Υπάρχει, όμως, και η περίπτωσις απροκλήτου τουρκικής επιθέσεως. Δια την περίπτωσιν αυτήν εδήλωσα, ότι η Ελλάς, με όλας της τας δυνάμεις, θα συμπαρασταθή εις την Κύπρον. Και διότι, βεβαίως, ο ελληνικός στρατός δεν δύναται να μάχεται με λάβαρον την "αδέσμευτον ανεξαρτησίαν", η οποία πρέπει να είναι το αίτημα ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών, αλλά είναι απολύτως ακατάλληλος ως σημαία του Έθνους εν πολέμω, αι δύο Βουλαί θα ανακηρύξουν αμέσως την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα, και εν ονόματι της Ενώσεως θα διεξαχθή ο Αγών.
Α. ΠΡΩΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑCHΕSΟN
"Με αντάλλαγμα την τουρκική συναινεση να ενωθεί η Κύπρος με την Ελλάδα, η Ελλάδα θα έπρεπε να κάνει ορισμένες παραχωρήσεις στήν Τουρκία, στα θέματα που θίγονται αμέσως παρακάτω:
1. Για να δοθεί στην Τουρκία ή διαβεβαίωση, ότι δεν πρόκειται να απειληθεί η ασφάλειά της από την Κύπρο ή από τήν κατεύθυνση της Κύπρου, η Ελλάδα θα έπρεπε να παραχωρήσει στο διηνεκές και υπό την κυριαρχία της Τουρκίας ένα τμήμα του νήσιου.
Α. Το τμήμα αυτό θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την Τουρκία για την εγκατάσταση μιας στρατιωτικής βάσης, με πλήρη δικαιώματα εγκατάστασης χερσαίων, αεροπορικων και ναυτικων δυνάμεων. Ο στρατιωτικός σκοπός αυτής της βάσεως θα είναι να παρεμποδισθεί η μετατροπή του νησιού σε βάση επιχειρήσεων κατά της Τουρκίας και να διατηρηθεί ανοιχτή η πρόσβαση προς τα λιμάνια της Μερσίνας και του Iskenderun.
Β. Η περιοχή πρέπει να είναι αρκετα μεγάλη, ώστε να επιτρέπεται η ανέγερση εγκαταστάσεων και η πραγματοποίηση εκπαιδευτικών ασκήσεων και επιχειρήσεων.
Γ. Φαίνεται, ότι κατάλληλη περιοχή θα μπορούσε να είναι η χερσόνησος της Καρπασίας, επειδή είναι αποκομμένη από το κυρίως σώμα του νησιού και σε ιδανική θέση για να καλύπτει τις προσβάσεις προς τα τουρκικά λιμάνια. Διάφορες οριογραμμές, για μια βάση στη Χερσόνησο, έχουν συζητηθεί κατά καιρούς. Μια απ' αυτές, η οποία φαίνεται να είναι η κατ'ελάχιστον αποδεκτή από την τουρκική κυβέρνηση, αρχίζει από τα Περιστέρια, στη βόρεια ακτή, και φθάνει σ'ένα σημείο ακριβώς νοτιοδυτικά του Bοghaz, στη νοτιοανατολική ακτή. (Οι Τούρκοι συμφώνησαν το Μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, κοντά στο ακρωτήρι της Χερσονήσου, να εξαιρεθεί από την περιοχή της βάσης).
2. Ειδικές διευθετήσεις πρέπει να γίνουν για την προστασία και την ευημερία των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι δεν θα βρίσκονται στην περιοχή της κυρίαρχης τουρκικής βάσεως. (Τούτο, ψυσικά, σημαίνει τη συντριπτική πλειοψηφία του τουρκοκυπριακού πληθυσμού).
Α. Θα πρέπει να υπάρξουν μια, δύο ή τρεις, σχετικά μικρές, περιοχές του νησιού, στις οποίες οι Τουρκοκύπριοι θα είναι πλειοψηφία ή περίπου πλειοψηφία, και οι οποίες θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν ως ξεχωριστές γεωγραφικές περιοχές, για διοικητικούς σκοπούς, εντός της γενικής διοικητικής δομής ολόκληρου του νησιού. Η τουρκική συνοικία της Λευκωσίας και η περιοχή που εκτείνεται βόρεια απ' αυτή, προς την Κυρήνεια, είναι ένα de factο παράδειγμα τέτοιας περιοχής. Οι διοικητικές αυτές υποδιαιρέσεις θα πρέπει να έχουν δική τους τοπική αυτοδιοίκηση, να διευθύνονται και να επιβλέπονται από Τουρκοκυπρίους. Οι λειτουργίες αυτών των τοπικών διοικήσεων πρέπει να καθορισθούν μετά από πολύ προσεκτική μελέτη, αλλά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν δραστηριότητες, όπως η συλλογή φόρων, η διάθεση των τοπικών εσόδων για κοινοτικούς σκοπούς (σχολεία, τζαμιά, τοπικά δίκτυα ύδρευσης, κοινοτικοί δρόμοι κ.λπ.), η διεύθυνση της τοπικής αστυνομίας και η γενική διοίκηση της δικαιοσύνης, στο βαθμό που αφορά τους Τουρκοκυπρίους, και πιθανώς άλλες αρμοδιότητες δημοτικών και επαρχιακών κυβερνήσεων. Οι τοπικές αυτές διοικήσεις δεν θα συνιστούν, όμως, κράτος εν κράτει. Υποχρεωτικά θα είναι υπεύθυνες, τελικά, απέναντι σε μια ανώτερη αρχή, η οποία θα μπορούσε να είναι η κεντρική κυβέρνηση της Κύπρου ή η ελληνική κυβέρνηση ή ο ύπατος Έλληνας εκπρόσωπος στην Κύπρο.
Β. Σ'όλο το υπόλοιπο νησί, όπου οι Τουρκοκύπριοι θα συνέχιζαν, κατ' ανάγκη, να είναι μια συγκριτικά μικρή μειοψηφία του πληθυσμού, θα μπορούσε να γίνει μια διαφορετική διευθέτηση. Θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια κεντρική τουρκοκυπριακή διοίκηση με έδρα τη Λευκωσία, η οποία θα είχε τον έλεγχο, ως προς τους Τουρκοκυπρίους μόνο, πολλών από τις δραστηριότητες και λειτουργίες που θα αναλάμβαναν οι τοπικές αρχές των χωριστών μικρών γεωγραφικών περιοχών, που περιγράφηκαν προηγουμένως. Τούτο θα μπορούσε να γίνει με την οριοθέτηση των τουρκικών συνοικιών στις μεγαλύτερες πόλεις, και τον εντοπισμό των διασκορπισμένων χωριών που είναι αμιγώς τουρκικά ή όπου έχουν καθαρά την πλειοψηφία οι Τουρκοκύπριοι. Τα μέρη αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία της κεντρικής τουρκοκυπριακής διοίκησης στη Λευκωσία, η οποία θα μπορούσε να επιβλέπει την εκλογή ή το διορισμό τοπικών ηγετών, την επιλογή και διοίκηση της τοπικής αστυνομίας και άλλες κανονικές δημοτικές λειτουργίες, και θα μπορούσε να παρέχει ένα σύστημα πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, που θα δικάζουν υποθέσεις ατομικών δικαιωμάτων, αγωγές μεταξύ Τούρκων, ποινικές δίκες Τούρκων μόνο και παρόμοιες περιπτώσεις αποκλειστικά τουρκικού ενδιαφέροντος. Όπως τα αντίστοιχά του στις ξεχωριστές γεωγραφικές περιοχές, το διοικητικό αυτό όργανο θα είναι, με την σειρά του, υπεύθυνο απέναντι στην κεντρική εξουσία του νησιού. Προφανώς, πολλά άλλα θέματα θα πρέπει να διευθετηθούν από τους άμεσα ενδιαφερόμενους.
Γ. Κατ'ανάγκην, οι Τουρκοκύπριοι θα πρέπει να είναι πολίτες της όποιας κεντρικής αρχής θα έχει τον έλεγχο της Κύπρου. Υποκείμενοι στα προνόμια και τις υποχρεώσεις τους ως πολίτες, θα πρέπει
να έχουν τα πολιτικά και ατομικά δικαιώματα και προνόμια που αναφέρονται στις δύο προηγούμενες παραγράφους. Εννοείται, ότι θα υπάρχουν εγγυήσεις για όλα τα προβλεπόμενα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα μειοψηφίας, εκ των οποίων αυτά που προβάλλονται στη συνθήκη της Λωζάνης είναι ένα καλό δείγμα.
Δ. Ο κ. Achesοn πρότεινε, ως πρόσθετη ειδική εξασφάλιση, να ορισθεί από τη διεθνή κοινότητα, ενδεχομένως από τον Ο.Η.Ε. ή το Διεθνές Δικαστήριο, ένας εντεταλμένος αντιπρόσωπος ή επιτροπή, που θα μπορούν να παραμένουν στο νησί και να είναι επιφορτισμένοι με την επίβλεψη και παρακολούθηση της ειδικής καταστάσεως που θα εδημιουργείτο στο νησί, καθώς και με την επιτήρηση της επιβολής του ειδικού status και των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων. Ανάλογα προηγούμενα, για τούτο, υπάρχουν στις περιπτώσεις του Danzig και του Saar, κατά την περίοδο μεταξύ πρώτου και δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Η Αμερικανική Κυβέρνηση πιστεύει, ότι αυτό το πείραμα λειτούργησε καλά μέχρι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία στη Γερμανία, οπότε ανατράπηκαν οι δημιουργηθείσες συνθήκες. Ο εντεταλμένος αντιπρόσωπος ή η επιτροπή θα μπορεί να έχει εξουσιοδότηση για την ακρόαση παραπόνων, τη σχετική έρευνα, και το δικαίωμα υποδείξεων προς τις αρμόδιες αρχές για την επανόρθωση των αδικιών. Είναι λογικό, επίσης, ότι θα μπορεί να επιβάλλει επανορθώσεις ή και αποζημιώσεις, γεγονός που μπορεί να υπόκειται σε έφεση από το αντίδικο μέρος. Στην περίπτωση που οι συστάσεις ή οι αποφάσεις αυτές δε θα γίνονται δεκτές από το ένα ή το άλλο μέρος, θα ήταν δυνατόν να προβλέπεται δικαίωμα έφεσης είτε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή σε κάποιο άλλο δικαστήριο, που θα μπορούσε να δημιουργηθεί, υπό τη δικαιοδοσία του Ο.Η.Ε., ειδικά γι'αυτό το σκοπό. Μια εναλλακτική λύση, την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη ίσως να ήθελαν να λάβουν υπ'όψη, είναι να ορισθεί ο εντεταλμένος και το δικαστήριο από το ΝΑΤΟ και η εκτέλεση των αποφάσεών τους να αναληφθεί από τα μέλη του ΝΑΤΟ".
21.07.1964
Β. ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΧΕΔΙΟ ACHESON (Βασικά στοιχεία)
"1. Η περιοχή της τουρκικής βάσεως απλώς θα εκμισθωνόταν στην Τουρκία για μια καθορισμένη περίοδο - τα 50 χρόνια υπεδεικνύοντο ως λογικός χρόνος -, αντί να τεθεί υπό την τουρκική κυριαρχία.
2. Τα όρια της περιοχής της βάσεως, στη χερσόνησο της Καρπασίας, θα μπορούσαν να είναι μια γραμμή από τα βόρεια προς τα νότια, στα δυτικά ακριβώς του χωριού Κοmi Kebir (περιορίζοντας, έτσι, αισθητά την έκτασή της). Εναλλακτικά, ο κ. Achesοn πρότεινε η γραμμή αυτή να καθορισθεί με βάση στρατιωτικές ανάγκες, μετά από μελέτη του ανώτατου διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων στην Ευρώπη.
3. Οι ιδιαίτερες προβλέψεις και εγγυήσεις υπέρ των Τουρκοκυπρίων θα μπορούσαν να διαφοροποιηθούν απ' αυτές που πρότεινε στο πρώτο του σχέδιο, με κατάργηση των ειδικών περιοχών με τουρκοκυπριακή πλειοψηφία, οι οποίες, σύμφωνα με το πρώτο σχέδιο, θα μπορούσαν να είναι μερικώς αυτόνομες διοικητικές περιφέρειες. Αντ'αυτού προτεινόταν, οι δύο τουλάχιστον από τις επαρχίες, στις οποίες θα διαιρείτο η Κύπρος από την ελληνική διοίκηση, να ελέγχονται από Τουρκοκυπρίους επάρχους. Οι εν λόγω επαρχίες θα μπορούσαν να είναι πάντα αυτές, στις οποίες θα κατοικούσαν σημαντικά τμήματα του τουρκοκυπριακού πληθυσμού. Σ' αυτές τις επαρχίες, που θα κατοικούσε το μεγάλο μέρος του τουρκοκυπριακού πληθυσμού, το διοικητικό προσωπικό, η αστυνομία κ.λ.π. θα συμπεριλάμβαναν πάντοτε ένα σημαντικό τμήμα Τουρκοκυπρίων αξιωματούχων και υπαλλήλων.
4. Αντί της κεντρικής τουρκοκυπριακής διοίκησης στη Λευκωσία, που προτεινόταν στο πρώτο σχέδιο Acheson, θα υπήρχε ένας ανώτερος αξιωματούχος στην κεντρική κυπριακή κυβέρνηση, ο οποίος θα αναφερόταν στον Έλληνα ανώτατο αξιωματoύχo και θα διέθετε το απαραίτητο προσωπικό, για να εποπτεύει τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και την ευημερία των Τουρκοκυπρίων. Ο αξιωματούχος αυτός θα συμβούλευε και θα συμπαραστεκόταν στους Τουρκοκυπρίους, θα δεχόταν και θα διερευνούσε παράπονα για περιπτώσεις μεροληπτικής μεταχείρισης ή μη τήρησης των εγγυημένων δικαιωμάτων τους, και θα κατέφευγε στα αρμόδια δικαστήρια ή, αν χρειαζόταν, στην κεντρική ελληνική κυβέρνηση.
5. Οι ειδικές εγγυήσεις και τα δικαιώματα της μειοψηφίας, που προέβλεπε το πρώτο σχέδιο, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης και όσες αναφέρονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, θα διετηρούντο.
6. Επίσης, ο προτεινόμενος Διεθνής Επιτετραμμένος, που θα διόριζαν τα Ηνωμένα Έθνη, θα συμπεριλαμβανόταν στο δεύτερο σχέδιο, όπως και στο πρώτο".
24.07 .1964
Γ. ΤΑ 15 ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ "ΤΕΛΙΚΟΥ" ΣΧΕΔΙΟΥ ACHESON
"1. Άμεσος Ένωσις της Κύπρου με την Ελλάδα, με αναγνώρισιν πλήρους κυριαρχίας του Ελληνικού Στέμματος, της Ελληνικής Κυβερνήσεως, της Ελληνικής Νομοθεσίας, ως και του Ελληνικού Δημοσίου, εις την Νήσον.
2. Υπουργός Γενικός Διοικητής, μέλος της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ορίζεται παρ' αυτής επικεφαλής της διοικήσεως εις την Κύπρον, ως φορεύς των κυβερνητικών αποφάσεων και ως έχων την πολιτικήν ευθύνην της
εφαρμογής των.
3. Εκμισθούται δια μίαν πεντηκονταετίαν βάσις εις Καρπασίαν προς την Τουρκίαν, της οποίας η έκτασις δεν υπερβαίνει το 4,5% (τεσσεράμισυ τοις εκατόν) της συνολικής εδαφικής εκτάσεως της Κύπρου.
4. Αναλαμβάνεται η δέσμευσις, όπως μή αυξηθούν αι έξ επαρχίαι της Κύπρου πέραν των οκτώ. Εις τας δύο εκ των επαρχιών τούτων η Ελληνική Κυβέρνησις θα ορίζη Τούρκους επάρχους, κατά την κρίσιν της, άνευ περιορισμού.
5. Δημιουργείται θέσις Συμβούλου επί των Μουσουλμανικών υποθέσεων, όστις θα πλαισιώση υπηρεσιακώς τον Έλληνα Υπουργόν Γενικόν Διοικητήν .
6. Δια τους Τούρκους της Νήσου καθορίζεται μειονοτικόν καθεστώς, όμοιον με το ισχύον εις την Ελληνικήν Θράκην δια την Τουρκικήν μειονότητα.
7. Αντιπρόσωπος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μονίμως εγκατεστημένος εις Κύ-προν, θα επβλέπη την εφαρμογήν του μειονοτικού καθεστώτος κατά τας συνημμένας συμφωνίας.
8. Αναγνωρίζεται εις την Ελλάδα και την Τουρκίαν δικαίωμα ατομικών προσφυγών, βάσει της Συμβάσεως της Ρώμης δια τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Προς τούτο, η σύμβασις θα υπογραφή υπό της Ελλάδος και υπό της Τουρκίας.
9. Εις την Καρπασίαν θα επεκτείνεται η Ελληνική κυριαρχία, παρά την εκμίσθωσιν αυτής, ως βάσεως, εις την Τουρκίαν.
10. Τα κυριώτερα χωρία της Καρπασίας θα εξαιρεθούν της περιοχής, η οποία εκμισθούται εις την Τουρκίαν. Εξαιρείται, επίσης, το μοναστήριον του Αγίου Ανδρέου, και χαράσσεται οδός δι'ελευθέραν επικοινωνίαν αυτού μετά των χωρίων.
11. Δημιουργείται κοινόν αμυντικόν όργανον Ελλάδος και Τουρκίας, προς σταθεροποίησιν και εμπέδωσιν των σχέσεων φιλίας και συμμαχίας μεταξύ των δύο κρατών. Εις το κοινόν αμυντικόν όργανον θα μετέχη και Αμερικανός αντιπρόσωπος.
12. Το κοινόν αμυντικόν όργανον Ελλάδος και Τουρκίας δεν θα περιορίζεται εις την στρατιωτικήν συνεργασίαν, αλλά θα επεκτείνεται και εις την πολιτικήν και τουριστικήν.
13. Οι εκπρόσωποι της Ελλάδος και της Τουρκίας εις το κοινόν αμυντικόν όργανον θα συνέρχωνται εις τακτά διαστήματα, και θα ενώνουν τας πρόσπαθείας των δια την ανάπτυξιν και την πρόοδον της συνεργασίας, επ' αγαθώ των δύο κρατών.
14. Η Τουρκία αναλαμβάνει την υποχρέωσιν όπως δεχθή γενικώς και ανεξαιρέτως, προς εγκατάστασιν, όλους τους απελαθέντας εκ Κωνσταντινουπόλεως και εξ άλλων Τουρκικών πόλεων, και αναγνωρίση δι'αυτούς το μειονοτικόν καθεστώς, το οποίον ισχύει δια τους Τούρκους της Ελληνικής Θράκης και τους Τούρκους της Κύπρου.
15. Η Τουρκία αναλαμβάνει όπως σεβασθή τας σχετιζομένας προς την 'Ιμβρον και Τένεδον διεθνείς υποχρεώσεις της".
28.07 .1964
Δ. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ACHESON ΠΡΟΣ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
"Αγαπητέ μου Πρωθυπουργέ,
Θα ήθελα να αρχίσω την επιστολή μου εκφράζοντας τη βαθύτατη ευγνωμοσύνη μου για τη βοήθεια που δώσατε στο έργο μας, εδώ στη Γενεύη, με το σταθερό ενδιαφέρον σας και την απόφασή σας να επιτρέψετε στον κ. Σωσσίδη να μάς βοηθήσει στις προσπάθειές μας.
Σήμερα με επληροφόρησε ο Πρόεδρος για την επείγουσα μορφή που έχει προσδώσει στο έργο μας η επικείμενη Σοβιετική ανάμιξη στο Κυπριακό πρόβλημα και μου ζήτησε, γι'αυτό, να σάς γνωστοποιήσω την κοινή μας θέση, ότι λίγος μόνο χρόνος μάς υπολείπεται για να επιτύχουμε μια διευθέτηση, και να σάς κοινοποιήσω τις απόψεις μου - που εγκολπώνεται και ο ίδιος - για τη γενική μορφή μιας λύσης, που φαίνεται σε μένα δυνατή και δίκαιη. Ξέρω, από τις συνομιλίες μας με τον κ. Σωσσίδη, ότι σάς έχει εντυπωσιάσει, όπως και εμάς εδώ, ο κίνδυνος, που έχουν τώρα επιτείνει οι Ρωσικές κινήσεις, να πέσει η Κύπρος κάτω από κομμουνιστική επιρροή, και οι απώτερες επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια περίπτωση στην πολεμική κατάσταση και το συσχετισμό δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Είμαι βέβαιος ότι συμφωνούμε για το γεγονός, ότι ο κίνδυνος αυτός δημιουργεί για την Τουρκία και την Ελλάδα κοινό συμφέρον, που ξεπερνάει κατά πολύ τις ακριβείς γραμμές που θα σύρουμε σε ένα χάρτη, προκειμένου να φθάσουμε σε μια συμφωνία. Τα πρόβληματα, που αντιμετωπίζουν οι δυο πλευρές για την επίτευξη μιας διευθέτησης του θέματος, είναι πολιτικά, και απ' αυτήν ακριβώς την άποψη τα αντιμετωπίζω.
Είμαι διατεθειμένος να ασκήσω τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση και πειθώ, ώστε να πείσω τους Τούρκους να εγκαταλείψουν κάθε διεκδίκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στο έδαφος της Κύπρου, να περιορίσουν την έκταση των αναγκών τους για μια στρατιωτική βάση στη χερσόνησο της Καρπασίας, και να συμφωνήσουν, για τα μειονοτικά τους δικαιώματα, στις γραμμές που συζητήσαμε με τον κ. Σωσσίδη, και τις οποίες θα διατυπώσω αύριο σ' ένα προσχέδιο. Θα παρακινούσα, ειδικά, τους Τούρκους, να περιορίσουν το σχέδιό τους σε μια 50ετή εκμίσθωση του τμήματος εκείνου της χερσονήσου της Καρπασίας που εκτείνεται από το βορειοανατολικό της άκρο μέχρι μια νοητή γραμμή από το βορρά στο νότο, ακριβώς στα δυτικά της κώμης Κεπήρ. Από τη μελέτη της κατάστασης που έκαμα, με τη βοήθεια στρατιωτικών συμβούλων, είμαι πεπεισμένος ότι υπάρχει μια υγιής στρατιωτική δικαιολογία για μια τέτοια μορφή στρατιωτικής βάσης που να
ανταποκρίνεται στις ανάγκες προάσπισης των προσβάσεων προς την Τουρκική ήπειρο, και την άμυνα αυτής της ίδιας της βάσης από μια αιφνιδιαστική επίθεση. Είναι πολύ πιθανό, η χάραξη της γραμμής αυτής - όπως την έχω εισηγηθεί - να σάς δημιουργήσει πολιτικό πρόβλημα, κάτω από τις παρούσες συνθήκες. Αυτό το πρόβλημα θα μπορούσε να αποφευχθεί αν αφήναμε αχάρακτη τη γραμμή, για να την καθορίσει, ύστερα από στρατιωτική μελέτη, ο Ανώτατος Συμμαχικός Διόικητής για την Ευρώπη. Εφ'όσον έχω τη διαβεβαίωση της Ελληνικής Κυβέρνησης ότι θα δεχόταν τη γραμμή, αν χαρασσόταν όπως ανέφερα, θα μπορούσε, πράγματι, η Ελληνική Κυβέρνηση να μού δώσει τη συγκατάθεσή της για μια τέτοια ρύθμιση, χωρίς να αναλάβει, επί του παρόντος, οποιαδήποτε άλλη δέσμευση απέναντι στην Τουρκική Κυβέρνηση. Αν έχω αυτή τη διαβεβαίωση, θα έκανα ό,τι είναι δυνατό, και πιστεύω ότι θα μπορούσα να επιτύχω τη συγκατάθεση της Τουρκικής Κυβέρνησης να μή επέμβει προληπτικά, ούτε να απαιτήσει μια προκαταβολική διακυβερνητική συμφωνία, πριν από την πραγματοποίηση της Ένωσης Ελλάδας-Κύπρου.
Χωρίς ανταλλάγματα αυτού του είδους, οι Τούρκοι θα πίστευαν ότι τα συμβατικά τους δικαιώματα καταστρατηγήθηκαν περιφρονητικά, και ότι θα έχουν στο μέλλον να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο μιας Ένωσης ή μιας ανεξαρτησίας χωρίς όρους, μιας Κύπρου κάτω από κομμουνιστική επιρροή.
Οι εισηγήσεις, που έκαμα, θα δημιουργήσουν βαρύτατες δυσχέρειες στους ηγέτες της Ελλάδας και της Τουρκίας, και τους λαούς που κυβερνούν. Αλλά είμαι πεπεισμένος, ότι μπροστά στην επικρεμάμενη κοινή απειλή τα δύο έθνη μπορούν να επιτύχουν την απαραίτητη εσωτερική ενότητα, προκειμένου να εξασφαλίσουν λύ-σεις που, πέρα από πρόσκαιρες αντιθέσεις, αποβλέπουν στη βασική ασφάλεια και ευημερία των μεγάλων εθνών της Ελλάδας και της Τουρκίας, και ότι, στο εξωτερικό, η μεγάλη συμμαχία των ελεύθερων κρατών θα τις υποστηρίξει εναντίον κάθε εμποδίου, που θα παρεμβαλλόταν στην πραγματοποίηση των λύσεων.
Παρακαλώ, αγαπητέ μου Πρωθυπουργέ, να επιστρέψει στη Γενεύη σύντομα ο κ. Σωσσίδης, για να μάς βοηθήσει σ' αυτή τη λύση".
20.08.1964
Ε. ΕΠΙΣΤΟΛΗ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΠΡΟΣ ΑCΗΕSΟΝ
"Αγαπητέ κ. Άτσεσον,
0 Πρέσβης κ. Λαμπουίς είχε την καλωσύνη να μού δώσει χθες την επιστολή σας της 20ής Αυγούστου, και να με πληροφορήσει, ότι οι προτάσεις σας έχουν εγκριθεί από την Κυβέρνησητων Ηνωμένων Πολιτειών.
1. Επιθυμώ να σάς εκφράσω τις πιο θερμές ευχαριστίες μου για τις θαυμάσιες προσπάθειες που καταβάλλετε για την εξεύρεση μιας λύσης του Κυπριακού προβλήματος, λύσης, που θα αποτρέψει τον πόλεμο και θα αποκαταστήσει τις σχέσεις ανάμεσα σε σύμμαχες χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Και ιδική μας ειλικρινής επιθυμία είναι να υποβοηθήσουμε τις προσπάθειές σας, για το συμφέρον της Ελλάδας, του ελεύθερου κόσμου και της ειρήνης. Συμμερίζομαι πλήρως την άποψή σας, ότι "η απειλή αυτή δημιουργεί κοινά συμφέροντα για την Ελλάδα και την Τουρκία, και ξεπερνά πολύ τις οροθετικές γραμμές που σύρουμε σ'ένα χάρτη". Γι' αυτό βεβαίωσα χθες τον Πρέσβη Λαμπουίς, ότι αποδεχόμεθα, κατ'αρχήν, τις προτασεις σας.
2. Κρίνω, εν τούτοις, απαραίτητο να επιστήσω την προσοχή σας σ' ένα βασικό γεγονός. Έχω την εντύπωση, ότι η Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών πιστεύει, ίσως, ότι εάν η Ελλάδα αποδεχόταν ένα σχέδιο λύσης του Κυπριακού, θα μπορούσε να λυθεί το πρόβλημα. Αυτό δεν είναι ορθό. Η δική μας απόφαση είναι βέβαια, ζωτικής σημασίας. Τον αποφασιστικό όμως λόγο έχει, τελικά, η ηγεσία και ο λαός της Κύπρου, η οποία είναι τώρα ανεξάρτητο κράτος. Η τουρκική Κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει ανάλογο πρόβλημα με τους Τουρκοκυπρίους, γιατί αυτοί είναι υποτελείς στην Άγκυρα. Το πρόβλημα υπάρχει μόνο για μάς. Αν εμείς δεχτούμε λύση, που η Κύπρος αποκρούει σαν άδικη, η κατάσταση θα επιδεινωθεί. Σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει να είμεθα βέβαιοι πως οι Κύπριοι θα συνεχίσουν τον αγώνα τους, και θα ζητήσουν βοήθεια από όπου μπορούν να την πάρουν. Γνωρίζουμε ήδη από πού θα ζητήσουν αυτή τη βοήθεια και από πού θα την πάρουν. Γι'αυτό το σοβαρό λόγο, οι όροι μιας συμφωνίας δεν πρέπει να είναι επαχθείς, ώστε να μπορεί να τους δεχθεί η Κύπρος και να οδηγηθούμε έτσι σε μια τελική ειρηνική λύση, και να μή καταλήξουμε σε αξεπέραστο αδιέξοδο.
3. Όπως πληροφόρησα χθες τον Πρέσβη κ. Λαμπουίς, ο Υπουργός μας της Εθνικής Άμυνας, κ. Γαρουφαλιάς, πήγε στην Κύπρο, με τη διπλή αποστολή να επιτύχει αναβολή της σύναψης συμφωνίας με τη Μόσχα και να βολιδοσκοπήσει τις απόψεις του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Ο κ. Γαρουφαλιάς, που γύρισε σήμερα από την αποστο-λή του αυτή, κατάφερε να εμποδίσει, προς το παρόν , τον Υπουργό Εξωτερικών της Κύπρου κ. Κυπριανού να αναχωρήσει αύριο, όπως σχεδίαζε αρχικά, για τη Μόσχα. Πέτυχε, επίσης, να αναβάλει την επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου στο Κάιρο, όπου θα συναντούσε τον Πρόεδρο Νάσερ. Η αναβολή, όμως, των δύο αυτών ταξιδιών είναι προσωρινή, και εξαρτάται από την εξέλιξη της κατάστασης. Ο κ. Γαρουφαλιάς εξακρίβωσε, επίσης, τις απόψεις του Προέδρου Μακαρίου. Ο Αρχιεπίσκοπος απορρίπτει απόλυτα την εκχώρηση βάσης είτε στο ΝΑΤΟ είτε στην Τουρκία. Πέραν αυτού, αντιμετωπίζει και την κατάργηση των Βρεττανικών βάσεων.
4. Εμείς, βέβαια, θα προτιμούσαμε να επιτύχουμε την Ένωση χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Αυτό θα ήταν δίκαιο, αφού η Τουρκική μειονότητα θα είχε πλήρη προστασία, κάτω από Ελληνική διοίκηση, όπως ακριβώς απολαμβάνει την προστασία αυτή, επί πολλά ήδη έτη, η Μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Με τον τρόπο αυτό θα κατοχυρωνόταν απόλυτα και η ασφάλεια της Τουρκίας, αφού η Κύπρος, σαν ένα κομμάτι της Ελλάδας, θα ανήκε πλέον στο ΝΑΤΟ. Άλλωστε, αφότου η Τουρκία πούλησε την Κύπρο στη Μεγάλη Βρεττανία, δεν διέθετε ποτέ βάση στο Νησί για την ασφάλεια της τουρκικής Επικράτειας. Αλλά ούτε και οι Συμφωνίες της Ζυρίχης έδωσαν στην Τουρκία τέτοιο δικαίωμα. Εν τούτοις, αναγνωρίζουμε ότι, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, λόγοι ψυχολογικοί και λόγοι γοήτρου δυσκολεύουν την Τουρκία να δώσει τη συγκατάθεσή της για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, χωρίς να πάρει ανταλλάγματα. Γι'αυτό είμεθα πρόθυμοι να δώσουμε στους Τουρκοκυπρίους ειδικές εγγυήσεις, που να μή μειώνουν την Ελληνική κυριαρχία και την ενότητα του κράτους. Δεχόμεθα, επίσης, να εκμισθώσουμε στην Τουρκία μια περιοχή, για μια λογική περίοδο, για την εγκατάσταση μιας Τουρκικής βάσης.
5. Η Ελλάδα δέχεται να υποστηρίξει την ιδέα της Τουρκικής βάσης, ακόμη και αν ο Αρχιεπίσκοπος διαφωνεί σ' αυτό, και ελπίζει ότι θα μπορέσει να πείσει ένα σημαντικό μέρος του λαού της Κύπρου να την αποδεχθεί, αρκεί η έκταση της βάσης να είναι περιορισμένη, να αντιστοιχεί π.χ. στην έκταση των Βρεττανικών βάσεων, που υπάρχουν σήμερα στην Κύπρο.
Η πρότασή σας, όμως, - που αντιλαμβάνομαι ότι είναι αποτέλεσμα επίπονων διαπραγματεύσεων - υπερβαίνει κατά πολύ την απαραίτητη για την εγκατάσταση μιας στρατιωτικής βάσης εκταση, και έχει το χαρακτήρα περιορισμένης διχοτόμησης.
Δυστυχώς, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε μια τέτοια πρόταση. Τις δυσκολίες επιτείνουν οι ψυχολογικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν στην Κύπρο, μετά τους πρόσφατους βομβαρδισμούς αστικού πληθυσμού από τους Τούρκους. Το κλίμα στο Νησί είναι αυτή τη στιγμή πολύ δυσμενές για την Τουρκία και το ΝΑΤΟ. Και είναι επίσης δυσμενές για την Ελλάδα, γιατί απουσίασε κατά την Τουρκική επίθεση.
6. Αντιλαμβανόμεθα, ότι έχετε εξαντλήσει όλα τα μέσα να πείσετε τους Τούρκους να περιορίσουν τις αξιώσεις τους. Ως εκ τούτου, δεν σάς απευθύνω εκκληση γι'αυτό.
Ομολογώ την απόγνωση και την απογοήτευσή μου για τη μη επίτευξη συμφωνίας. Τώρα απομένει σε μας να κάνουμε ό,τι μπορούμε, για να διαφυλάξουμε την ειρήνη στο Νησί μέχρι την ερχόμενη Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στην οποία στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες για την αποδοχή της αρχής της αδέσμευτης ανεξαρτησίας, που να περιλαμβάνει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης".
21.08.1964
ΣΤ. ΕΠΙΣΤΟΛΗ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΠΡΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟ
"Αθήναι, 29 Αυγούστου 1964
Μακαριώτατε,
Κατόπιν της νέας κρίσεως, η οποία έχει προκληθή από την επικειμένην μερικήν αντικατάστασιν των ανδρών της ΤΟΥΡΔΥΚ, θεωρώ επιβεβλημένον να ανακεφαλαιώσω και να διευκρινίσω και εγγράφως τας κοινάς αποφάσεις μας.
1. Εμείναμεν σύμφωνοι, ότι το Κυπριακόν θα αχθή προς λύσιν εις την Γενικήν Συνέλευσιν των Ηνωμένων Εθνών με το αίτημα της αδεσμεύτου ανεξαρτησίας, περιεχούσης το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως. Και έπειτα από την απόφασιν της Γενικής Συνελεύσεως θα συνεκτιμήσωμεν την κατάστασιν, προς λήψιν των περαιτέρω αποφάσεων.
2. Εμείναμεν επίσης σύμφωνοι, ότι, έως τότε, θα προστατεύσωμεν την Ειρήνην εις την νήσον. Και όχι μόνον δεν θα προβώμεν ημείς εις εχθροπραξίας ή προκλήσεις, αλλά, αντιθέτως, θα επιδοθώμεν εις επίθεσιν Ειρήνης, υποσχόμενοι αμνηστίαν εις τους Τουρκοκυπρίους, καθώς και προστασίαν όλων των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων. Και τούτο διότι: Πρώτον, αφοπλίζομεν τοιουτοτρόπως τας τουρκικάς επιθετικάς διαθέσεις. Και δεύτερον, δημιουργούμεν αρίστας συνθήκας παρουσίας μας εις την Γενικήν Συνέλευσιν του ΟΗΕ. Αλλά επίσης και δια τον βασικόν λόγον, ότι, καθ'όλας τας δυνατάς προβλέψεις, ενδεχόμενος πόλεμος, πέραν των άλλων δεινών, οδηγεί όχι εις προώθησιν, αλλά εις ματαίωσιν της Ενώσεως.
3. Υπάρχει, όμως, και η περίπτωσις απροκλήτου τουρκικής επιθέσεως. Δια την περίπτωσιν αυτήν εδήλωσα, ότι η Ελλάς, με όλας της τας δυνάμεις, θα συμπαρασταθή εις την Κύπρον. Και διότι, βεβαίως, ο ελληνικός στρατός δεν δύναται να μάχεται με λάβαρον την "αδέσμευτον ανεξαρτησίαν", η οποία πρέπει να είναι το αίτημα ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών, αλλά είναι απολύτως ακατάλληλος ως σημαία του Έθνους εν πολέμω, αι δύο Βουλαί θα ανακηρύξουν αμέσως την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα, και εν ονόματι της Ενώσεως θα διεξαχθή ο Αγών.
4. Το κρίσιμον θέμα όμως είναι, ποίος θα εκτιμήση την συγκεκριμένην ενέργειαν, εάν αποτελή επίθεσιν, πρόκλησιν ή άμυναν. Και κατά πόσον αυτό το δικαίωμα ανήκει μονομερώς και αποκλειστικώς εις την Κυπριακήν ηγεσίαν, όπως έχει συμβή μέχρι τούδε εις την πράξιν.
Αυτό είναι το μέγα θέμα. Και επιβάλλεται πλήρης
διευκρίνισις, η οποία μάλιστα πρέπει να συντελεσθή εν ψυχρώ, όπως τώρα. Διότι, εάν θα έχουν εκκινήσει αι εχθροπραξίαι, είναι πλέον αργά. Τότε πλέον η Ελλάς τίθεται ενώπιον του τραγικού διλήμματος: Ή να μή μετάσχη, και να κριθή η απουσία της ως εθνική προδοσία. Ή να μετάσχη, και να είναι η συμμετοχή της αθλία ρυμούλκησις.
Έχομεν μέχρι τούδε δύο περιστατικά: Την επίθεσιν της Μανσούρας, η οποία απεφασίσθη εν πλήρει αγνοία της Ελληνικής ηγεσίας. Και τώρα, την απειλουμένην κρίσιν της μερικής αντικαταστάσεως του ΤΟΥΡΔΥΚ, δια την οποίαν ηπειλήσατε ένοπλον αντίστασιν, άγουσαν εις πόλεμον, άνευ της εγκρίσεως ημών.
5. Τούτο, Μακαριώτατε, δεν είναι δυνατόν να συνεχισθή. Είχομεν παλαιότερον μείνει σύμφωνοι, όταν δεν είχον ακόμη ταυτισθή εις τόσον βαθμόν αι πολεμικαί τύχαι της Ελλάδος και της Κύπρου, ότι θα έπρεπεν η ηγεσία του Ελληνισμού, και κατά συνέπειαν και αι πολιτικαί πρωτοβουλίαι των τμημάτων του Έθνους, εν πάση περιπτώσει, να ανήκουν εις τας Αθήνας, αι οποίαι να συντονίζουν τον Αγώνα.
Αλλά δεν πρόκειται σήμερον περί της γενικής αυτής και θεωρητικής περιπτώσεως. Πρόκειται πλέον συγκεκριμένως, συμφώνως προς τας ληφθείσας και δημοσιευθείσας αποφάσεις μας, η ένοπλος ρήξις μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου να οδηγήση αμέσως και την Ελλάδα εις πόλεμον. Και ο πόλεμος είναι μία πολύ μεγάλη υπόθεσις, ώστε να επιτρέπεται όπως η Ελλάς συρθή εις αυτόν ως άβουλον έρμαιον άλλων πρωτοβουλιών. Θα ήμην ηγέτης ανάξιος της εμπιστοσύνης του Ελληνικού Λαού, εάν έστεργα να ρυμουλκηθώ εις πόλεμον και να οδηγήσω και την Νεότητα και το Έθνος εις την υπερτάτην θυσίαν, χωρίς καν να έχω ερωτηθή και χωρίς να έχω εγκρίνει την απόφασιν. Και ο Λαός και το Έθνος και η Ιστορία ουδέποτε θα με συνεχώρουν. Δεν έχω καμμίαν αμφιβολίαν ότι και σεις κατανοείτε πλήρως, ότι ουδέποτε θα ηδυνάμην να επιτρέψω εις τον εαυτόν μου όπως απαλλοτριώσω το δικαίωμα και την ευθύνην μου δια τας τύχας του Ελληνικού Λαού.
Ζητώ, δια τούτο, να τηρηθή του λοιπού εις το ακέραιον και εις πάσαν περίπτωσιν η συμφωνία εις την οποίαν είχομεν προέλθει, και η οποία δις μέχρι τούδε έχει παραβιασθή. Δεν θα λαμβάνεται εις την Κύπρον καμμία απόφασις άγουσα, είτε αμέσως είτε εμμέσως, εις εχθροπραξίας, χωρίς να έχη προηγηθή συνεννόησις και συμφωνία ιδική μας.
Εάν συμφωνήσωμεν, θα έχη καλώς. Εάν διαφωνήσωμεν, θα πρέπει να γίνη δεκτή η γνώ-μη των Αθηνών, διότι είναι φορεύς της ευθύνης ολοκλήρου του Ελληνισμού. Εάν όμως, εις την συγκεκριμένην περίπτωσιν, η Κυπριακή ηγεσία εμμένη εις την διαφωνίαν της, η διαφωνία τότε, τιμίως, ανδρικώς, θα ανακοινωθή εις το Έθνος. Και έκαστος, ενώπιον του Έθνους, θα αναλάβη τας ευθύνας του και θα συναγάγη τας συνεπείας.
6. Εννοώ, ότι, εκ των μακρών και σκληρών αγώνων σας, έχετε αποκτήσει την συνήθειαν να λαμβάνετε προσωπικώς τας αποφάσεις σας. Έπειτα, όμως, από την δυναμικήν παρουσίαν της Ελλάδος εις την Κύπρον, η οποία επιτρέπει να ομιλήτε από θέσεως ισχύος, και έπειτα από την διακηρυχθείσαν κοινήν μας απόφασιν, ότι εις περίπτωσιν τουρκικής επιθέσεως η Ελλάς θα αναλάβη την άμυναν με όλας της τας δυνάμεις, είναι προφανές, ότι έχομεν εισέλθει εις μίαν νέαν περίοδον. Και προς αυτήν επιβάλλεται προσαρμογή.
Ελπίζω, ότι η πλήρης και οριστική αυτή διευκρίνισις θα εύρη εκ μέρους σας ανεπιφύλακτον αναγνώρισιν. Και επί των αρχών αυτών θα συναφθή το εθνικόν μας συμβόλαιον. Θα προστεθή τοιουτοτρόπως μία νέα μεγάλη εγγύησις της ευοδώσεως του κοινού εθνικού μας αγώνος, της Ενώσεως, η οποία θα επιτρέψη εις την Κύπρον να αναλάβη την νέαν ιστορικήν της αποστολήν: Να καταστή το εκπολιτιστικόν ορμητήριον του Ελληνισμού εις την Ανατολήν.
Με φιλικώτατα αισθήματα Γεώργιος Α. Παπανδρέου"
Πηγή: infognomonpolitics
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου