Τον Αύγουστο του 1974 μ.Χ. οι κυπριακές Θερμοπύλες στον Καραβά και στη Λάπηθο ήσαν από πριν προδομένες. Όταν στις 2/8/74 εστάλη εκεί το 256ΤΠ [με αποστολή να τοποθετήσει σημαίες για να καταγραφεί από το ελικόπτερο του ΟΗΕ ως ελεγχόμενη από την ΕΦ περιοχή] οι χουντικοί του ΓΕΕΦ και η «κυβέρνηση» του προεδρεύοντος Γλ. Κληρίδη είχαν στα χέρια τους, από 30/7/74, τη διαταγή επιθέσεως εναντίον Καραβά και Λαπήθου, που εξέδωσε ο στρατηγός διοικητής της 28ης Μεραρχίας του Αττίλα, ο Πολάτ πασάς. Την ανακάλυψαν στα χαρτιά αιχμαλωτισθέντος Τούρκου ταγματάρχη.
Τους έριξαν στο στόμα του λύκου
Σύντομο χρονικό για τις μάχες Καραβά - Λαπήθου 6 Αυγούστου 2008
Εκτη Αυγούστου 1974. Ημέρα Τρίτη. Και ενώ από τις 22 Ιουλίου υπήρχε συμφωνημένη περίοδος εκεχειρίας, μια από τις μεγαλύτερες μάχες της εισβολής του 1974 ξεκίνησε από νωρίς στις τέσσερις και είκοσι το πρωί. Οι Τούρκοι είχαν τον έλεγχο της περιοχής ανατολικά του Καραβά, λίγες εκατοντάδες μέτρα από το ήδη πυρπολημένο ξενοδοχείο «Ζέφυρος». Από μέρες είχαν σχεδόν κυκλώσει τις δύο κωμοπόλεις, ελέγχοντας σχεδόν όλα τα υπερκείμενα υψώματα του Πενταδάκτυλου. Τα πολεμικά πλοία των Τούρκων συμπλήρωσαν με τη σειρά τους τον ασφυκτικό κλοιό που είχε ήδη δημιουργηθεί στην περιοχή. Μέσα σ’ αυτό το ασφυκτικό πέταλο που σχημάτισαν οι δυνάμεις της 39ης Μεραρχίας του Αττίλα, βρισκόντουσαν από την Παρασκευή 2 Αυγούστου στην περιοχή Καραβά, ο δεύτερος λόχος του 256 Τάγματος Πεζικού με επικεφαλής τον Ανθυπολοχαγό Σταύρο Μπιτσάκη από τα Χανιά της Κρήτης και στην περιοχή Λαπήθου ο πρώτος λόχος με επικεφαλής τον Υπολοχαγό Λουκά ΚαράληΠενήντα τρία άτομα ο ένας λόχος και πενήντα έξι ο άλλος. Μαζί τους τέσσερα θωρακισμένα παλιά Μάρμορ Χάρικτον με τον Ανθυπίλαρχο Χόπλαρο και ένα Λαντ Ρόβερ με το μοναδικό ΠΑΟ εκατό έξι χιλιοστών. Δυτικά στη γραμμή Βασίλειας - Βαβυλά ο τρίτος λόχος με το Λοχαγό Ευτύχιο Σαλάτα και ο ισχνός λόχος βαρέων όπλων με τον Ανθυπολοχαγό Γιώργο Χατζηνικολάου από την Κατωκοπιά. Μαζί τους και μια διμοιρία της ΕΛ.ΔΥ.Κ. Επίσης στην περιοχή βρισκόντουσαν μερικοί άνδρες της εκατοστής ενενηντακοστής Μοίρας Πυροβολικού που στρατοπέδευε στον Καραβά, καθώς επίσης και οι άνδρες του 70 Τάγματος Μηχανικού που τοποθετούσαν ναρκοπέδια στην περιοχή. Στο στόμα του λύκου βρέθηκαν τελικά οι πενιχρές δυνάμεις των δύο λόχων. Γύρω στα εκατό παλικάρια με τον αρχαίο οπλισμό των μαρτινιών, των Στεν, και των Μπρεν, κράτησαν στα ανατολικά και στα νότια κράσπεδα του Καραβά και της Λαπήθου την πρώτη επίθεση της 39ης Μεραρχίας του Αττίλα εκείνο το πρωί της Τρίτης 6 Αυγούστου. Πλήρωσαν με πολλούς νεκρούς κάθε τους βήμα οι Τούρκοι εισβολείς. Οι λιγοστοί μαχητές αντιστάθηκαν με τα πενιχρά τους μέσα προκαλώντας σοβαρά πλήγματα στην επίθεση των Τούρκων. Μια ολόκληρη μονάδα Τούρκων πεζοναυτών εξολόθρευσε στις πλαγιές του Πενταδάκτυλου ο Λόχος του Ευτύχιου Σαλάτα και οι όλμοι του Ανθυπολοχαγού Χατζηνικολάου. Τα παλικάρια του Μπιτσάκη γονάτισαν τους Τούρκους πεζικάριους μέσα στις λεμονιές στην είσοδο του Καραβά. Το μοναδικό ΠΑΟ της ομάδας κατάφερε να καθηλώσει την πομπή των Τουρκικών αρμάτων καταστρέφοντας το επικεφαλής άρμα στην περιοχή του κέντρου «Churchill» στον Καραβά. Στις 11:45 οι δύο λόχοι του 256 ΤΠΖ διατάσσονται να υποχωρήσουν και να εγκατασταθούν στη γραμμή Βασίλειας – Βαβυλά. Όμως οι Τούρκοι είχαν καταφέρει να κάνουν απόβαση στην περιοχή της Αϊρκώτισσας στη Λάπηθο και, αφού είχαν ήδη κρυφτεί στις καλαμιές που υπήρχαν στην περιοχή, έστησαν φονική ενέδρα στους μαχητές του 256 ΤΠΖ που υποχωρούσαν. Σκληρός ο απολογισμός για το 256 ΤΠΖ. Σαράντα οκτώ από τους άνδρες του νεκροί ή αγνοούμενοι. Ο Ανθυπολοχαγός Μπιτσάκης νεκρός στην Αϊρκώτισσα, ο Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Κωνσταντίνος Κεντώνης από τη Μόρφου νεκρός στον Καραβά, ο Ανθυπολοχαγός Γιώργος Χατζηνικολάου από την Κατωκοπιά χάνεται με τα 13 παλικάρια του στην ενέδρα της Αϊρκώτισσας. Οι Ανθυπολοχαγοί Ανδρέας Λοϊζίδης και Θεόδωρος Χαραλάμπους χαμένοι στη Λάπηθο μαζί με τους συμπολεμιστές τους. Και κοντά σ΄ αυτά αγνοούμενοι επίσης 30 στρατιώτες του 70 Τάγματος Μηχανικού και μια ομάδα από 6 άτομα του 286 Μηχανοκίνητου Τάγματος Πεζικού που βρισκόταν στην περιοχή. Ο Σύνδεσμος επιζώντων πολεμιστών του 256 Τάγματος Πεζικού τιμώντας την μνήμη των παλικαριών του που έπεσαν στο πεδίο της μάχης ή αγνοούνται διοργάνωσε και φέτος μνημόσυνο το οποίο έγινε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην Ευρύχου την Κυριακή 3 Αυγούστου. Επιμνημόσυνο λόγο εκφώνησε ο Πρόεδρος του Συνδέσμου κ. Μιχαλάκη Πηλαβάκης ο οποίος μεταξύ άλλων τόνισε το μέγεθος της θυσίας των παλικαριών και το χρέος που κουβαλούμε στους ώμους μας για να δικαιωθεί η θυσία τους. Στην συνέχεια σε μια λιτή και συγκινητική τελετή στο στρατόπεδο του Μάρκου Δράκου στην Ευρύχου έγινε επιμνημόσυνη δέηση, προσκλητήριο πεσόντων και αγνοουμένων του Τάγματος (συνολικά 58 άτομα) και κατάθεση στεφάνων στο μνημείο που ανήγειρε ο σύνδεσμος επιζώνων πολεμιστών του 256 ΤΠΖ προς τιμή των παλικαριών του. Μεταξύ των παρευρισκομένων γονείς, αδέλφια, συγγενείς και φίλοι των τιμημένων παλικαριών. Στη συνέχεια καταγράφονται οι πεσόντες και αγνοούμενοι ήρωες μαχητές του 256 Τάγματος Πεζικού οι οποίοι υπερασπίστηκαν τη γη του Καραβά και της Λαπήθου στις 6 Αυγούστου του 1974 σε μια άνιση μάχη με τον Τούρκο εισβολέα. Η μνήμη τους θα παραμένει σταθερή πυξίδα προσφοράς και χρέους για μια λεύτερη πατρίδα. Πεσόντες και αγνοούμενοι του 256 Τάγματος Πεζικού στις μάχες Καραβά Λαπήθου 1. Αβαρατζής Μιχαήλ, του Πέτρου και της Ουρανίας από το Αργάκι 2. Αγαθοκλέους Ανδρέας, του Νικόλα και της Κατερίνας από τη Λευκωσία 3. Αλλαγιώτης Γεώργιος, του Στυλιανού και της Θεοφανώς από το Ποτάμι. 4. Γεωργίου Χαράλαμπος, του Θεολόγου και της Παναγιώτας από τη Κυρά 5. Γιάννη Ιωάννης, του Μιλτιάδη και της Φλουρέντζας από τη Λυθράγκωμη 6. Ελευθεριάδης Ανδρέας, του Χριστόφορου και της Ανδριανής από το Παλαιχώρι 7. Ευθυμίου Ευθύμιος, του Μιχαήλ και της Ευφροσύνης από τον Άγιο Αμβρόσιο Κερύνειας 8. Ευθυμίου Κώστας, του Χρίστου και της Ουρανίας από το Συριανοχώρι 9. Θεοδοσίου Δημήτριος, του Μιχαήλ και της Τούλας από τη Λευκωσία 10. Θεοδώρου Ιωάννης, του Νικολάου και της Μαρίας από τη Κατωκοπιά 11. Θεοχάρους Χρίστος, του Αρίσταρχου και της Μαγδαληνής από το Μηλικούρι 12. Κάουρας Ανδρέας, του Ιωάννη και της Μαρίτσας από την Κάτω Ζώδια 13. Κατσελλής Νικόλαος, του Δημήτρη και της Αυγής από τη Λεμεσό 14. Κέντωνης Κωνσταντίνος, του Χρίστου και της Ουρανίας από τη Μόρφου 15. Κινάνης Μιχαήλ, του Θεοχάρη και της Βαλεντίνας από τη Λευκωσία 16. Κολιανδρής Αλέξανδρος, του Κωνσταντίνου και της Αγγέλας από το Καλό Χωρίο Λεύκας 17. Κουμέττου Ρογήρος, του Γεωργίου και της Μαριάννας από το Κορμακίτη 18. Κυριάκου Ανδρέας, του Παναγή και της Παρασκευής από τη Κυρά 19. Κωνσταντίνου Αντώνιος, του Γεώργιου και της Ανδρούλας από το Συριανοχώρι 20. Κωνσταντίνου Κωνσταντίνος, του Αντώνη και της Θεοπίστης από τη Γιαλούσα 21. Λοϊζίδης Ανδρέας, του Λοϊζου και της Άννας από τη Τύμβου 22. Λοϊζου Κωνσταντίνος , του Λοϊζου και της Ελισάβετ από τη Λευκωσία 23. Μάμα Γιάγκος, του Μάμα και της Μυριάνθης από την Πεντάγεια 24. Μαυρομμάτης Γεώργιος, του Ανδρέα και της Ανδριανής από το Καλοπαναγιώτη 25. Μερακλήγιαννης Γεώργιος, του Ιωάννη και της Χρυστάλλας από τη Μόρφου 26. Μερακλής Κώστας, του Χαράλαμπου και της Χρυστάλλας από το Καλό Χωριό Μόρφου 27. Μιχαήλ Χριστάκης, του Δημοσθένη και της Ευανθίας από τη Τερσεφάνου 28. Μπιτσάκης Σταύρος, του Ευτυχίου και της Αργυρώς από τα Χανιά Κρήτης 29. Ονουφρίου Στέλιος, του Χριστοφή και της Παρθένας από το Καλό Χωριό Λεύκας 30. Παμής Κώστας, του Ανδρέα και της Βασιλούς από τη Κυρά 31. Παναγή Πολύβιος, του Πελοπίδα και της Χριστίνας από τα Βαρίσεια 32. Παρούτης Μιχαήλ, του Θεοχάρη και της Μαρίτσας από τη Πάνω Ζώδια 33. Πιτσιατάρης Γεώργιος, του Αναστάση και της Χρυσούλας από το Πραστειό Μόρφου 34. Σκίτσας Αντώνης, του Κυριάκου και της Ελένης από την Ορμίδεια 35. Σταύρου Θεοτόκης, του Σταύρου και της Αικατερίνης από τη Γαληνή 36. Συμεού Κωνσταντίνος, του Ζαχαρία και της Καλλισθένης από την Αραδίππου 37. Σχίζας Νικόλαος, του Ευθυμίου και της Μαρίτσας από το Καλό Χωρίο Μόρφου 38. Ταραπουλούζης Χρίστος, του Νίκου και της Γιαννούλας από τη Μόρφου 39. Τοφή Νικόλαος, του Κωστή και της Μαρίας από το Φρέναρος 40. Τρύφωνος Μάριος, του Χρίστου και της Έλλης από τη Τεμπριά 41. Χαραλάμπους Θεόδωρος, του Θεόκλητου και της Σοφίας από το Σύσκληπο 42. Χατζηαγγελή Νικόλαος, του Γεωργίου και της Χρυστάλας από το Συριανοχώρι 43. Χατζηνεοφύτου Κώστας, του Ηλία και της Ελένης από τη Μόρφου 44. Χατζηνικολάου Γεώργιος, του Χατζηλοϊζου και της Αναστασίας από τη Κατωκοπιά 45. Χριστοδουλίδης Ευστάθιος, του Πολυκάρπου και της Άννας από το Πραστειό Μόρφου 46. Χριστοδούλου Νίκος, του Γιώργου και της Ροδούς από τον Άγιο Δομέτιο 47. Χριστοφόρου Ξενοφών, του Χριστόφορου και της Κυριακούς από το Ξυλιάτο 48. Χριστοφόρου Χριστόφορος , του Κυριάκου και της Παναγιώτας από το Ποτάμι.
Ο ΣΚΛΗΡΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΩΤΗ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΠΙΤΣΑΚΗ ΚΑΙ Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ
Είναι ιστορικό ντοκουμέντο η μαρτυρία ενός εκ των αγωνιστών της Κύπρου κατά των Τούρκων στην εισβολή του 1974. Η μαρτυρία του τότε καταδρομέα κ. Νίκου Μαρκίδη, την οποία δημοσίευσε στην κυπριακή εφημερίδα "Η Σημερινή". Και είναι ιστορικό ντοκουμέντο, διότι αφενός περιγράφει τη μάχη Λαπήθου - Καραβά, η οποία ήταν η τελευταία πριν η Κύπρος πέσει στα χέρια των Τούρκων, αφετέρου γιατί περιγράφει πως έπεσε ηρωικά σ’ εκείνη τη μάχη ο ένδοξος και τιμημένος Ηρακλειώτης Ανθυπολοχαγός Σταύρος Μπιτσάκης. Το δημοσίευμα έστειλε και στην εφημερίδα μας ο κ. Μαρκίδης και έχουμε την τιμή σήμερα να σας το παρουσιάσουμε.(Εφημερίδα ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ, 8/8/1999
Του Νίκου Μαρκίδη)
Το ξημέρωμα της 6ης Αυγούστου, μαζί με 5-6 ακόμα στρατιώτες, ήμουν στην ταράτσα του Φοντάνα Αμορόζα, ανατολικά του Καραβά και δεξιά του κύριου δρόμου που οδηγούσε προς την Κερύνια. Βρισκόμασταν εκεί για να ελέγχουμε την περιοχή και τις κινήσεις των Τούρκων, αλλά και για να δείχνουμε στους αξιωματικούς Ελλάδας, Τουρκίας και Ηνωμένων Εθνών, οι οποίοι πετούσαν με ελικόπτερο πάνω από την περιοχή για να σχεδιάσουν σε χάρτη τις περιοχές που κατείχε η κάθε πλευρά των εμπολέμων, ότι τα χωριά Λάπηθου και Καραβάς ήσαν υπό Ελληνική και όχι τουρκική κατοχή - όπως ισχυριζόταν ο Τούρκος συνταγματάρχης Νιαζί Τσακάρ, ο οποίος μετείχε στο έργο της χάραξης των γραμμών.
Για το έργο των χαρτογραφήσεων κατά την διάσκεψη της Γενεύης - μετά την "εκεχειρία" της 22ας Ιουλίου 1974 - δίνονται ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες από έγγραφο του Ντίμη Δημητρίου, με ημερομηνία 4.8.74 και το οποίο γράφτηκε μετά από ενημέρωσή του από το συνταγματάρχη Τσολάκη. Αναφέρεται συγκεκριμένα:
"Σχετικώς με Καραβά, Λάπηθο και Σύσκληπον γίνεται μεγάλη συζήτηση. Οι Τούρκοι διατείνονται ότι κατείχαν αυτά τα χωριά την 30ήν Ιουλίου και ώρα 22.00, ενώ εμείς παρουσιάσαμεν αποδείξεις ότι αυτά τα χωριά δεν κατείχοντο υπό των Τούρκων.
Μερικές από τας αποδείξεις ήσαν συνομιλίαι ημών μετά των Ειρηνευτών, σχετικώς με τα ως άνω χωρία. Οι Τούρκοι λέγουν ότι ίσως μερικάς φοράς να υποχωρούσαν από τα θέσεις των, όμως αυτάς τας κινήσεις τας θεωρούν εκκαθαριστικάς. Εις την πραγματικότητα όμως, ως διατείνονται, κατείχαν τας ως άνω περιοχάς και δεν είναι διατεθειμένοι ποσώς να υποχωρήσουν εξ αυτών".
Στην πραγματικότητα - όπως την έζησα ο ίδιος προσωπικά - τα χωριά αυτά ήσαν στα χέρια των Τούρκων μέχρι τις 28-29 Ιουλίου, όταν ο 2ος λόχος του 258 τάγματος πεζικού με επικεφαλής τον ήρωα - ανθυπολοχαγό Σταύρο Μπιτσάκη, πέρασε από τη Λάπηθο και μπήκε στον Καραβά. Σε κάποιο σπίτι, θυμάμαι, ήσαν κρυμμένοι 4-6 άνδρες και όταν σιγουρεύτηκαν πως είμαστε Έλληνες στρατιώτες βγήκαν από τις κρυψώνες τους και - θυμάμαι πολύ καθαρά - κλαίοντας με αναφιλητά έπεσαν στα γόνατα και φιλούσαν τα πόδια μας! Το τι ακριβώς τους είχε συμβεί και το πως ένιωθαν θα πρέπει, νομίζω, να το εξιστορήσουν κάποτε οι ίδιοι.
Οι Τούρκοι, που ήσαν εκεί διατηρώντας υπό την κατοχή τους τα χωριά αυτά, έφυγαν τόσο βιαστικά που παράτησαν πυρομαχικά, κονσέρβες και άλλα προσωπικά τους αντικείμενα.
Οι ίδιοι κωλυσιεργούσαν σκόπιμα, για να μην δεσμευτούν με τη χάραξη γραμμών εκεχειρίας και έτσι τη μια μέρα ισχυρίζονταν ότι τα Ηνωμένα Έθνη είναι αναρμόδια να υποδείξουν τις θέσεις των αντιπάλων, την άλλη αρνιόντουσαν, χωρίς επιχειρήματα, να συζητήσουν γι' αυτή ή εκείνη την περιοχή και την επομένη δεν ήθελαν να πετάξουν με το ελικόπτερο για την από αέρος παρατήρηση και καταγραφή των θέσεων της κάθε παράταξης, όπως προέβλεπε η συμφωνία της Γενεύης.
Συγχρόνως, το τουρκικό στρατιωτικό επιτελείο με διαταγή του υποστράτηγου Φαζί Πολάτ (30.7.74) προς τις διοικήσεις του 61ου συντάγματος πεζικού, του τάγματος αρμάτων, της ταξιαρχίας κομάντος, του αμφίβιου συντάγματος, των μονάδων πυροβολικού και αυτοκινούμενων πυροβόλων και προς τη ναυτική διοίκηση, ετοιμαζόταν για άλλη μια φορά να αιφνιδιάσει παραβιάζοντας την "εκεχειρία" και να διώξει τις ελληνικές δυνάμεις από τις αμφισβητούμενες περιοχές.
Η μάχη
Το πρωί, λοιπόν, της 6ης Αυγούστου, από το βουνό που βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Ελιά και Καραβάς ρίφθηκαν συνθηματικές φωτοβολίδες και αμέσως άλλες φωτοβολίδες με τα ίδια χρώματα από τον Άγιο Γεώργιο και τη θάλασσα και στη συνέχεια... άνοιξαν οι πύλες της κόλασης.
Οι Τούρκοι ξετύλιγαν ένα πολύ καλά οργανωμένο σχέδιο που με 14 περίπου χιλιάδες στρατό, καταδρομείς, 60 άρματα μάχης, πυροβολικό και τη βοήθεια σκαφών του ναυτικού ξεκινούσαν από τις τρεις πλευρές επίθεση ενάντια σε 50-60 άνδρες του 256 τάγματος πεζικού που με λιανοτούφεκα και λίγες χειροβομβίδες, 2-3 Μπρεν και τη... ψυχή τους, βρέθηκαν εκεί για να... σχηματίσουν μέτωπο και να κρατήσουν ελληνικά τα χωριά Λάπηθος και Καραβάς. Και το τραγικότερο είναι που το ΡΙΚ (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου) όλες αυτές τις μέρες - μέχρι και την 5η Αυγούστου που το άκουα - έλεγε ότι "τα χωριά Λάπηθος και Καραβάς είναι υπό τουρκική κατοχή" και καλούσε τους κατοίκους της περιοχής ν' αποφύγουν να προσεγγίσουν την περιοχή και τα σπίτια τους!
Μετά το πρώτο ξάφνιασμα από την επίθεση, προσπαθήσαμε να οργανωθούμε και αρχίσαμε να ανταποδίδουμε τα πυρά. Κύρια έγνοια μας ήταν, να έρθουμε σε επαφή με το διοικητή του λόχου Σταύρο Μπιτσάκη, για να πάρουμε οδηγίες και να συντονιστούμε.
Οι Τούρκοι όμως, που ήξεραν ακριβώς τις θέσεις μας άρχισαν - ενώ έπεφταν ακόμα βλήματα από το πυροβολικό τους - να κινούνται προς τις οικίες, στις στέγες των οποίων είχαμε τα παρατηρητήρια - φυλάκιά μας. Ήταν μια καλή ευκαιρία για μας να τους προκαλέσουμε εύκολα απώλειες και αυτό κάναμε. Όμως, τα βλήματα από το πυροβολικό και τα τεθωρακισμένα έπεφταν τώρα δίπλα και πάνω στις στέγες των σπιτιών, στα οποία βρισκόμαστε.
Ο ανθυπολοχαγός Σταύρος Μπιτσάκης έτρεχε, πυροβολώντας με το αυτόματο "Τόμσον" που είχε, από φυλάκιο σε φυλάκιο, αγριεμένος, όρθιος και ακάλυπτος εντελώς φώναζε τους στρατιώτες με τα ονόματά τους, προσπαθούσε να μας εμψυχώσει και να μας φέρει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, κοντά του και κοντά στο Φοντάνα Αμορόζα, στη στέγη του οποίου έτυχε να βρίσκομαι.
Και ξαφνικά, σαν να είχα τυφλωθεί και συγχρόνως κουφάθηκα, ενώ από τη σκόνη και το καπνό πνιγόμουνα.. Εχθρικό βλήμα είχε πέσει ανάμεσά μας, πάνω στη στέγη του Φοντάνα Αμορόζα και όσοι δεν κτυπηθήκαμε κατρακυλήσαμε, κυριολεκτικά από τις σκάλες και βρεθήκαμε σ' ένα χωράφι παρα δίπλα.
Είμαστε 3-4 στρατιώτες και ξαφνικά στην άκρη του χωραφιού βλέπουμε 30-40 άλλους να μας πλησιάζουν... Προσπάθησα να τους μιλήσω και να τους πω να καλυφθούν, γιατί οι Τούρκοι πλησιάζουν από τη νοτιοανατολική πλευρά. Αυτοί όμως δεν απαντούσαν και ξαφνικά... άρχισαν να ουρλιάζουν και να μας πυροβολούν, τρέχοντας κατά πάνω μας... Ήσαν Τούρκοι!
Εκείνη τη στιγμή δε νομίζω να καταλάβαινα καλά - καλά τι έκανα. Ούρλιαζα κι εγώ, βλαστημούσα τους Τούρκους κι όλη την Τουρκία, γύριζα γύρω - γύρω και πυροβολούσα και... σε μια στιγμή βλέπω δίπλα μου το Σταύρο Μπιτσάκη, καταϊδρωμένο, μπαρουτοκαπνισμένο, να γελά, να βλαστημά και να βρίζει... Οι Τούρκοι εξαφανίστηκαν για μια στιγμή και κοντά μας βρέθηκαν καμιά δεκαριά παιδιά του λόχου. Ο Μπιτσάκης μας είπε να προσπαθήσουμε να κρατηθούμε σ' εκείνο το χωράφι και να τον περιμένομε κι αυτός θα έκανε άλλη μια προσπάθεια να μαζέψει δικούς του στρατιώτες που, ίσως, είχαν μείνει σε κάποιες στέγες σπιτιών ή κοντά σ' αυτά, περιμένοντας βοήθεια ή άλλες διαταγές.
Η δεύτερη επίθεση
Η επόμενη επίθεση των Τούρκων ήταν πιο βίαιη, πιο μαζική και από το βάθος του δρόμου (από τον Αγ. Γεώργιο) φάνηκαν τα πρώτα άρματα μάχης. Δεν μπορούσαμε να μείνουμε άλλο εκεί. Ενώ συζητούσαμε για το που ακριβώς θα μπορούσαμε να καλυφθούμε καλύτερα και να περιμένουμε τον ανθυπολοχαγό, οι Τούρκοι βρέθηκαν και πάλι ανάμεσά μας και ήσαν στιγμές, πραγματικά, που στα 5-10 μέτρα δεν μπορούσα να ξεχωρίσω αν οι σιλουέτες που έβλεπα, μέσα στους καπνούς και στη σκόνη, ήσαν σύντροφοι Έλληνες, ή μήπως επρόκειτο για Τούρκους...
Για άλλη μια φορά, λοιπόν, χάθηκα, βρέθηκα μόνος στη μέση ενός χωραφιού, και πάλι σε μια στιγμή, ακούω θόρυβο πίσω από τις λεμονιές, γυρίζω με το όπλο προτεταμένο και βρίσκομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον Μπιτσάκη. Σε κείνο το σημείο, από την κάτω πλευρά του κύριου δρόμου - προς τη θάλασσα - και στα πρώτα σπίτια του Καραβά, συναντήσαμε μια μαυροφορεμένη γυναίκα, ηλικιωμένη, φοβισμένη και ανήσυχη, η οποία φαινόταν να είναι η τελευταία κάτοικος του χωριού που είχε απομείνει. Μας ζήτησε να την πάρουμε μαζί μας και της εξήγησα πως αυτό ήταν αδύνατο. Της είπα που ακριβώς ήταν οι Τούρκοι και μιας και δεν ξέραμε αν ήταν απλά μια παραβίαση εκεχειρίας, ή αν ο πόλεμος θα κρατούσε για πολύ, της είπαμε να μπει σε μια αποθήκη - γκαράζ που ήταν εκεί κοντά, να κρυφτεί ώσπου να σταματήσουν οι πυροβολισμοί κι όταν - αν γλιτώναμε - θα δίναμε αναφορά στον Ερυθρό Σταυρό ή στα Ην. Έθνη να την αναζητήσουν. Μας έδωσε την ευχή της η γιαγιά και προχώρησε για να κρυφθεί...
Κάπου εκεί βρέθηκαν άλλοι 6-8 από τους στρατιώτες του λόχου μας, μαζί κι ο ασυρματιστής κι όλοι μαζί αποφασίσαμε να κινηθούμε συντονισμένα, όπου συναντήσουμε Τούρκους να τους κτυπήσουμε και να επιχειρήσουμε να μαζέψουμε όλο το λόχο. Πολύ γρήγορα, όμως διαπιστώσαμε ότι αυτό ήταν πιο αδύνατο. Σε ένα σημείο, στα δυτικά του χωριού Καραβάς, έδωσε διαταγή ο ανθυπολοχαγός Μπιτσάκης, να οχυρωθούμε πίσω από ένα τοίχο και με μέτωπο προς τον Καραβά - Αγ. Γεώργιο να κρατήσουμε άμυνα, για όσο αντέξουμε (μέχρι να μας σωθούν τα πυρομαχικά ή να σκοτωθούμε).
Πορεία προς τα πίσω
Δεν είχε περάσει ούτε μισή ώρα και άρχισαν να μας κτυπούν με βλήματα πυροβολικού - όλμων και αμέσως μετά πυροβολισμοί από Τούρκους που βρέθηκαν να έχουν προχωρήσει πίσω από μας προς τη Λάπηθο. Καταλάβαμε τότε, βλέποντας και τα σκάφη του τουρκικού στόλου να προχωρούν στη θάλασσα ακόμα και δυτικότερα της Λαπήθου, ότι η περιοχή είχε γεμίσει από εχθρικές δυνάμεις, ότι δεν υπήρχε πια "μέτωπο" για να κρατήσουμε κι ότι αυτό που μας απέμενε ήταν να μείνουμε κρυμμένοι κάνοντας αντάρτικο ή να οπισθοχωρήσουμε αναζητώντας την έδρα του τάγματος, για ανασυγκρότηση και νέες διαταγές. Εν τω μεταξύ, ο ασυρματιστής, νομίζω τραυματίστηκε ή κάτι άλλο συνέβη στον ασύρματο - έτσι κι αλλιώς μας ήταν άχρηστος γιατί ούτε κάλυψη είχαμε όταν τη ζητήσαμε, ούτε ενισχύσεις μας στείλανε - και αποφασίσαμε να καταστρέψουμε και να θάψουμε τον ασύρματο. Στο δρόμο προς την έδρα του τάγματος, που υπολογίζαμε να βρούμε δυτικά της Λαπήθου, κοντά στον κύριο δρόμο, εμπλακήκαμε ξανά σε μάχη και στη σύγχυση που επακολούθησε "χάσαμε" τον ανθυπολοχαγό. Οι ελάχιστοι πια στρατιώτες που ήσαν μαζί μας, 4-5, αποφάσισαν να κατευθυνθούν προς τη Λάπηθο, προχωρώντας, ανάμεσα στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο και τη θάλασσα, προς τα δυτικά. Εγώ δεν τους ακολούθησα επιμένοντας να ψάχνω για τον ανθυπολοχαγό. Πέρασα πάνω από τον κύριο δρόμο, προς την πλευρά του Πενταδάκτυλου και στράφηκα προς τον Καραβά, ξανά.
Σε κάποια στιγμή είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου και μέχρι τώρα δεν ξέρω αν ήταν πρωί ή μεσημέρι ή μετά το μεσημέρι, άκουσα θόρυβο μηχανής αυτοκινήτου και πλησιάζοντας στο δρόμο είδα ένα φορτηγό της Ε.Φ. συνοδευόμενο από ένα λαντρόβερ με ένα αντιαρματικό ΠΑΟ-105, να προχωρεί προς... το στόμα του λύκου. Οι Τούρκοι ήσαν παντού και τα τουρκικά άρματα μάχης προχωρούσαν ήδη προς τη Λάπηθο, έχοντας περάσει τον Καραβά.
Με κάποιες προφυλάξεις τους πλησίασα και αφού σιγουρευτήκαμε ο ένας για τον άλλο, μιλήσαμε κι έμαθα πως ήσαν στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ που ήρθαν εκεί για να βρουν τον Μπιτσάκη "ζωντανό ή νεκρό", όπως είπαν και να τον συνοδεύσουν προς την έδρα του τάγματος. Αφού τους εξήγησα κι εγώ τι είχε συμβεί, σκορπίσαμε και συνεχίσαμε μαζί την αναζήτηση κι από τις δύο πλευρές του δρόμου, προχωρώντας πάντα προς τον Καραβά. Και, πράγματι, μετά από αρκετή ώρα ξεπετάχτηκε μπροστά μας ο Σταύρος, γερός, από μουντζουρωμένο το πρόσωπο από τους καπνούς και το μπαρούτι, γεμάτος νεύρο κι αποφασιστικότητα, έντονα, όμως τώρα πια προβληματισμένος με τη στάση της Διοίκησης και τα όσα συνέβαιναν...
Μετά από κάποιες συνεννοήσεις μεταξύ μας, πήρε την απόφαση να μας οδηγήσει όλους μαζί στην έδρα του τάγματος. Αποφασίσαμε να αραιώσουμε να διώξουμε τα οχήματα (φορτηγό και λαντρόβερ με ΠΑΟ-105) και να προχωρήσουμε, μέσα από περιβόλια και κοντά στον αυτοκινητόδρομο προς τη Λάπηθο.
Ο θάνατος του Μπιτσάκη
Η διαδρομή αυτή, εκτός από τα βλήματα πυροβολικού, όλμων και πολεμικών όπλων που έπεφταν κοντά μας καθ' όλη την πορεία προς τη Λάπηθο, ήταν σχετικά ομαλή που... σε μια στιγμή, ενώ προχωρούσαμε με το Σταύρο Μπιτσάκη μπροστά, είδα πίσω στρατιώτες σε απόσταση περίπου 200 μέτρων και από την πάνω πλευρά του δρόμου προς τον Πενταδάκτυλο. Ήμασταν σίγουροι πως βρήκαμε επιτέλους την έδρα του τάγματος και ξαλαφρωμένοι κάπως, ανεβήκαμε κοντά στον αυτοκινητόδρομο και αρχίσαμε φωνάζουμε προς τους στρατιώτες, λέγοντας τους ποιοί είμαστε. Είχαμε πλησιάσει περίπου στα 50-60 μέτρα, όταν για μια στιγμή άρχισα να υποψιάζομαι... Άκουα τις φωνές τους αλλά δεν ξεχώριζα ή μάλλον δεν καταλάβαινα τι έλεγαν κι εξακολουθούσαν να έχουν μάλιστα προτεταμένα τα όπλα τους ξαφνικά κατάλαβα. Δεν ήσαν δικοί μας, αλλά Τούρκοι. Δεν πρόλαβα να το πως στο Σταύρο και οι Τούρκοι άρχισαν να βάλλουν με καταιγιστικά πυρά εναντίον μας. Οι πύλες της κόλασης άνοιξαν ξανά! Ακούω, ακόμα στ' αυτιά μου τα λόγια του Σταύρου: "Απάνω τους λεβέντες. Απάνω τους και τους φάγαμε".
Ο Σταύρος, εγώ κι ένας από τους στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ περνάμε τρέχοντας τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο, προχωρούμε προς το μέρος των Τούρκων, και πέφτουμε με τα μούτρα κάτω, στο πρώτο ανάχωμα που συναντούμε. Ανταποδίδουμε τα πυρά και προσπαθούμε να εκτιμήσουμε την κατάσταση. Και η κατάσταση, για άλλη μια φορά είναι τραγική για μας.
Οι υπόλοιποι στρατιώτες μένοντας κάτω από τον κύριο δρόμο, δεν είχαν που να καλυφθούν και οπισθοχώρησαν προς τα βράχια της θάλασσας. Μείναμε εμείς οι τρεις απέναντι σε 300-500 δεν ξέρω, στρατιώτες. Αργότερα διαπιστώσαμε ότι αυτοί θα πρέπει να ήσαν οι αμφίβιες δυνάμεις καταδρομών που βγήκαν από τη θάλασσα για να μας αποκόψουν το δρόμο προς την έδρα του τάγματος.
"Εδώ θα μείνουμε!.."
Ο Σταύρος Μπιτσάκης δεν ήθελε να το πιστέψει μ' αγριεμένο βλέμμα κοιτούσε ολόγυρα, φώναζε τον αρχιλοχία της ΕΛΔΥΚ ζητώντας ανταπόκριση και κάλυψη... Μάταια δεν υπήρχε σωτηρία... Και ξαφνικά, το πήρε απόφαση. "Εδώ θα μείνουμε", βροντοφώναξε. Είχα πάψει εγώ, εδώ και πολλή ώρα να σκέφτομαι τον εαυτό μου, τους δικούς μου την όλη κατάσταση. Καθόμουνα και θαύμαζα αυτό το παλικάρι. Ήξερε πως, σχεδόν όλοι τον ταύτιζαν με τη Χούντα και τους φασίστες - προδότες που συνειδητά δούλευαν κάτω από τις εντολές των Αμερικανών και Εγγλέζων. Ένιωθε πικραμένος και προδομένος κι όμως πάντα περήφανος, Έλληνας και Κρητικός ένιωθε το ΧΡΕΟΣ. Ήξερε πως οι αγώνες και η θυσία του θα πήγαιναν χαμένα αλλά ήταν φιλότιμος, ήταν γενναίος, ήταν ο απόγονος των Κρητών και Ελλήνων που για χιλιάδες τόσα χρόνια πολεμούσαν για να κρατήσουν ελεύθερα κι ελληνικά τούτα τα χώματα. Ένιωθε την Κύπρο, όπως την Κρήτη, όπως την Ελλάδα.
... Ένας ξηρός, μεταλλικός ήχος και το κεφάλι του, που μόλις ανασήκωσε για να δει τον οχτρό και να τ' αδειάσει άλλη μια γεμιστήρα σφαίρες έγειρε κι ακούμπησε στο χώμα. Το άλικο, ελληνικό του αίμα ζυμώθηκε με το ελληνικό χώμα της Λαπήθου, της Κύπρου. Το γενναίο του πνεύμα, η ψυχή του, θα περιπλανιέται ακόμα εκεί, ανάμεσα στις λεμονιές, τις πορτοκαλιές και τις ελιές του Καραβά και της Λαπήθου και θα μας περιμένει να τον αναζητήσουμε, να βρούμε και να θάψουμε το λείψανο, τα κόκαλά του, που έμειναν για πάντα εκεί.
Την 6η Αυγούστου οι Τούρκοι υπερδιπλασίασαν το προγεφύρωμά τους και από κει - με τη δική μας ανοχή - προχώρησαν μετά μια βδομάδα που πήραν τη μισή Κύπρο. Την 6η Αυγούστου 1974 χάθηκε ο πόλεμος, χάθηκε η Κύπρος!
http://staxiologimata.blogspot.com
ΧΑΡΑΥΓΗ,ΣΗΜΕΡΙΝΗ,ΝΟΗΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Όπως έσβησαν και οι 117 συντρόφοι του στο 256 Τάγμα Πεζικού, εκείνο το καλοκαίρι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου