Σάββατο 20 Μαρτίου 2010

Δεν πληρώνω, Δεν πληρώνω

Μπορεί ο καλός ελληνικός λαός να έχει βραχεία μνήμη στα προσωπικά του, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τα πολιτικά του.

Οι εκλογές κερδήθηκαν από το ΠΑ«ΣΟ»Κ με μια διαβεβαίωση. «Λεφτά υπάρχουν». Οι ίδιες κεφαλές της σημερινής κυβέρνησης που γυρίζουν Ευρώπη και Αμερική ως ζήτουλες, εισπράττοντας χάντρες και καθρεφτάκια -λόγια συμπαράστασης και χιλιοταγμένες και παλαιόθεν υπογεγραμμένες ταξιδιωτικές διευκολύνσεις ―, είχαν υποτίθεται σίγουρα σχέδια για την είσπραξη δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ χωρίς να περικοπεί κανένα κεκτημένο. Ασε που, η χώρα θα έμπαινε στην τροχιά της «πράσινης ανάπτυξης», καθιστάμενη «Δανία του Νότου». Τα ίδια επαναλάμβαναν οι ίδιοι και μετεκλογικά ―έως πρόσφατα. Αντ’ αυτού, βρώμισε πάλι για τα καλά το βασίλειο της Νότιας Δανιμαρκίας και τα λεφτά που υπάρχουν δεν υπάρχουν, όπως και οι ένοχοι που ξέρουμε όλοι πλην των κυβερνήσεών μας...

Υπάρχει ή δεν υπάρχει χρήμα, λοιπόν; λεφτά υπάρχουν ή δεν υπάρχουν; προφανώς, υπάρχουν, ενδεχομένως άφθονα, αλλά όχι σε όλες τις τσέπες. Σε ότι αφορά το ελληνικό κράτος και το δημόσιο χρέος το οποίο διαχειρίζεται, το ταμείον είναι μείον. Μπορεί να μην κηρύξαμε ακόμα χρεωκοπία, μπορεί και να μην μας αφήσουν να διακηρύξουμε την νίκη της -εις τα καθ΄ημάς πολύτεκνης και αειπαρθένου- λαμογιάς, αλλά εκεί βρισκόμαστε. Όλος ο πρόσφατος «αγώνας» του πρωθυπουργού ήταν για να μπορέσουμε να δανειστούμε και πάλι ―ένα δάνειο ακόμα, με τους, συνήθεις τελευταίως, τοκογλυφικούς όρους, το οποίο θα προστεθεί στο σωρό των υπολοίπων, οδηγώντας σε υπέρογκα ύψη το «τσουνάμι» των τοκοχρεολύσιων τα οποία ήδη καλύπτουν σχεδόν το ήμισυ των δημοσίων δαπανών. Η επιδιωκόμενη στήριξη των ηγεμονικών δυνάμεων ώστε να πάρουμε «δάνεια» είναι λύση όσο και η λύση συνεχείας του δέρματος, το τραύμα. Και επειδή το τραύμα μας δεν είναι νέο, μάλλον η «στήριξη» αυτή ρίχνει και άλλο αλάτι στην πληγή, την χαίνουσα και «λύσσα».

Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα έχει μικρό ιδιωτικό χρέος σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις ―ή, σωστότερα, κατά πολύ μικρότερο από αυτό των άλλων δυτικών χωρών―, όπως έχει και έναν υπερκερδοφόρο τραπεζικό τομέα και υψηλές ιδιωτικές καταθέσεις. Αν μετρήσουμε ιδιωτικό και δημόσιο χρέος, η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση σε σχέση με άλλες δυτικές οικονομίες. Όπως σημειώνουν οι Φίλιππος Αρέστης (University of Cambridge) και Θεόδωρος Πελαγίδης (London School of Economics και Πανεπιστήμιο Πειραιά), «το χρέος της Ελλάδας είναι περισσότερο Δημόσιο παρά ιδιωτικό», αφού σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ το μέσο συνολικό χρέος της χώρας ανέρχεται περίπου στο 179% του ΑΕΠ με σχέση με το μέσο όρο της Ε.Ε. που βρίσκεται 175% και τα αρκετά υψηλότερα χρέη του Βελγίου (219%), της Ιρλανδίας (222%), της Ιταλίας (194%), της Ολλανδίας (234%), της Πορτογαλίας (197%) και της Ισπανίας (207%). Αν δεν είχαμε και την φούσκα του χρηματιστηρίου, την εποχή που η επίσημη κυβέρνηση παρότρυνε τον κόσμο να τζογάρει μέσω εκπροσώπων της που σήμερα βολτάρουν στα ραδιόφωνα και δίνουν ανερυθρίαστοι συνεντεύξεις, θα τα πηγαίναμε ακόμα καλύτερα.

Αφού ιδιωτικά τα πάμε καλά, πως γίνεται και το κράτος παραπέει; Όχι, δεν φταίνε οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων, παρόλα τα «ρετιρέ»: η Ελλάδα έχει μόλις 14% του ενεργού πληθυσμού στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ενώ η Νορβηγία, Σουηδία, Γαλλία κ.α. έχουν από 20% και πάνω. Ταυτόχρονα, το κόστος των μισθών στο δημόσιο ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι μικρότερο εδώ. Η Ελλάδα του Βορρά (γνωστότερη ως Δανία) π.χ. σπαταλάει το 17% του ΑΕΠ της για τους μισθούς των Δ.Υ. ενώ η χώρα μας περί το 10%. Ούτε φταίει γενικά και αόριστα η «φοροδιαφυγή», επιπέδου καντίνας και λαϊκής. Όσο για την «τεμπελιά» του Έλληνα, όσοι δουλεύουν στον ιδιωτικό τομέα γνωρίζουν από πρώτο χέρι τις συνθήκες, την επισφάλεια και την εντατικοποίηση της εργασίας. Και επειδή στας ευρώπας μας γνωρίζουν καλύτερα, σύμφωνα με την Eurostat και τον ΟΟΣΑ οι έλληνες εργάζονται περισσότερο από τους άλλους ευρωπαίους.

Παρόλη την προσπάθεια διάχυσης της ενοχής σε όλους μας, η αλήθεια είναι ότι ούτε «όλοι φάγαμε», ούτε όλοι κυκλοφορούμε με καγιέν και σνιφάρουμε κόκα από μοντέλες στη Μύκονο (άλλο, αν καταντήσαμε να είναι πολλοί αυτοί που θα το ήθελαν, με βάση τα πρότυπα που έχουν επιβληθεί). Όχι, δεν είμαστε εμείς, οι άνθρωποι του μόχθου, υπεύθυνοι. Αν εκδιδόμαστε στα σοκκάκια των Βρυξελλών, φταίνε οι «νταβατζήδες», που δεν τόλμησε ποτέ να αγγίξει ή ξεκάθαρα ονοματίσει κανείς από αυτούς που ανέχονται «δωράκια». Φταίνε οι δέκα, εκατό, οικογένειες που κάνουν «μπίζνες» με τις πλάτες του δημοσίου, οι ίδιοι που κερδίζουν εναλλάξ όλους τους διαγωνισμούς και παραδίδουν υπερτιμολογημένα και ετοιμόρροπα έργα, οι μηχανισμοί της μίζας, των off-shore, των εργολάβων, της υγείας, των στρατιωτικών εξοπλισμών, των πληροφοριακών συστημάτων, των διακανονισμών και των κλεμμένων φόρων των μεγάλων επιχειρήσεων, των «επιδοτήσεων» που δεν μετατρέπονται σε επενδύσεις. Ας προστεθύν το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και των εσόδων της σε ξένους «επενδυτές», «αγοραστές» και «προμηθευτές» ―από το σκάνδαλο της Siemens μέχρι την πώληση κερδοφόρων ΔΕΚΟ, σε ένα κράτος όπου οι υγιέστερες δυνάμεις τελούν υπό μόνιμο διωγμό.

Πηγή
Μοιραστείτε

Share/Bookmark

Δεν υπάρχουν σχόλια: