβησαν όταν άρχισαν να επανεμφανίζονται οι κίνδυνοι για την ασφάλεια της Ευρώπης, οι οποίοι, κατά ειρωνικό τρόπο, αναπτύχθηκαν ως ένα βαθμό εξαιτίας των επιλογών του ΝΑΤΟ.
Σήμερα, οι ηγεσίες Ευρώπης και ΗΠΑ προσπαθούν ν΄αντιδράσουν στην άμεση πρόκληση της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία αλλά πρέπει να συνδυάσουν την προσπάθεια αυτή με θεμελιώδεις στρατηγικές αλλαγές. Καταρχήν, πρέπει ν’ αναγνωρίσουν ότι υπάρχουν διακρατικές απειλές ακόμη στην Ευρώπη. Επί χρόνια πίστευαν ότι η πλέον η Ευρώπη είναι ένα «ενιαίο, ελεύθερο και ειρηνικό μέρος» και πίστευαν ότι η Ρωσία θα συμπεριφερθεί σαν μέλος του ΝΑΤΟ.
Ο Πούτιν επέλεξε άλλο δρόμο. Και τα επίπεδα επιδοκιμασίας της πολιτικής του στο εσωτερικό της χώρας του, που μπορεί να επηρεαστούν, χωρίς να είναι και βέβαιο, μόνο αν υπάρξουν πολύ σοβαρές συνέπειες λόγω των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί, δείχνουν ότι δεν θα αλλάξει σύντομα στάση. Όπως πρόσφατα ανέφερε ο πρόεδρος της Εσθονίας, Τούμας Χέντρικ Ιλβς, κατέρρευσε οριστικά η άποψη των τελευταίων χρόνων ότι έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί η επχή που στην Ευρώπη δεν άλλαζαν τα σύνορα δια της βίας, και όπως σημείωσε ο στρατιωτικός διοικητής του ΝΑΤΟ, Φίλιπ Μπρήντλοβ, τα γεγονότα στην Ουκρανία αποτελούν «σημείο καμπής και παράδειγμα για στροφή» στην πολιτική του ΝΑΤΟ.
Κατά δεύτερον, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να καταλήξουν σε νέους τρόπους αντιμετώπισης της ρωσικής ημι-καλυμμένης ρωσικής στρατιωτικής απειλής. Στην Κριμαία και στην ανατολική Ουκρανία η Ρωσία δεν έστειλε τανκς να περάσουν τα σύνορα. Με πολύ επιδέξιο τρόπο, έστησε προβοκάτσιες, οργάνωσε τους ντόπιους υποστηρικτές της, έκανε κυβερνο-επιθέσεις, προχώρησε σε μαζική προπαγάνδα και έστειλε κάποιους άνδρες ειδικών δυνάμεων χωρίς διακριτικά.
Μέχρι στιγμής, η απάντηση από ΗΠΑ και ΕΕ είναι πολύ χαμηλής έντασης και εντελώς «παραδοσιακή»: κάποιες μικρές στρατιωτικές ασκήσεις στην ανατολική Ευρώπη και ενίσχυση της εκεί στρατιωτικής παρουσίας. Το ΝΑΤΟ πρέπει να σκεφτεί γρήγορα κάτι καινούργιο, ιδιαίτερα όσον αφορά στα μέλη του που φιλοξενούν στο έδαφός τους ρωσικές μειονότητες προκειμένου ν’ αποφευχθούν ανάλογες επιχειρήσεις αποσταθεροποίησης.
Κατά τρίτον, οι ηγέτες του ΝΑΤΟ θα πρέπει να καταλήξουν σε μια μακροπρόθεσμη γενική συμφωνία ως προς το πώς θα «απαντούν» στις κινήσεις της Ρωσίας. Μέχρι και τώρα, αρκετές ευρωπαϊκές ηγεσίες αρνούνται να ανεβάσουν τους τόνους και η Ευρώπη είναι διαιρεμένη. Η παράλυση της Ευρώπης ενισχύεται από τα οικονομικά ευαίσθητα σημεία της, όπως είναι η προμήθεια ενέργειας από τη Ρωσία, αλλά και από άλλες σημαντικές οικονομικές και επιχειρηματικές σχέσεις με την Μόσχα. Το αποτέλεσμα είναι ότι υπάρχει μεγάλη γκάμα απόψεων στην Ευρώπη όσον αφορά στο πώς πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί η Ρωσία. Χώρες που είναι πιο κοντά σε αυτήν, όπως η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, φοβούνται περισσότερο και πιέζουν και σκληρότερες αντιδράσεις, κάτι που δεν συμμερίζονται άλλες χώρες. Το να γεφυρωθούν οι ενδο-ευρωπαϊκές αυτές διαφορές δεν είναι εύκολο, και θα πρέπει να προηγηθεί και μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία και η γενικότερη αποδυνάμωση της Ρωσίας ως οικονομικής δύναμης και ως ενεργειακού προμηθευτή.
Κατά τέταρτον, οι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για να υπογραφεί η Συμφωνία Διατλαντικού Εμπορίου και Επενδυτικής Συνεργασίας, που αν και αρχικώς είχε ως στόχο να αντιμετωπίσει την οικονομική άνοδο της Κίνας, τώρα θα παίξει ρόλο και απέναντι στη Ρωσία.
Τέλος, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να συνεχίσουν να προσπαθούν να δεσμεύσουν τον Πούτιν σε διάλογο και συνεργασία. Φαίνεται ότι ο Πούτιν έχει μια «επεκτατική» ατζέντα: να φέρει τους ρωσόφωνους μέσα στη Ρωσική Ομοσπονδία, να δημιουργήσει μια σφαίρα επιρροής στην ανατολική Ευρώπη, στον Καύκασο στην Κεντρική Ασία, να ξανασχεδιάσει τα διεθνή σύνορα όπου είναι δυνατό, να διατηρήσει μια αντιπαράθεση με τη Δύση, που ενισχύει εσωτερικά τη θέση του, και γιατί όχι να διαλύσει το ΝΑΤΟ. Θα ήταν λάθος να υποτιμηθούν οι φιλοδοξίες και οι δυνατότητες του Πούτιν.
Μετάφραση – επιμέλεια: Μάρκο Πόλο


Μοιραστείτε

Share/Bookmark

Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK

Δεν υπάρχουν σχόλια: