Του Λάμπρου Καλαρρύτη
Εν μέσω της σφοδρής δημοσιονομικής τρικυμίας, λίγο πριν τη σκληρή, όπως αποδεικνύεται, φοροεπιδρομή που ετοιμάζεται να εξαπολύσει το υπουργείο Οικονομικών και παρά τα διάχυτα προβλήματα κυβερνητικού συντονισμού, το ΠΑΣΟΚ επιδεικνύει μια ιδιότυπη ιεράρχηση προτεραιοτήτων και αξιοσημείωτη εμμονή σε επιλογές που, αν μη τι άλλο, προκαλούν εντύπωση άμα δε και αντιδράσεις.
Μια περίεργη σύμπτωση
Η σπουδή να προωθηθεί το νομοσχέδιο για την απόδοση ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες έχει τραβήξει τα βλέμματα και εγείρει καχυποψία για την κυβερνητική σκοπιμότητα. Το δικαίωμα ψήφου στους μετανάστες για τις δημοτικές εκλογές, λίγους μήνες πριν από τη διεξαγωγή τους, λογικό είναι να βάζει σε σκέψεις.
Μετανάστες δέχονται τηλεφωνήματα παραγόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που επιχειρούν να τους προσεγγίσουν.
Η πιθανότητα οι περισσότεροι μετανάστες να ψηφίσουν το κόμμα που τους έδωσε την ιθαγένεια και τη δυνατότητα να ψηφίζουν, το ΠΑΣΟΚ, είναι μεγαλύτερη από το ενδεχόμενο να προτιμήσουν τη ΝΔ, η οποία διατηρεί επιφυλάξεις για τη διαδικασία. Όπως ήδη αναφέρουν, εξάλλου, μετανάστες από τις διάφορες κοινότητες δέχονται κιόλας τηλεφωνήματα παραγόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που επιχειρούν να τους προσεγγίσουν. Η εκτίμηση του υπουργείου Εσωτερικών είναι ότι τα μέτρα αφορούν σε περίπου 250 χιλιάδες άτομα ξένης καταγωγής και ομογενείς, αριθμός διόλου αμελητέος ως ποσοστό του εκλογικού σώματος. Οι εκλογές κρίνονται για πολύ λιγότερες ψήφους. Αυτός, δε, ο αριθμός είναι μόνο η αρχή. Σημειωτέον ότι το επόμενο βήμα θα είναι η παραχώρηση του δικαιώματος ψήφου στις εθνικές εκλογές.
Μια αναγκαία παρένθεση: Η «δικτατορία» των μειοψηφιών
Η ρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση για την ιθαγένεια και την ψήφο συνδέεται άμεσα με μια μεγάλη συζήτηση, η οποία έχει ανοίξει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και αφορά στα δικαιώματα των μεταναστών και των λαθρομεταναστών. Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τέθηκε ήδη από συγκεκριμένα άτομα θέμα αποκαθήλωσης των θρησκευτικών συμβόλων –εν προκειμένω του σταυρού και των χριστιανικών εικόνων– από τους δημόσιους χώρους, με το επιχείρημα ότι η παρουσία τους προσβάλλει όσους έχουν διαφορετικές ή καθόλου θρησκευτικές πεποιθήσεις. Το σκεπτικό είναι βαθιά αντιδημοκρατικό, παρότι επικαλείται τη δημοκρατική ευαισθησία. Η ανακίνηση και μόνο του θέματος προσβάλλει την πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού που έχει συγκεκριμένη θρησκευτική τοποθέτηση, είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, και ανατρέπει το θεμέλιο της δημοκρατικής αντίληψης, παραβιάζοντας την ελευθερία και τα δικαιώματα της πλειοψηφίας.
Το πολυπολιτισμικό πρότυπο έχει αρχίσει και δείχνει τα όρια και τα αδιέξοδά του.
Ουδείς υποχρέωσε τους μετανάστες ή άλλους να ασπαστούν διά της βίας το Χριστιανισμό, αλλά είναι παράδοξο οι μειοψηφίες να επιβάλλουν το θρησκευτικό αποχρωματισμό της κοινωνικής πλειοψηφίας. Τα κράτη έχουν το καθένα την ιδιαιτερότητά του και δεν προκύπτουν από παρθενογένεση. Συγκροτούνται από ένα, ως επί το πλείστον, ή σε ορισμένες περιπτώσεις από περισσότερα έθνη, που έχουν διανύσει ιστορική πορεία η οποία έχει διαμορφώσει το χαρακτήρα τους σε συγκεκριμένες περιόδους. Αυτός ο χαρακτήρας αποτυπώνεται με ποικίλες μορφές και διάφορους τρόπους στην κρατική υπόστασή τους και σε πτυχές του δημόσιου βίου. Η ελληνική απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό είχε εθνική και θρησκευτική διάσταση. Ο αγώνας ήταν υπέρ «πίστεως και πατρίδος». Κατά τη μακραίωνη τουρκική κατοχή του ελληνικού χώρου, όποιος Έλληνας ασπαζόταν το μωαμεθανισμό λυτρωνόταν από τα δεινά της καταπίεσης. Τα εκατομμύρια ανθρώπων που βασανίστηκαν και θανατώθηκαν επειδή αρνήθηκαν να αλλάξουν την πίστη τους και οι περισσότερες από τετρακόσιες απόπειρες τοπικών και ευρύτερων επαναστάσεων θα ήταν αδύνατον να μην αφήσουν το αποτύπωμά τους στη συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους και στις εκφάνσεις των κοινών. Το αίτημα για αποκαθήλωση των συμβόλων ενός έθνους εν ονόματι νεοεισερχόμενων και φιλοξενούμενων μειοψηφιών αποτελεί βαθύτατη προσβολή στην ιστορία του , στην περίπτωσή μας, στη μνήμη εκείνων που μαρτύρησαν και αγωνίστηκαν ακριβώς για να έχουν το δικαίωμα να δηλώνουν «Έλληνες και Χριστιανοί». Μετά την απομάκρυνση των εικόνων, το επόμενο αίτημα ποιο θα είναι; Η αφαίρεση του σταυρού από τη σημαία, επειδή προσβάλλει τον «πολυπολιτισμό»;
Λύση «στο πόδι» και «ύποπτη» βιασύνη
Η παρένθεση αυτή ήταν αναγκαία, διότι έχει άμεση σχέση με τη γενικότερη φιλοσοφία που φαίνεται να διέπει την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο της οποίας προωθεί την παροχή ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες... Την ανάγκη ενσωμάτωσής τους στην κοινωνία και της απόδοσης δικαιωμάτων ουδείς την αμφισβητεί. Όπως και τη συμβολή τους στα ασφαλιστικά ταμεία και εν γένει στην οικονομική ανάπτυξη. Διατυπώνονται όμως επιφυλάξεις για τον τρόπο που προωθείται και για τη σοβαρότητα με την οποία προσεγγίζεται το θέμα. Υπάρχει, π.χ., έρευνα που να προβάλλει σε βάθος χρόνου, δεκαετίας ή εικοσαετίας, τον αριθμό των ατόμων ξένης καταγωγής που θα έχουν την ιθαγένεια και δικαίωμα ψήφου και το ποσοστό τους επί του πληθυσμού με βάση τις σημερινές τάσεις μεταναστευτικής ροής και δημογραφικής εξέλιξης Ελλήνων και ξένων; Όχι. «Το 2004, οι γεννήσεις των αλλοδαπών αντιστοιχούσαν στο 15,95% του συνολικού αριθμού των γεννήσεων και τώρα αναλογούν στο 18,29%, με τάση επίσης ανοδική. Στο ίδιο διάστημα, περισσότερο φάνηκε ότι γέννησαν οι Ελληνίδες, αλλά μόλις κατά 2,99%. Οι γεννήσεις των αλλοδαπών μανάδων “έτρεξαν” με σχεδόν δεκαπλάσια ταχύτητα (21,48%)».* Έχει υπολογιστεί πώς θα διαμορφωθούν οι κοινωνικοί συσχετισμοί σε κάποια χρόνια από τώρα, λαμβανομένων υπόψη των παραπάνω τάσεων; Όχι. Υπάρχει έρευνα που να προσδιορίζει τα περιθώρια αφομοίωσης και το εκτιμώμενο όριο αριθμού μεταναστών πέραν του οποίου διαταράσσεται η κοινωνική συνοχή; Όχι. Η κυβερνητική πρόταση προβλέπει την απόδοση ιθαγένειας σε όσους, μεταξύ άλλων, διαμένουν νόμιμα τουλάχιστον πέντε χρόνια στην Ελλάδα. «Οι 7 στους 10 μετανάστες (70%) σχεδιάζουν να παραμείνουν πάνω από πέντε χρόνια στην Ελλάδα, ενώ σχεδόν οι μισοί (46,6%) προτίθενται να μείνουν για πάντα στη χώρα, κάτι που σημαίνει πως στην πλειονότητά τους θεωρούν την Ελλάδα δεύτερη πατρίδα τους και ουσιαστικά μόνο “ξένοι” δεν αισθάνονται, παρά τις ρατσιστικές και αντιμεταναστευτικές πολιτικές που φροντίζουν παντοιοτρόπως να τους αποξενώνουν».**
Με βάση, λοιπόν, τα όσα αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης από την οποία προέρχονται τα παραπάνω αποσπάσματα, η πλειοψηφία των εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών αργά η γρήγορα θα πληροί τις προϋποθέσεις για την απόκτηση ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου. Υπάρχει έρευνα που να αποτυπώνει τη σημερινή και εκτιμώμενη μελλοντική κατανομή βάσει εθνικότητας και θρησκεύματος όσων ξένων δικαιούνται ιθαγένεια και ψήφο; Πόσοι θα είναι μουσουλμάνοι, πόσοι χριστιανοί, πόσοι Ασιάτες, πόσοι Αφρικανοί, πόσοι Βαλκάνιοι, πόσοι από τη δυτική και κεντρική Ευρώπη; Όχι. Για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, που θα επηρεάσει καταλυτικά τη φυσιογνωμία της χώρας και τη ζωή ολόκληρου του πληθυσμού, καθώς και τις μελλοντικές γενιές, δεν θα έπρεπε να προηγηθεί σοβαρή και σε βάθος χρόνου δημόσια συζήτηση και να διενεργηθεί δημοψήφισμα; Κατά την κυβέρνηση, όχι. Προς τι, όμως, η βιασύνη σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα, αν δεν υπάρχει εκλογική και μικροκομματική σκοπιμότητα; Και, εν πάση περιπτώσει, η δημοκρατική ευαισθησία είναι επιλεκτική; Αν δεν διενεργηθεί δημοψήφισμα για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, τι αντίκρισμα έχουν οι διακηρύξεις περί συμμετοχικής δημοκρατίας; Σε πρόσφατη έρευνα της Kapa Research για το μεταναστευτικό, στην οποία συμμετείχαν Έλληνες και μετανάστες, στο ερώτημα «Τι αποτελεί η παρουσία των μεταναστών στη χώρα», το 51,6% των Ελλήνων απαντά «απειλή», το 30,6% «ευκαιρία» και 17,8% δεν εκφράζει άποψη. Επίσης, το 79,3% των Ελλήνων θεωρεί ότι οι μετανάστες που ζουν στη χώρα είναι «πάρα πολλοί», το 18,6% «αρκετοί, αλλά όχι πάρα πολλοί» και το 1,6% «όχι και τόσοι πολλοί». Στο θέμα της ασφάλειας, η εικόνα σε Έλληνες και μετανάστες είναι αντίστροφη. Το 73,4% των μεταναστών δηλώνει ότι αισθάνεται «ασφαλές» και το 25,3% ότι νιώθει πως «κινδυνεύει», ενώ στους Έλληνες το 65,3% θεωρεί ότι «κινδυνεύει» και το 29,6% αισθάνεται «ασφαλές».
Αναζητώντας το μέτρο
Tο μεταναστευτικό είναι σύνθετο θέμα και δεν προσφέρεται για διαχείριση με όρους προχειρότητας, ιδεοληψίας ή πολιτικής σκοπιμότητας. Στην Ευρώπη πολλές χώρες έχουν αρχίσει και αναθεωρούν τη στάση τους προς το αυστηρότερο στο θέμα της μετανάστευσης και της ιθαγένειας, ευρισκόμενες πλέον αντιμέτωπες με κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά αδιέξοδα. Αυτό που ισχυρίζεται η κυβέρνηση, ότι η πενταετία νόμιμης παραμονής ως προϋπόθεση για την παραχώρηση ιθαγένειας είναι το σύνηθες και καθιερωμένο στην Ευρώπη, δεν είναι αληθές. Σε πέντε χώρες ισχύει 5ετία, σε πέντε 10ετία, ενώ 9ετία, 8ετία, 4ετία και 3ετία προβλέπονται αντίστοιχα σε τέσσερις χώρες. Πέραν τούτου, το πολυπολιτισμικό πρότυπο, το οποίο προβλήθηκε κατά κόρον ως το ενδεδειγμένο πολιτικά ορθό μοντέλο την τελευταία δεκαπενταετία, έχει αρχίσει και δείχνει τα όρια και τα αδιέξοδά του. Η γκετοποίηση περιοχών, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα, δεν έχει να κάνει μόνο με τους ενδεχομένως ανεπαρκείς μηχανισμούς κοινωνικής ένταξης, κάτι που στην περίπτωσής μας ισχύει. Δεν είναι όλες οι κουλτούρες αφομοιώσιμες μεταξύ τους, ούτε είναι όλες συμβατές μεταξύ τους ούτε έχουν όλες προϋποθέσεις αρμονικής συνύπαρξης μεταξύ τους ούτε υπάρχει κοινωνία στον κόσμο που έχει δυνατότητα απορρόφησης απεριόριστου αριθμού ξένων. Κάποια στιγμή θα υπάρξει πρόβλημα. Απλό είναι. Ακόμα και οι ΗΠΑ αδυνατούν πλέον να αφομοιώσουν τους ισπανόφωνους πληθυσμούς που συρρέουν από τη Νότια Αμερική. Από την άλλη, είναι απαράδεκτο να υπάρχουν άνθρωποι στην Ελλάδα οι οποίοι ζουν και εργάζονται νόμιμα επί δύο ή και τρεις δεκαετίες και δεν απολαμβάνουν ακόμη πλήρη δικαιώματα Ελλήνων πολιτών. Όπως και το ότι υπάρχουν παιδιά ξένης καταγωγής 18-20 ετών που έχουν γεννηθεί εδώ, έχουν τελειώσει ελληνικό σχολείο, δεν γνωρίζουν άλλη γλώσσα και κουλτούρα και, παρ’ όλα αυτά, βρίσκονται σε νομικό κενό. Η αντιμετώπιση του ζητήματος χρειάζεται μέτρο και όχι εμμονική οπτική προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Η συνθηματολογική προσέγγιση του τύπου «κλείνουμε τα σύνορά μας και ανοίγουμε την καρδιά μας», το σλόγκαν που λανσάρει ο υπουργός Εσωτερικών Γιάννης Ραγκούσης, δεν ενδείκνυται για τη σοβαρότητα της κατάστασης, ούτε η επικοινωνία είναι πανάκεια. Η εμφάνιση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμου στο Υπουργικό Συμβούλιο, στη συνεδρίαση για την απόδοση ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες, προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις για το προωθούμενο νομοσχέδιο σε συγκεκριμένο ακροατήριο, προφανώς δεν πείθει. Επειδή ο κόσμος είναι ιδιαίτερα πιεσμένος από πολλά, έχει πλέον περιορισμένες ανοχές σε παιχνίδια επικοινωνίας. Κυρίως όταν παίζονται σε θέματα που αφορούν το μέλλον της χώρας.
*ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2009 ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ «ΑΝΤΙΓΟΝΗ»
** Όπ. π.
Πηγή: m-epikaira.gr
Μοιραστείτε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου