Όταν ακούμε την φράση «εθνικά θέματα» συνήθως το μυαλό μας πάει στα Ελληνοτουρκικά, στο «Μακεδονικό», στην Κύπρο και στην Βόρειο Ήπειρο. Όμως υπάρχει και ένα άλλο, αναδυόμενο, θέμα, το οποίο μπορεί κάλλιστα να χαρακτηρισθεί ως «εθνικό» και ο κακός χειρισμός του οποίου μπορεί να έχει πολύ δυσμενέστερες και μακροχρόνιες συνέπειες για την πατρίδα και το έθνος μας. Το θέμα αυτό είναι το μεταναστευτικό και ο δυνητικός κίνδυνος από αυτό είναι πολύ μεγαλύτερος από οποιαδήποτε εθνική απειλή καθώς η απώλεια εδάφους σε πόλεμο μπορεί να ανακτηθεί με τα όπλα. Επίσης, η οικονομική καταστροφή ενός κράτους δεν συνεπάγεται την εξαφάνιση ενός έθνους.
Αντιθέτως, ο κακός χειρισμός του μεταναστευτικού προβλήματος, η μονιμοποίηση της εγκατάστασης μεγάλων μαζών πληθυσμών προερχόμενων από όμορα κράτη, αλλά και μεγάλου αριθμού μουσουλμάνων και η παροχή σε αυτούς τους πληθυσμούς πολιτικών δικαιωμάτων και ελληνικής ιθαγένειας ενέχει σημαντικούς κινδύνους για την ίδια την ύπαρξη του Ελληνικού έθνους. Μάλιστα, αν λάβουμε υπ’ όψιν μας και την εφαρμογή της πολυπολιτισμικότητας, η οποία προωθείται με το πρόσχημα της διαμονής στο ελληνικό έδαφος εκατοντάδων χιλιάδων αλλοδαπών, και η οποία θα οδηγήσει στην «αποεθνοποίηση» του Κράτους, τότε γίνεται αντιληπτός ο άμεσος και σοβαρός κίνδυνος που απειλεί ακόμα και την ίδια την εθνική μας υπόσταση.
Αξίζει στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε τις απόψεις του στρατιωτικού και γεωπολιτικού αναλυτή και διδάσκοντος στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο Κωνσταντίνου Γρίβα (δες συνέντευξή του στο τεύχος 12 του Patria). Για το θέμα του μεγάλου αριθμού Αλβανών που έχουν εγκατασταθεί στην ελληνική επικράτεια ο κ. Γρίβας θεωρεί ότι «ο Αλβανικός εθνικισμός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Πολύ μεγαλύτερος από τον τουρκικό κίνδυνο, όσο και αν αυτό φαίνεται υπερβολικό σε μερικούς. Στην περίπτωση των Αλβανών, δεν έχουμε μία συγκεκριμένη και συγκροτημένη απειλή. Ουσιαστικά έχουμε το πρόβλημα του να κινδυνεύει η χώρα, να αποκτήσει μία δεύτερη εθνότητα μέσα στο ίδιο της το έδαφος, μέρος της οποίας έχει έναν συγκεκριμένο, επιθετικό εθνικισμό. Άρα αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο να γίνουμε μία χώρα με δύο διαφορετικούς, ανταγωνιζόμενους εθνικισμούς, μέσα στο ίδιο της το έδαφος. Μιλάμε για ανταγωνιστικό εθνικισμό, μέσα στις ίδιες πόλεις, στις ίδιες γειτονιές, στις ίδιες πολυκατοικίες. Το πρόβλημα της ανάπτυξης του αλβανικού εθνικισμού στην Ελλάδα και οι πιθανότητες, οι σκέψεις που υπάρχουν για ένταξη του αλβανικού πληθυσμού μέσα στον ελληνικό πληθυσμιακό κορμό, με πλήρη δικαιώματα πολίτη, είναι μία ενέργεια σαν να παίζεις ρώσικη ρουλέτα με το ίδιο σου το μέλλον» (σελ. 23).
Αναφορικά με τους μουσουλμάνους μετανάστες ο κ. Γρίβας προβληματίζεται από «τους ανθρώπους που είναι ισλαμικής κουλτούρας και ζουν στην Ευρώπη, οι οποίοι ουσιαστικά είναι ανέστιοι άνθρωποι. Είναι άνθρωποι χωρίς την έννοια της πατρίδας. Θα είναι ένα ξένο σώμα και πολύ πιθανόν να κυοφορούν έντονο μίσος και άρνηση κατά του Δυτικού Πολιτισμού, ακριβώς γιατί θα έχουν προσεγγίσει πάρα πολύ τον Δυτικό Πολιτισμό, δίχως να έχουν ενσωματωθεί σε αυτόν και δίχως να θέλουν να το πράξουν. Υπάρχει μία πολύ αφελής αντίληψη, ότι όσο περισσότερο δυτικοποιείται ο Ισλαμισμός, τόσο πιο «φιλικός» και «αδρανής» γίνεται. Σε καμμία περίπτωση δεν μπορώ να δω κάτι τέτοιο» (σελ. 22).
Πρέπει, λοιπόν, και το μεταναστευτικό να προωθηθεί στην κεντρική πολιτική ατζέντα, όχι μόνο μέσα από τις διαδικασίες του Κοινοβουλίου, αλλά και με ενημερωτικές εκδηλώσεις (ομιλίες, διαλέξεις, ημερίδες, συνέδρια, εκδόσεις) και δράσεις (συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, συλλογή υπογραφών κ.λπ.) οι οποίες θα συνδέσουν το συγκεκριμένο πρόβλημα με την ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα με τις κοινωνικές ομάδες που κυρίως πλήττονται από αυτό.
Είναι οι συνθήκες κατάλληλες ώστε το μεταναστευτικό να προωθηθεί στο πλαίσιο ενός πολιτικού προγράμματος για τα εθνικά θέματα; Η απάντηση είναι «ναι» και εδράζεται στις εξής πραγματικότητες:
1) Τα δύο μεγάλα κόμματα βρίσκονται στο ναδίρ της αξιοπιστίας τους. Έχουν αποδειχθεί ανίκανα να διαχειριστούν τα σημαντικά προβλήματα της χώρας κατά τα τελευταία 30 χρόνια (Οικονομία, Παιδεία, Υγεία, Κρατικός Μηχανισμός κλπ) και ευθύνονται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου για τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η χώρα μας σήμερα.
2) Τα δύο μεγάλα κόμματα, προσπαθώντας να προσεταιριστούν έναν ομιχλώδη «μεσαίο» χώρο ο οποίος θα τους χαρίσει την πολυπόθητη εκλογική αυτοδυναμία και άρα την ισχύ της εξουσίας, μαστίζονται από ιδεολογική και προγραμματική ασάφεια.
3) Τα δύο κόμματα της Αριστεράς είναι ανεπαρκώς προετοιμασμένα, τόσο ιδεολογικά όσο και πολιτικά, ώστε να εμφανισθούν ως φορείς μίας αξιόπιστης λύσης του μεταναστευτικού προβλήματος. Το αδιέξοδο της Αριστεράς έγκειται στο ότι το φαινόμενο της μετανάστευσης οδηγεί σε σύγκρουση δύο βασικές της αξίες: την έννοια της διαφορετικότητας με την έννοια της κοινότητας και της αλληλεγγύης, καθώς όσο αυξάνεται η διαφορετικότητα τόσο μειώνεται η κοινωνική συνοχή. Μάλιστα, η Αριστερά φθάνει πολλές φορές στο σημείο να χαρακτηρίζει ως «εθνικιστικές» και «ξενοφοβικές» όλες εκείνες τις απόψεις που προτάσσουν την κοινωνική συνοχή και άρα προτείνουν μία πολύ περιορισμένη αποδοχή της «διαφορετικότητας».
Λόγω των προαναφερθεισών καταστάσεων αποτελεί ευκαιρία για ένα νέο και άφθαρτο κόμμα να ιδιοποιηθεί το θέμα της μετανάστευσης και να το κάνει «κτήμα» του. Αυτό βεβαίως για να γίνει απαιτεί ουσιαστική μελέτη των παραμέτρων του προβλήματος και προγραμματική σαφήνεια ώστε οι προτάσεις επίλυσής του να είναι στοιχειοθετημένες, ρεαλιστικές και αποτελεσματικές. Ας σημειωθεί ότι το μεταναστευτικό, όπως και τα άλλα εθνικά θέματα, τέμνει οριζόντια όλα τα κατεστημένα κόμματα. Επομένως, όποιο κόμμα επιτύχει να το «ιδιοποιηθεί» θα μπορεί να ελκύσει ψηφοφόρους από όλα τα άλλα. Σύμφωνα με πανελλαδική δημοσκόπηση της εταιρείας ΚΑΠΑ Research σε δείγμα 10.000 ατόμων («Βήμα Ιδεών», τεύχος 8, Δεκέμβριος 2007) το 70% των Ελλήνων πιστεύει ότι οι μετανάστες στην χώρα μας «είναι πάρα πολλοί, περισσότεροι από ό,τι θα έπρεπε να είναι». Με την άποψη αυτή συμφωνεί το 86,6% των ψηφοφόρων του ΛΑΟΣ, το 81,4% των ψηφοφόρων της ΝΔ, το 65,3% των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, το 60,6% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, αλλά και σχεδόν οι μισοί (47,4%) ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ.
Ως λύση του προβλήματος το 48,5% της Κοινής Γνώμης προτείνει «να παρθούν αστυνομικά μέτρα, ώστε αρκετοί να αναγκαστούν να φύγουν από την Ελλάδα». Υπέρ της λήψης αστυνομικών μέτρων τάσσεται το 73,5% των ψηφοφόρων του ΛΑΟΣ, το 53,6% των ψηφοφόρων της ΝΔ, το 41,6% των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, το 41,2% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και το 35,9% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
4) Η πολυπολιτισμικότητα – η οποία, με την μία ή την άλλη μορφή, προωθείται από όλα τα κατεστημένα κόμματα στην χώρα μας - αμφισβητείται ευθέως ως δόγμα επίτευξης ενσωμάτωσης μεταναστών σε όλες τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης τις οποίες επικαλούνται οι θιασώτες της στην Ελλάδα (π.χ. Βρετανία, Ολλανδία κ.λπ.).
5) Επιστημονικές μελέτες όπως του καθηγητού του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι Tatu Vanhanen (δες άρθρο του γράφοντος στο τεύχος 13 του Patria) και του καθηγητού του Πανεπιστημίου Harvard Robert Putnam καταδεικνύουν ότι η εθνοτική και θρησκευτική διαφορετικότητα οδηγεί σε απίσχνανση της κοινωνικής συνοχής και σε συγκρούσεις.
6) Η απώλεια του ελέγχου των συνόρων της χώρας μας, η οποία καταδεικνύεται από τους αλματωδώς αυξανόμενους αριθμούς συλλήψεων για παράνομη είσοδο και παραμονή στην χώρα (από 45.000 συλληφθέντες το 2004 φθάσαμε στους άνω των 146.000 το 2008), δημιουργεί μία ανησυχία στην Κοινή Γνώμη, ενώ συνδέεται και με θέματα εθνικής ασφάλειας.
7) Η εισαγόμενη εγκληματικότητα, η γκετοποίηση περιοχών της πρωτεύουσας, αλλά και η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί σε πολλά σχολεία του Κέντρου αποτελούν μία σαφή ένδειξη των αδιεξόδων της διαχείρισης του μεταναστευτικού προβλήματος της χώρας από τα δύο μεγάλα κόμματα.
8) Η άνοδος του αλβανικού εθνικισμού και αλυτρωτισμού (ιδιαιτέρως δε η «διεκδίκηση» της Τσαμουριάς) και η ταυτόχρονη συνεχιζόμενη καταπίεση των Βορειοηπειρωτών δείχνουν τις δυνητικές εστίες σύγκρουσης των Ελλήνων με την ευάριθμη Αλβανική κοινότητα που ζει - πλέον – στην Ελλάδα.
9) Η εξάπλωση του ισλαμικού φονταμενταλισμού τόσο σε χώρες από τις οποίες έρχονται παράνομοι μετανάστες ή αιτούντες άσυλο στην χώρα μας (Πακιστάν, Μπαγκλαντές, Αφγανιστάν, Σουδάν κ.λπ.), το γεγονός ότι οι κοινότητες μουσουλμάνων δεν φαίνονται να ενσωματώνονται ομαλά στις κοινωνίες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και το γεγονός ότι τάσεις προσχώρησης στον ακραίο ισλαμισμό εμφανίζουν και μουσουλμάνοι μετανάστες φαινομενικά ενσωματωμένοι στις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες ή Ευρωπαίοι προσηλυτισμένοι στο Ισλάμ, αποτελούν ένα ακόμα σημείο σοβαρού προβληματισμού.
Για όλους αυτούς τους λόγους το έδαφος είναι πρόσφορο για την εκφορά ενός πειστικού και στοιχειοθετημένου πολιτικού λόγου για το μεταναστευτικό και για την ανάληψη πολιτικών δράσεων οι οποίες θα βρουν απήχηση σε σημαντικά τμήματα της Κοινής Γνώμης.
Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι μία τέτοια πολιτική, ιδεολογική και προγραμματική δραστηριοποίηση δεν θα έχει θεαματικά συνολικά εκλογικά αποτελέσματα την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Άμεσο εκλογικό αντίκτυπο θα έχει μόνο στα αστικά κέντρα και ιδίως στις περιοχές που πλήττονται ευθέως από τις συνέπειες του προβλήματος. Αυτό θα συμβεί γιατί, παρά την ισχυρή και σαφή άποψη που εκφράζει η Κοινή Γνώμη για το θέμα, δεν το αξιολογεί – αυτήν την χρονική στιγμή – ως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της χώρας (δες π.χ. δημοσκόπηση της MARC, Έθνος της Κυριακής 18/1/2009). Επομένως, αυτήν τη χρονική στιγμή, το μεταναστευτικό δεν αποτελεί κριτήριο ψήφου για σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων. Όμως, η κακή διαχείριση του προβλήματος και τα αυξανόμενα κύματα παρανόμων μεταναστών καθιστούν σχεδόν βέβαιη την πρόβλεψη ότι μελλοντικά γεγονότα θα ανεβάσουν αυτό το θέμα ψηλά στην ατζέντα της Κοινής Γνώμης και τότε το κόμμα το οποίο θα έχει την «ιδιοκτησία» του θέματος θα είναι καλύτερα «τοποθετημένο» από τα υπόλοιπα ώστε να δρέψει τους εκλογικούς καρπούς, χωρίς να κινδυνεύει να του το «υποκλέψει» κάποιο άλλο κόμμα (όπως π.χ. στην περίπτωση της Γαλλίας, όπου ο Σαρκοζί εκμεταλλεύθηκε τις αδυναμίες του Λεπέν και του «υπέκλεψε» τόσο το μεταναστευτικό, όσο και το θέμα νόμου και τάξης).
Όμως, αν το κόμμα αυτό δεν έχει προετοιμασθεί σωστά, τόσο από πλευράς πολιτικού προγράμματος όσο και από πλευράς πολιτικού προσωπικού το οποίο θα κληθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, τότε θα κινδυνεύσει να δει τα εκλογικά αυτά οφέλη να εξανεμίζονται τόσο γρήγορα και εύκολα όσο γρήγορα και εύκολα αποκομίσθηκαν...
* Ο Γιάννης Κολοβός είναι επικοινωνιολόγος. Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Το τέλος μίας ουτοπίας: η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών στην Δυτική Ευρώπη» κυκλοφόρησε το 2008 από τις Εκδόσεις Πελασγός.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος 16 (Μάρτιος 2009) του διμηνιαίου περιοδικού
Patria
Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ
1 σχόλιο:
I'm very like this forum, but I newbie here, I hope to find friends here
Δημοσίευση σχολίου