Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2008

Το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Μετανάστευση και το Άσυλο: η σημασία του για την Ελλάδα

του Γιάννη Κολοβού

Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Το πολυαναμενόμενο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Μετανάστευση και το Ασυλο επικυρώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην Σύνοδο Κορυφής που έλαβε χώρα στις 15 και 16 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες. Σε αυτό επισημαίνεται ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση ... δεν έχει τους πόρους ώστε να υποδεχθεί αξιοπρεπώς όλους τους μετανάστες που ελπίζουν να βρουν μία καλύτερη ζωή εδώ. Η κακή διαχείριση της μετανάστευσης μπορεί να αναστατώσει την κοινωνική συνοχή των χωρών προορισμού [των μεταναστών]» (σελ. 3). Γι’ αυτό και υπογραμμίζεται ότι η μεταναστευτική πολιτική θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν της «την χωρητικότητα υποδοχής της Ευρώπης από πλευράς της αγοράς εργασίας της, της κατοικίας, και των υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικών υπηρεσιών» (σελ. 3). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θεωρεί ότι η κοινή μεταναστευτική πολιτική θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της τόσο το συλλογικό συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και τις συγκεκριμένες ανάγκες κάθε Κράτους-Μέλους. Η νόμιμη μετανάστευση θα πρέπει «να λαμβάνει υπ’ όψιν της τις προτεραιότητες, τις ανάγκες και τις χωρητικότητες υποδοχής που καθορίζονται από κάθε Κράτος- Μέλος» (σελ. 4), ενώ για την παράνομη μετανάστευση γίνεται λόγος για «διασφάλιση ότι οι παράνομοι μετανάστες επιστρέφουν στις χώρες προέλευσής τους» (σελ. 4).

Πιο συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «θεωρεί ότι η νόμιμη μετανάστευση θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μίας επιθυμίας εκ μέρους τόσο του μετανάστη όσο και της χώρας υποδοχής για το κοινό τους όφελος» (σελ. 5), ενώ καθιστά σαφές ότι «εναπόκειται σε κάθε Κράτος-Μέλος να αποφασίσει για τις προϋποθέσεις εισόδου νόμιμων μεταναστών στο έδαφός του και, όπου καθίσταται απαραίτητο, να προσδιορίζει τον αριθμό τους. Αν υπάρχουν ποσοστώσεις, μπορούν να εφαρμοστούν σε συνεργασία με τις χώρες προέλευσης» (σελ. 5). Μάλιστα, υπενθυμίζεται στα Κράτη-Μέλη ότι θα πρέπει να εφαρμόζουν την Κοινοτική προτίμηση αναφορικά με την κάλυψη αναγκών της αγοράς εργασίας τους, διερευνώντας πρώτα την δυνατότητα κάλυψής τους από εργαζομένους που προέρχονται από Κράτη-Μέλη της ΕΕ (σελ. 5).

Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επισημαίνει ότι «οι παράνομοι μετανάστες που βρίσκονται σε έδαφος Κρατών-Μελών πρέπει να εγκαταλείψουν αυτό το έδαφος» (σελ. 7), ενώ υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να προτιμάται ο οικειοθελής επαναπατρισμός, αλλά και να θεσπισθούν αποτρεπτικές και σημαντικές ποινές σε όσους εκμεταλλεύονται παράνομους μετανάστες (όπως π.χ. οι εργοδότες). Τονίζει μάλιστα ότι οι εκ των υστέρων νομιμοποιήσεις δεν θα πρέπει να είναι γενικευμένες, αλλά θα πρέπει να γίνονται μόνον κατόπιν εξέτασης κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης (σελ. 7).

Τέλος, για το θέμα του ασύλου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αναληφθούν νέες πρωτοβουλίες ώστε να διαμορφωθεί ένα Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου, αλλά επισημαίνει ότι «η χορήγηση προστασίας και προσφυγικής ιδιότητας αποτελεί ευθύνη του κάθε Κράτους-Μέλους» (σελ. 11).

Τα παραπάνω αποσπάσματα αποτελούν και τον μεγαλύτερο κόλαφο για την μεταναστευτική πολιτική που έχει ακολουθηθεί τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από την ΝΔ κατά τα τελευταία 12 έτη.

  • Η μετανάστευση προς την χώρα μας μετά το 1990 δεν ήταν αποτέλεσμα μίας επιθυμίας του Ελληνικού Κράτους για οργανωμένη εισροή μεταναστών προς κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών της αγοράς εργασίας, αλλά ήταν αποτέλεσμα αδυναμίας φύλαξης των συνόρων και αδυναμίας εφαρμογής μίας πολιτικής συστηματικής αποτροπής και επαναπατρισμού των παρανόμων μεταναστών.
  • Οι γενικευμένες εκ των υστέρων νομιμοποιήσεις, στις οποίες και τα δύο κόμματα προέβησαν, ουσιαστικά «επιβράβευαν» τόσο τον μετανάστη που εισήλθε παρανόμως στην χώρα και τον διακινητή του, όσο και τον εργοδότη που τον χρησιμοποίησε γνωρίζοντας ότι παραβιάζει τον νόμο. Έτσι έδωσαν κίνητρο και σε άλλους μετανάστες να εισέλθουν παρανόμως στην χώρα με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή και εκείνοι θα νομιμοποιηθούν.
  • Οι αποφάσεις τους για τις εκ των υστέρων νομιμοποιήσεις δεν βασίσθηκαν σε μελέτες ούτε των προτεραιοτήτων της χώρας μας (π.χ. σε θέματα εθνικής ασφάλειας, εξωτερικής πολιτικής κλπ), ούτε των αναγκών της αγοράς εργασίας, ούτε των δυνατοτήτων χωρητικότητας υποδοχής της Ελλάδας από πλευράς κατοικίας, παροχών υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικών υπηρεσιών. Γι’ αυτό και ουδέποτε υπήρξε αναφορά σε συγκεκριμένο αριθμό μεταναστών τους οποίους η Ελλάδα είχε ανάγκη και στους οποίους θα μπορούσε να παρέχει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και κοινωνικής προστασίας.
  • Οι επαναπροωθήσεις παρανόμων μεταναστών υπολείπονται σημαντικά του αριθμού των παρανόμως εισερχομένων, ουδέποτε έγινε κάποια σοβαρή συζήτηση ή μελέτη για την προώθηση του επαναπατρισμού μεταναστών ενώ και η εκμετάλλευση των μεταναστών από τους εργοδότες συνεχίστηκε ουσιαστικά απρόσκοπτη λόγω της ελλιπέστατης στελέχωσης των υπηρεσιών επιθεώρησης εργασίας.

Πάντοτε η χώρα μας, όπως και κάθε χώρα μέλος της ΕΕ, είχε την δυνατότητα να ορίσει μόνη της το αν χρειάζεται ή όχι μετανάστες, πόσοι θα ήταν αυτοί, σε ποιους κλάδους της οικονομίας θα απασχολούνταν, για πόσο χρονικό διάστημα και από ποιές χώρες θα προέρχονταν. Το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Μετανάστευση και το ¶συλο παρέχει στην χώρα μας την ίδια δυνατότητα χάραξης μεταναστευτικής πολιτικής αλλά, επιπλέον, διαπνέεται από ένα μεγαλύτερο πνεύμα υποστήριξης, αρωγής και αλληλεγγύης από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τα Κράτη-Μέλη. Για να αποδειχθεί όμως το Σύμφωνο αυτό χρήσιμο εργαλείο θα πρέπει να υπάρξει η πολιτική βούληση της Κυβέρνησης να χαράξει μία μεταναστευτική πολιτική με βάση το συμφέρον των Ελλήνων πολιτών και με γνώμονα την εθνική ασφάλεια και την κοινωνική συνοχή και όχι μόνο για την – αμφιλεγόμενη και αμφισβητούμενη - βελτίωση κάποιων οικονομικών δεικτών (ενώ επιδεινώνονται κάποιοι άλλοι).

Υπάρχει αυτή η βούληση; Η πρόσφατη συζήτηση στην Βουλή (13/10) έδειξε ότι ο αρμόδιος υπουργός κ. Προκόπης Παυλόπουλος δεν φαίνεται να έχει αντιληφθεί την ουσία του θέματος και τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις της πολιτικής που ακολούθησε μέχρι τώρα. Μέχρι να συμβεί αυτό, ας μην περιμένουμε κάποια κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση.

* Ο Γιάννης Κολοβός είναι επικοινωνιολόγος. Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Το τέλος μίας ουτοπίας: η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών στην Δυτική Ευρώπη» μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πελασγός.


Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 23ης Νοεμβρίου της εφημερίδας Ελεύθερη Ώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: