Αντώνης Σαμαράς: Τι να τους κάνουμε τους υψηλούς συντελεστές φορολόγησης κερδών, όταν όσοι μπορούν αποφεύγουν την καταβολή τους, κι όσοι δεν μπορουν βάζουν «λουκέτο»;
«Πολλά από τα ζητήματα που θέτει επιτακτικά ο κοινωνικός φιλελευθερισμός -όπως η ανταγωνιστικότητα παντού, η διάχυση ευκαιριών και εισοδήματος, ο ρόλος της μεσαίας τάξης στην ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή- αφορούν πρωτίστως τη ΜΙΚΡΟ-Οικονομία: δηλαδή το δυναμισμό των επιχειρήσεων και τη διάρθρωση των αγορών...».
Συνήθως, οι πολιτικοί, όταν μιλούν για οικονομία, αναφέρονται στα δημοσιονομικά ζητήματα. Που είναι αντικείμενο της ΜΑΚΡΟ-Οικονομικής ανάλυσης, δηλαδή των μεγάλων μεγεθών του κρατικής διαχείρισης: των δημοσίων δαπανών, της φορολογίας, του ελλείμματος, του χρέους, του πληθωρισμού.
Κατά κάποιον τρόπο, τα ΜΑΚΡΟ-Οικονομικά είναι τα μόνα οικονομικά που συζητούν οι πολιτικοί. Καιρός αυτό να αλλάξει...
Καιρός να στρέψουμε την προσοχή μας και στη ΜΙΚΡΟ-Οικονομία.
Γιατί πολλά από τα ζητήματα που θέτει επιτακτικά ο κοινωνικός φιλελευθερισμός -όπως η ανταγωνιστικότητα παντού, η διάχυση ευκαιριών και εισοδήματος, ο ρόλος της μεσαίας τάξης στην ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή- αφορούν πρωτίστως τη ΜΙΚΡΟ-Οικονομία: δηλαδή το δυναμισμό των επιχειρήσεων και τη διάρθρωση των αγορών...
Να ανακουφίσουμε την επιχείρηση
Προτείνω, λοιπόν, να βάλουμε τη μεσαία επιχείρηση στο μεγεθυντικό φακό και να κάνουμε «ακτινογραφία» στον ισολογισμό της.
Να δούμε όλα τα στοιχεία του «εξωγενούς» κόστους τους: δηλαδή όλους εκείνους τους παράγοντες κόστους που δεν εξαρτώνται από τη λειτουργία τους, αλλά τους επιβάλλονται εξωγενώς (από τις Αρχές).
Αφού η πολιτεία επηρεάζει το κόστος της επιχείρησης, έτσι κι αλλιώς, να δούμε πώς μπορεί να της το μειώσει, για να τη βοηθήσει να αντέξει την κρίση:
Τέτοια στοιχεία κόστους είναι:
* Οι φόροι - άμεσοι (φορολόγηση κερδών) και έμμεσοι ΦΠΑ ειδικοί φόροι κατανάλωσης κ.λπ.).
* Οι εργοδοτικές εισφορές.
* Τα δημοτικά τέλη.
* Aλλες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στην επιχείρηση, όπως εισφορές για «πνευματικά δικαιώματα», που σήμερα εισπράττονται υπό αδιαφανείς συνθήκες με αυθαίρετο τρόπο, γονατίζοντας δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίους, χωρίς να φτάνουν πάντα στους «δικαιούχους».
* Είναι ακόμα «επιβαρύνσεις» που προκαλεί στη μεσαία επιχείρηση όχι το ίδιο το κράτος, αλλά η απουσία του. Οπως το παρεμπόριο που γονατίζει τα μαγαζιά, όταν «πλανόδιοι» πουλάνε μπροστά στις βιτρίνες τα ίδια εμπορεύματα ή παραπλήσια, σε τιμή πολύ μικρότερη από την τιμή του εμπορίου. Κι αυτό γιατί οι «πλανόδιοι» δεν πληρώνουν ΦΠΑ, ενοίκια, εισφορές κ.λπ.
Αυτό λέγεται αθέμιτος ανταγωνισμός και σκοτώνει το εμπόριο. Παντού αλλού διώκεται. Στην Ελλάδα ή τουλάχιστον σε ορισμένες περιοχές κυριαρχεί...
Οταν ξαφνικά πέφτει ο τζίρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (λόγω διεθνούς κρίσης κ.λπ.), ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας είτε αναγκάζεται να απολύσει υπαλλήλους είτε να καθυστερήσει τις πληρωμές σε προμηθευτές του είτε να καθυστερήσει τις πληρωμές του στο κράτος. Σε κάθε περίπτωση, αν πιεστεί κι άλλο, θα κλείσει. Κι αν κλείσει, το κράτος θα χάσει πολλαπλάσια έσοδα...
Εχουμε, λοιπόν, υποχρέωση να του μειώσουμε το κόστος, να μειώσουμε (όπου μπορούμε) το ΦΠΑ, να μειώσουμε το φόρο επί των κερδών, να μειώσουμε τις εργοδοτικές εισφορές (έστω προσωρινά), να μειώσουμε τα δημοτικά τέλη, να μειώσουμε τις λοιπές υποχρεώσεις, να βάλουμε μια τάξη στο λαβύρινθο των «πνευματικών δικαιωμάτων». Και το σημαντικότερο να σταματήσουμε το παρεμπόριο των πλανόδιων, που διαλύει την έννοια της αγοράς...
Oπως και να σταματήσει, πια, η παράλυση του εμπορικού κέντρου κάθε φορά που γίνεται κινητοποίηση λίγων δεκάδων ατόμων...
Χαμηλότερες επιβαρύνσεις - περισσότερα έσοδα
Υπάρχει, ωστόσο, η εύλογη απορία: Μπορούμε σε συνθήκες υψηλού ελλείμματος να μειώσουμε τους συντελεστές φορολογίας;
Μπορούμε σε συνθήκες μείωσης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων να μειώσουμε τις εργοδοτικές εισφορές;
Ναι, μπορούμε! Και τελικώς θα εισπράξουμε περισσότερα έσοδα από χαμηλότερους συντελεστές...
Διότι τι να τους κάνουμε τους υψηλούς συντελεστές φορολόγησης κερδών, όταν όσοι μπορούν αποφεύγουν την καταβολή τους και όσοι δεν μπορούν, βάζουν «λουκέτο»; Δεν είναι καλύτερα να πληρώνουν αγόγγυστα όλοι από λιγότερα, παρά να τους κυνηγάμε να δώσουν τα πολλά, να κλείνουν αρκετοί και να φοροδιαφεύγουν οι περισσότεροι;
Οι υψηλοί συντελεστές σε έκτακτες συνθήκες κρίσης (ή σε χρόνιες συνθήκες χαμηλής παραγωγικότητας) δεν φέρνουν περισσότερα δημόσια έσοδα, προκαλούν περισσότερη φοροδιαφυγή, λιγότερες επενδύσεις, περισσότερες χρεοκοπίες και «λουκέτα» επιχειρήσεων και περισσότερα «λαδώματα» στις εφορίες. Αυξάνουν την γκρίζα οικονομία και τη διαφθορά, όχι τα δημόσια έσοδα.
Αντίθετα, χαμηλότεροι συντελεστές και χαμηλότερες εισφορές τελικά προσφέρουν περισσότερα στα δημόσια ταμεία. Διότι βοηθούν τις επιχειρήσεις να αντέξουν και να είναι πιο εντάξει στις (μειωμένες) υποχρεώσεις τους. Η ανακούφιση διευκολύνει την αγορά ειδικά σε εποχές κρίσης. Αλλά και τη φορολογική συνέπεια των επιχειρηματιών.
Το ίδιο ισχύει και με τις εργοδοτικές εισφορές. Οσο λιγότερα δίνει μια επιχείρηση για κάθε εργαζόμενό της τόσο περισσότερο πέφτει το εργοδοτικό κόστος (πέραν του μισθού). Τόσο περισσότερους προσλαμβάνει σε περιόδους ανόδου και τόσο λιγότερους απολύει σε περιόδους κρίσης. Σε κάθε περίπτωση η απασχόληση αυξάνει και η ανεργία πέφτει. Δεν είναι καλύτερα να πληρώνουν αγόγγυστα πολλοί στα ταμεία, καταβάλλοντας λιγότερα ανά απασχολούμενο, παρά να τους χρεώνουμε πολλά και να τους κυνηγάμε συνεχώς για να πληρώνουν τελικώς μόνον όσοι δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς;
Αντίστοιχη περίπτωση είναι οι δανειακές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων στις τράπεζες. Σε εποχές κρίσης η Κεντρική Τράπεζα μειώνει τα βασικά επιτόκια για να επιταχύνει την κυκλοφορία χρήματος. Αυτό είναι αποτελεσματικό εργαλείο ανάκαμψης της οικονομίας, μόνον εφόσον και οι εμπορικές τράπεζες με τη σειρά τους περάσουν τη μείωση του επιτοκίου στους οφειλέτες τους.
Αν δεν το κάνουν, τότε γονατίζει η αγορά και αυξάνονται οι επισφάλειες των ίδιων των τραπεζών.
Οπως με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές θα αυξηθούν τελικά τα δημόσια έσοδα, έτσι και με χαμηλότερες μηνιαίες δόσεις δανείων θα βελτιωθούν τα μεγέθη των τραπεζών. Κυρίως η κεφαλαιακή τους επάρκεια. Γιατί όσο λιγότερο ζορίζονται οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να ξεπληρώσουν τις δόσεις τους τόσο λιγότερες επισφάλειες θα γράφονται στο παθητικό των τραπεζών. Κι όσο λιγότερες επισφάλειες έχουν οι τράπεζες τόσο θα βελτιώνεται η κεφαλαιακή τους επάρκεια.
Βάζοντας στο μικροσκόπιο τη μεσαία επιχείρηση και ελαφρύνοντας τη συνολική εξωγενή της επιβάρυνση, μπορούμε να εμφυσήσουμε πνοή ανταγωνιστικότητας σε ολόκληρη την ελληνική οικονομία. Και το σπουδαιότερο: για να το επιτύχουμε δεν χρειάζεται να ξοδέψουμε τίποτε, δεν χρειάζεται να αυξήσουμε ούτε τις δαπάνες ούτε το δημόσιο χρέος.
Στο μικροσκόπιο και οι στρεβλώσεις των αγορών
Αντίστοιχα πρέπει να κάνουμε και με τις αγορές συνολικά: να τις βάλουμε κι αυτές στο μικροσκόπιο και να δούμε πού υπάρχουν στρεβλώσεις. Δηλαδή πού υπάρχουν εμπόδια, θεσμικά ή άλλα, πού εμποδίζουν να δουλέψει ο ανταγωνισμός και να παράγει το καλύτερο για τον παραγωγό και τον καταναλωτή, πού υπάρχουν μονοπωλιακές καταστάσεις, ολιγοπωλιακές πρακτικές, εκμεταλλεύσεις δεσπόζουσας θέσης, εμπόδια εισόδου νέων επιχειρήσεων, διαρθρωτικές αδυναμίες που εμποδίζουν να αποδώσουν τομείς όπου έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα και να παραχθούν προϊόντα με ανταγωνιστικό τρόπο.
Οτιδήποτε βοηθά να πέσει η διαφορά τιμής από το χωράφι (του παραγωγού) ως το ράφι (του καταναλωτή) ανακουφίζει και τον παραγωγό και τον καταναλωτή. Αυτό απαιτεί μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές που θα σώσουν ολόκληρους κλάδους και την ίδια την ελληνική οικονομία συνολικά. Επομένως, πρέπει:
- Να βάλουμε στο μικροσκόπιο τα στοιχεία κόστους των επιχειρήσεων. Και να τα μειώσουμε δραστικά.
- Να βάλουμε στο στόχαστρο τις στρεβλώσεις των αγορών. Και να τις εξαλείψουμε.
Ασφαλώς, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν από τη μια μέρα στην άλλη. Αλλά σίγουρα μπορούν να γίνουν με σωστό προγραμματισμό σε μία τριετία έως πενταετία.
Το δημόσιο χρέος δεν μπορούμε να το μειώσουμε πολύ σε μία πενταετία. Αλλά τις μεγάλες στρεβλώσεις των αγορών μπορούμε να τις εξαλείψουμε. Αν το κάνουμε, τότε θα είναι ευκολότερη και η μείωση του χρέους. Διότι μια οικονομία που απελευθερώνει το δυναμισμό και την ανταγωνιστικότητά της, μπορεί να «απορροφήσει» και το χρέος της μακροχρόνια.
Οι ΜΙΚΡΟ-Οικονομικές μεταρρυθμίσεις απελευθερώνουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και της οικονομίας συνολικά.
Δεν κοστίζουν τίποτε, αντίθετα φέρνουν έσοδα για το κράτος.
Δεν έχουν ούτε πολιτικό κόστος, αντίθετα δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι θα νιώσουν ευγνώμονες και εκατομμύρια θα ωφεληθούν τελικά...
Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός -που αναδεικνύει τις ΜΙΚΡΟ-Οικονομικές μεταρρυθμίσεις- απελευθερώνει το δυναμισμό της οικονομίας, ενώ παράλληλα ενισχύει τη συνοχή της κοινωνίας.
Aρθρο του ΑΝΤΩΝΗ ΣΑΜΑΡΑ
Πηγή: naftemporiki
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου