Δημοσιευθηκε στον "Κόσμο του Επενδυτή"
Τα γεγονότα που συγκλόνισαν την Ελλάδα τις τελευταίες εβδομάδες – και προκάλεσαν ανησυχία σε όλη την Ευρώπη – συμβολίζουν τον τέλος μιας ολόκληρης εποχής.
Μιας εποχής που σημαδεύτηκε από σιωπηλές καταφάσεις, από υποκριτικές αρνήσεις, από συλλογικές ψευδαισθήσεις κι από ιστορικά παρωχημένες εμμονές.
Σιωπηλές καταφάσεις
Επί δεκαετίες, δίναμε τη σιωπηλή μας συγκατάθεση:
* Όταν το εκπαιδευτικό μας σύστημα υποκατέστησε την Παιδεία με την «κατάρτιση», την καλλιέργεια με τη «χρήσιμη γνώση», τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών από γονείς και δασκάλους με την «ψυχολογική παρακολούθησή» τους από «ειδικούς», τις αρχές και τις αξίες με τον «εγκυκλοπαιδισμό», την ελευθερία με την ελευθεριότητα, την υπευθυνότητα με τη διεκδίκηση δικαιωμάτων χωρίς όρια.
* Δώσαμε τη σιωπηλή κατάφασή μας, όταν δημιουργήθηκαν κέντρα ανεξέλεγκτης παρανομίας και άβατα ασύδοτης ανομίας στα κέντρα των πόλεών μας,
* Δώσαμε τη σιωπηλή συγκατάθεσή μας, όταν αμφισβητήθηκε από έκνομες μειοψηφίες η προστασία του δημοσίου συμφέροντος, ενώ η πλειοψηφία έμεινε βουβή να καταπιέζεται, να λοιδορείται, να φιμώνεται
* Δώσαμε τη σιωπηλή κατάφασή μας όταν μαζί με το δημόσιο συμφέρον αμφισβητήθηκε και το εθνικό συμφέρον, ο,τιδήποτε συγκροτεί την κοινωνία συμβολικά, ψυχολογικά, ιδεολογικά. Ο,τιδήποτε μας κάνει υπερήφανους γι’ αυτό που είμαστε. Ο,τιδήποτε μας επιτρέπει να νιώθουμε μέλη της ίδιας κοινότητας παρά τις διαφορές μας. Ο,τιδήποτε μας κάνει να αγαπάμε τον τόπο μας και μας υποχρεώνει να τον παραδώσουμε καλύτερο στα παιδιά μας.
* Ο,τιδήποτε ξεπερνά το ατομικό μας «βόλεμα» ποδοπατήθηκε, συκοφαντήθηκε, λασπώθηκε. Κι εμείς το επιτρέψαμε. Χωρίς να φανταστούμε ότι διέλυε τον κοινωνικό μας ιστό, ακόμα και την ίδια την ύπαρξή μας ως κοινωνίας.
* Δώσαμε τη σιωπηλή συγκατάθεσή μας όταν δημιουργήθηκε ένα ολόκληρο παρακράτος, που σπίλωνε συνειδήσεις και διέσυρε ανθρώπους, με την κατηγορία του «εθνικιστή». Ανάμεσά τους, στάλθηκαν στην «αντι-εθνικιστική» πυρά αναστήματα, όπως αυτό του Μίκη Θοδωράκη, του Οδυσσέα Ελύτη, του Γιώργου Σεφέρη, του Γιάννη Ρίτσου. Όλοι αυτοί θεωρήθηκαν «εθνικιστές», επειδή μίλησαν για πατρίδα, για εθνική ιδιοπροσωπεία, για Ρωμιοσύνη. Αφού σπίλωσαν τους μεγάλους πνευματικούς ταγούς του λαού μας, σήμερα, δεν αντιδρούν όταν ανεξέλεγκτοι «Ηρόστρατοι» σκορπάνε τον τρόμο μαζικά στον πληθυσμό καίγοντας κτίρια παντού.
Δεν είναι «οργισμένοι».
Είναι μαριονέτες ενός αόρατου δικτύου που τρομοκρατεί. Γι’ αυτό και κρύβουν τα πρόσωπά τους με κουκούλες. Γι’ αυτό και κρύβονται πίσω από παρασυρμένα 15χρονα. Γι’ αυτό και εκμεταλλεύονται τόσο βάναυσα τη μνήμη ενός άλλου αδικοχαμένου 15χρονου. Που έχασε τη ζωή του τόσο τραγικά. Αλλά που η τραγική απώλειά του δεν δικαιολογεί την τρομοκράτηση ενός ολόκληρου λαού. Ούτε την παράλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Εμείς, όλοι, δώσαμε τη σιωπηλή συγκατάθεσή μας σε όλα αυτά, επί τόσα χρόνια. Και, τώρα, ήλθε η ώρα να πληρώσουμε ή να επανορθώσουμε τα συσσωρευμένα σφάλματά μας, έστω και την τελευταία στιγμή.
Υποκριτικές αρνήσεις
Εκτός από τη σιωπηλή συγκατάθεσή μας πληρώνουμε και τις υποκριτικές αρνήσεις μας:
* Επί δεκαετίες αρνηθήκαμε να δούμε κατάματα την πραγματικότητα. Να αντιληφθούμε ότι με το αναπτυξιακό πρότυπο που έχουμε υιοθετήσει, η Ελλάδα δεν παράγει πια σχεδόν τίποτε, εισάγει όλο και περισσότερα, εξάγει όλο και λιγότερα (το έλλειμμα στο Ισοζύγιο Πληρωμών έχει ξεπεράσει το 14% του ΑΕΠ), ζει από «υπηρεσίες» και κοινοτικές επιδοτήσεις.
* Αρνηθήκαμε - ή μάλλον διστάσαμε - να εκκαθαρίσουμε τις δημόσιες υπηρεσίες μας από τα κυκλώματα που τις ελέγχουν και τις νέμονται αποκλειστικά προς ίδιο όφελος.
* Αρνηθήκαμε να εκκαθαρίσουμε την αγορά από τα καρτέλ που την ελέγχουν.
* Αρνηθήκαμε να κάνουμε τα αυτονόητα. Για να μας πουν «συντηρητικούς». Για να μη μας κακο-χαρακτηρίσουν. Και βρεθήκαμε ανοχύρωτοι την ώρα που ξέσπαγαν οι κρίσεις…
Συλλογικές ψευδαισθήσεις
Επί χρόνια είχαμε την ψευδαίσθηση, ότι ήμασταν απολύτως «θωρακισμένοι» από οικονομικές αναστατώσεις (λόγω ένταξης στο ευρώ), από πολιτικές αναστατώσεις (λόγω ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση), από κοινωνικές αναστατώσεις (λόγω λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών).
Αλλά δεν σκεφτήκαμε, ότι καμία «ένταξη» δεν διασώζει χώρες που δεν βρίσκουν οι ίδιες τη δύναμη να προσαρμοστούν στις εξελίξεις και να αλλάξουν.
Δεν διανοηθήκαμε ότι καμία δημοκρατική λειτουργία δεν διασώζει ένα καθεστώς που αποξενώνεται από τον πληθυσμό και δεν παράγει Ελπίδα ή Προοπτική.
Δεν καταλάβαμε ότι η Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση αφορά τη σύγκλιση εθνικών κρατών, όχι την κατάργησή τους. Κι αν θέλουμε να συγκλίνουμε με τα υπόλοιπα έθνη της Ευρώπης, θα έπρεπε να αποδεικνύουμε κάθε στιγμή – ιδιαίτερα τις δύσκολες στιγμές – ότι μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας, να λύσουμε τα χρόνια προβλήματά μας, να περιφρουρήσουμε το δημόσιο συμφέρον μας στο εσωτερικό, να προασπίσουμε τα εθνικά συμφέροντά μας διεθνώς.
Την κρίσιμη στιγμή αποδείχθηκε ότι όλα όσα θεωρούσαμε «δεδομένα» ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, «ζητούμενα».
Και πρέπει να τα σκεφτούμε ξανά και να τα οργανώσουμε όλα από την αρχή: την Παιδεία μας, την Οικονομία μας, τη Δημοκρατία μας.
Παρωχημένες εμμονές
Βρεθήκαμε, ακόμα, παγιδευμένοι σε εμμονές, που προ πολλού ακούγονται ως παραδοξότητες παντού αλλού. Στην Ευρώπη και όχι μόνο…
Παραδοθήκαμε στην εμμονή ότι «τα παιδιά έχουν πάντα δίκιο». Αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Δεν σταθήκαμε ικανοί να τους δείξουμε το σωστό, να τους διδάξουμε με το παράδειγμά μας την αρετή της αξιοπρέπειας, την αξία της εργατικότητας, της πειθαρχίας, της διάκρισης. Τους διδάξαμε, αντίθετα, την εύκολη λύση της φαυλότητας, του «βολέματος», των «διασυνδέσεων», της διεκδίκησης χωρίς όρια. «Διδάξαμε» την αυθάδεια ως «ελευθερία», την απαιδευσία ως «χρυσό κανόνα», την αναξιοκρατία ως σιδερένια νομοτέλεια, την αλαζονεία ως «κοινωνική καταξίωση» και την ύβρη ως κοινωνικό ήθος.
Παραδοθήκαμε σε μια ανυπόφορη παιδο-κολακεία. Κολακέψαμε τα παιδιά μας, αλλά δεν τα αγαπήσαμε. Γιατί αν τα αγαπούσαμε, σήμερα δεν θα ’βγαιναν μαζικά τα 15χρονα να πετροβολούν τη βιτρίνα της ματαιοδοξίας μας.
Παραδοθήκαμε στην εμμονή ότι η δημοκρατία λειτουργεί με μοναδικό κανόνα τις κομματικές σκοπιμότητες, ότι η ευημερία επιτυγχάνεται χωρίς μόχθο, ότι η ποιότητα ζωής ταυτίζεται με την καταναλωτική φρενίτιδα, ότι ο δημόσιος λόγος είναι ξύλινες κοινοτοπίες που δεν πείθουν και δεν εμπνέουν, ότι οι μειοψηφίες έχουν πάντα δίκιο, κι ότι η κοινωνική πλειοψηφία δεν έχει δικαιώματα, δεν έχει φωνή, δεν έχει βούληση, είναι άθυρμα στα χέρια επιτήδειων «επικοινωνιολόγων» που τη μετράνε, τη χειραγωγούν, αλλά δεν την αφουγκράζονται.
Και σήμερα διαπιστώνουμε ότι η κοινωνία χάνει τη συνοχή της, τα παιδιά μας χάνουν την ελπίδα τους και οι άνθρωποι χάνουν την προοπτική τους.
Το πλήρωμα του χρόνου
Η εποχή των σιωπηλών καταφάσεων, των υποκριτικών αρνήσεων, των ψευδαισθήσεων και των εμμονών τελείωσε. Τα καμένα κτίρια και τα σπασμένα κρύσταλλα συμβολίζουν το τέλος της. Ένα τέλος που άλλους τους αιφνιδιάζει, άλλους τους φοβίζει, τους περισσότερους τους συγκλονίζει κι όλους μας πονάει. Όμως το «τέλος εποχής» μπορεί να είναι και η αρχή της Λύτρωσης.
Αυτό που ζήσαμε τις τελευταίες μέρες δεν ήταν ακριβώς «εξέγερση». Μάλλον ήταν σπασμός…
Αυτοί που νιώθουν να αδικούνται, χωρίς φωνή και χωρίς εκπροσώπηση, δεν ήταν όσοι έσπαζαν, έκαιγαν και πετροβολούσαν. Ήταν αυτοί που είδαν το βιός τους να χάνεται, τις δουλειές τους να απειλούνται άμεσα, την ασφάλειά τους να κινδυνεύει. Αυτοί που ανησυχούν για το αύριο, για τα παιδιά τους, για τη δουλειά τους, για το πώς θα τα φέρουν βόλτα.
Αυτοί όλοι δεν εξεγέρθηκαν ακόμα.
Δυσφορούν, αγωνιούν, υπομένουν, αλλά δεν αδρανούν.
Αφυπνίζονται και αξιώνουν τομές.
Ανασκουμπώνονται και απαιτούν υπευθυνότητα.
Την απαιτεί και η κοινωνία που αφυπνίζεται, επιτέλους.
Την απαιτούν και τα παιδιά μας που πετροβολούν σήμερα το δικό τους το αύριο και το δικό μας το χθες.
Αυτή την αφύπνιση, αυτή την απαίτηση, μπορούμε να την εκφράσουμε, να την εκπροσωπήσουμε και να την φέρουμε σε πέρας.
Τώρα ήλθε η ώρα να πληρώσουμε τα σφάλματα μιας γενιάς: της δικής μας.
Ή να τα επανορθώσουμε μια και καλή.
Το χρωστάμε στην επόμενη γενιά.
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου