Ένα, η αποχή
Η αποχή διογκώθηκε περαιτέρω κατά τον
δεύτερο γύρο των εκλογών. Άγγιξε το 55% πανελλαδικά, το 65% στην Αθήνα
και τον Πειραιά, και το 55% στη Θεσσαλονίκη.
Η άρνηση της πλειοψηφίας των πολιτών να προσέλθει στις κάλπες πλέον, δεν μαρτυράει μόνο την ολοκληρωτική κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού, που ενισχύει την απομάκρυνση των πολιτών από την εκλογική διαδικασία επειδή λίγο ως πολύ «όλοι είναι ίδιοι». Πλέον, το πρόβλημα είναι βαθύτερο, αγγίζει τις ίδιες τις πολιτειακές βάσεις του συστήματος. Γιατί πολλοί απέχουν από τις εκλογές επειδή πιστεύουν ότι η ελληνική δημοκρατία είναι ανίκανη να διαφυλάξει τις συλλογικές τους τύχες, μιας και αυτές αποφασίζονται πλέον αλλού, στις Βρυξέλλες από την Μέρκελ και τους Γιούγκερ. Πρόκειται δηλαδή για ένα αίσθημα απώλειας της εθνικής κυριαρχίας, υπονόμευση του εθνικού αυτεξούσιου, και κατά συνέπεια απομάκρυνσης από τον μηχανισμό που έστω και στρεβλά το καθόριζε μέχρι σήμερα, τις εκλογές.
Αυτή την διάσταση της αποχής κανένας δεν την θίγει σήμερα. Κι αυτό γιατί είναι εκείνη που αποκαλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις της κρίσης που ζούμε. Ότι δηλαδή, η εξουσία στην Ελλάδα σήμερα είναι κατοχική, δοτή από την γερμανική ηγεμονία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπ’ αυτή την έννοια, οι εκλογές του Καλλικράτη ήσαν κατοχικές εκλογές, και μόνον έτσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε την τεράστια αποχή με την οποία επισφραγίστηκαν.
Η άρνηση της πλειοψηφίας των πολιτών να προσέλθει στις κάλπες πλέον, δεν μαρτυράει μόνο την ολοκληρωτική κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού, που ενισχύει την απομάκρυνση των πολιτών από την εκλογική διαδικασία επειδή λίγο ως πολύ «όλοι είναι ίδιοι». Πλέον, το πρόβλημα είναι βαθύτερο, αγγίζει τις ίδιες τις πολιτειακές βάσεις του συστήματος. Γιατί πολλοί απέχουν από τις εκλογές επειδή πιστεύουν ότι η ελληνική δημοκρατία είναι ανίκανη να διαφυλάξει τις συλλογικές τους τύχες, μιας και αυτές αποφασίζονται πλέον αλλού, στις Βρυξέλλες από την Μέρκελ και τους Γιούγκερ. Πρόκειται δηλαδή για ένα αίσθημα απώλειας της εθνικής κυριαρχίας, υπονόμευση του εθνικού αυτεξούσιου, και κατά συνέπεια απομάκρυνσης από τον μηχανισμό που έστω και στρεβλά το καθόριζε μέχρι σήμερα, τις εκλογές.
Αυτή την διάσταση της αποχής κανένας δεν την θίγει σήμερα. Κι αυτό γιατί είναι εκείνη που αποκαλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις της κρίσης που ζούμε. Ότι δηλαδή, η εξουσία στην Ελλάδα σήμερα είναι κατοχική, δοτή από την γερμανική ηγεμονία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπ’ αυτή την έννοια, οι εκλογές του Καλλικράτη ήσαν κατοχικές εκλογές, και μόνον έτσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε την τεράστια αποχή με την οποία επισφραγίστηκαν.
Δύο, Η «νεκρανάσταση» του ΠΑΣΟΚ από τη… ΝΔ και την… Αριστερά
Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι περιβόητες «νίκες» στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη αφορούν σε έναν σκληρό πυρήνα μόλις 14% έως 20% του συνόλου των ψήφων, δηλαδή του μάξιμουμ των εθνομηδενιστικών, «κατοχικών» δυνάμεων, που όμως, σε αντίθεση, με τις πατριωτικές δυνάμεις είναι συσπειρωμένοι με πρόγραμμα και ξεκάθαρη στρατηγική, που τους την παρέχουν συγκροτήματα τύπου, πρεσβείες, και «δεξαμενές σκέψης»... Διότι όταν απέναντί τους έχουν τον Ανθιμο, τη Χρυσή Αυγή, τον Ψωμιάδη και άλλες τέτοιες «φυσιογνωμίες», μπορούν να κερδίζουν έστω και από τη θέση μιας αισχρής, αλλά οργανωμένης μειοψηφίας
Και όμως το σχέδιο αυτό, όντας μειοψηφικό θα αποτύχαινε ολοκληρωτικά αν δεν έβρισκε ευνοϊκές συνθήκες που έκριναν την τελευταία στιγμή την έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Πρώτον, την απόρριψη από τους πολίτες του «αντίπαλου δέους» που εξέφραζαν ο φθαρμένος και ανίκανος Κακλαμάνης στην Αθήνα, ο ωχρός, συνεχιστής του Παπαγεωργόπουλου, Γκιουλέκας στη Θεσσαλονίκη και οι ανύπαρκτοι Δράκος και Κικίλιας στην Αττική. Επιπλέον ουσιώδης ήταν η συμβολή του σύμμαχου του Γιωργάκη… Ερντογάν. στην κατάκτηση από το ΠΑΣΟΚ της περιφέρειας Θράκης – όπου ο υποψήφιος του ΠΑΣΟΚ κέρδισε αποκλειστικά στηριγμένος στους κατευθυνόμενους μουσουλμανικούς ψήφους –έλαβε πάνω από 65% στη Ροδόπη ενώ έχασε όλους τους άλλους νομούς της περιφέρειας.
Δεύτερον, την έξαρση ενός συντηρητικού κανιβαλισμού που εκφράζεται καλύτερα στην περίπτωση του Παπαγεωργόπουλου και του Άνθιμου. Γιατί ο παλαιοσυντηριτικός χώρος, με την ανικανότητά και τη διαφθορά του (Παπαγεωργόπουλος) και τους άθλιους τρόπους με τους οποίους κάθε φορά παρεμβαίνει στα δημόσια πράγματα, το μόνο που καταφέρνει είναι να συκοφαντεί την υπόθεση της εθνικής μας ανεξαρτησίας και αξιοπρέπειας και να δίνει άλλοθι σε πλατιά μεσοστρώματα (κυρίως αριστερά και «προοδευτικά») να στοιχίζονται πίσω από τις δυνάμεις του καθεστώτος, σε μια υποτιθέμενη εκστρατεία εναντίον του σκοταδισμού. Το ίδιο συνέβη και κατά την προηγούμενη εβδομάδα, με τις παρεμβάσεις του Άνθιμου, την συνακόλουθη θυματοποίηση του Μπουτάρη, την συσπείρωση διανοούμενων κύκλων της χαβιαροαριστεράς (βλέπε περιοδικό Ένεκεν), και την δημιουργία προϋποθέσεων για τη σύγκλιση ευρύτερων δυνάμεων του μνημονίου, του ΔΝΤ, της Ντόρας, της Αριστεράς και των… αντιεξουσιαστών στον αγώνα ενάντια στον «σκοταδισμό». Το ίδιο σε μικρότερο βαθμό συνέβη στην περίπτωση του Καμίνη με τις παρεμβάσεις του Καρατζαφέρη, τα δημοσιεύματα της Αυριανής κ.ο.κ.
Τρία, η λανθασμένη στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας.
Το ΠΑΣΟΚ βρήκε ανέλπιστη βοήθεια, επίσης,
από τα σημαντικά λάθη τακτικής, εκτός από τις λανθασμένες επιλογές
προσώπων, τα οποία πραγματοποίησε η Νέα Δημοκρατία καθ’ όλη την διάρκεια
της προεκλογικής εκστρατείας.
Πρώτον, στο ότι θεώρησε πως η αντιμνημονιακή ψήφος του πρώτου γύρου θα μπορούσε στο δεύτερο γύρο να εκφραστεί με μια καθολική συσπείρωση όλων των αντιμνημονιακών δυνάμεων γύρω από τη Νέα Δημοκρατία, την ίδια στιγμή που ακόμα δεν είχε εξασφαλίσει την συσπείρωση του σκληρού της πυρήνα, την αποκατάσταση των ισορροπιών μέσα στο κόμμα, και προπαντός δεν έχει ακόμα πείσει τον κόσμο πως η Νέα Δημοκρατία μπορεί να διαμορφώσει μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση. Έτσι έθεσε πολύ ψηλά τον πήχη για ένα κόμμα το οποίο είχε μόλις καταφέρει να βγει από τον θάλαμο ανανήψεως, κι έθεσε τις βάσεις για το επικοινωνιακό ψαλίδισμα των επιδόσεων της Νέας Δημοκρατίας, από το οργουελιανό τηλεοπτικό καθεστώς, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα οι επιδόσεις αυτής της κουτσουρεμένης Νέας Δημοκρατίας μάλλον θετικές θα έπρεπε να θεωρηθούν (πέντε περιφέρειες, εντυπωσιακή άνοδος των ψήφων στην Αττική, επικράτηση στον Πειραιά κ.λπ.)
Δεύτερον, απέτυχε να κόψει τους δεσμούς του με την προηγούμενη περίοδο της καθίζησης της Νέας Δημοκρατίας. Δηλαδή, να διαχωριστεί από την παρακμή της Καραμανλικής περιόδου – γιατί δεν είναι μόνο η Ντόρα και ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει το πρόβλημα. Και επιπλέον να τραβήξει σαφείς διαχωριστικές γραμμές από την καταστροφική διαχείριση των Κακλαμάνη και Παπαγεωργόπουλου, οι οποίες έσπρωξαν πολύ κόσμο στο να στηρίξουν τον Καμίνη και τον Μπουτάρη, μόνο και μόνο για να εκδικηθούν τις άθλιες, ανίκανες, διεφθαρμένες και ξιπασμένες δημοτικές αρχές των δύο μεγάλων πόλεων της χώρας.
Πρώτον, στο ότι θεώρησε πως η αντιμνημονιακή ψήφος του πρώτου γύρου θα μπορούσε στο δεύτερο γύρο να εκφραστεί με μια καθολική συσπείρωση όλων των αντιμνημονιακών δυνάμεων γύρω από τη Νέα Δημοκρατία, την ίδια στιγμή που ακόμα δεν είχε εξασφαλίσει την συσπείρωση του σκληρού της πυρήνα, την αποκατάσταση των ισορροπιών μέσα στο κόμμα, και προπαντός δεν έχει ακόμα πείσει τον κόσμο πως η Νέα Δημοκρατία μπορεί να διαμορφώσει μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση. Έτσι έθεσε πολύ ψηλά τον πήχη για ένα κόμμα το οποίο είχε μόλις καταφέρει να βγει από τον θάλαμο ανανήψεως, κι έθεσε τις βάσεις για το επικοινωνιακό ψαλίδισμα των επιδόσεων της Νέας Δημοκρατίας, από το οργουελιανό τηλεοπτικό καθεστώς, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα οι επιδόσεις αυτής της κουτσουρεμένης Νέας Δημοκρατίας μάλλον θετικές θα έπρεπε να θεωρηθούν (πέντε περιφέρειες, εντυπωσιακή άνοδος των ψήφων στην Αττική, επικράτηση στον Πειραιά κ.λπ.)
Δεύτερον, απέτυχε να κόψει τους δεσμούς του με την προηγούμενη περίοδο της καθίζησης της Νέας Δημοκρατίας. Δηλαδή, να διαχωριστεί από την παρακμή της Καραμανλικής περιόδου – γιατί δεν είναι μόνο η Ντόρα και ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει το πρόβλημα. Και επιπλέον να τραβήξει σαφείς διαχωριστικές γραμμές από την καταστροφική διαχείριση των Κακλαμάνη και Παπαγεωργόπουλου, οι οποίες έσπρωξαν πολύ κόσμο στο να στηρίξουν τον Καμίνη και τον Μπουτάρη, μόνο και μόνο για να εκδικηθούν τις άθλιες, ανίκανες, διεφθαρμένες και ξιπασμένες δημοτικές αρχές των δύο μεγάλων πόλεων της χώρας.
Τέσσερα, θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία
Το δίδαγμα της δεκαπενθήμερης εκλογικής αναμέτρησης, οι οποίες κάθε άλλο πάρα αυτοδιοικητικές ήταν, είναι σαφές. Πρώτον, βρισκόμαστε ακόμα σε τροχιά αποσύνθεσης, ζούμε το τέλος του παλιού κόσμου, ενώ το νέο δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί ως συνεκτική και πειστική εναλλακτική πρόταση. Γι’ αυτό η αμφισβήτηση του καθεστώτος παίρνει κυρίως χαρακτηριστικά απόρριψης, αποχής και άκυρων ψηφοδελτίων.
Και αυτό καταδεικνύεται και εκ του αντιθέτου. Όπου υπήρχαν σοβαρές και πραγματικά ανεξάρτητες επιλογές εκεί σαρώθηκε όχι μόνο το ΠΑΣΟΚ αλλά και το βαθύ νεοδημοκρατικό, εξ’ ίσου διεφθαρμένο, κατεστημένο. Στη Λέσβο ο Δημήτρης Βουνάτσος «σάρωσε» στις εκλογές ενάντια στις επιλογές και των δύο μεγάλων κομμάτων. Και ανάλογες επιλογές έγιναν σε δεκάδες δήμους σε όλη την Ελλάδα, όπως στο Περιστέρι, τη Νέα Ιωνία, τις Σάπες κ.λπ. (Το ΠΑΣΟΚ έχασε ακόμα και το φέουδο της Πάτρας). Εξ άλλου και εκεί που οι υποψήφιοι του ΠΑΣΟΚ επικράτησαν είναι όπου εμφανίστηκαν ως ανεξάρτητοι (Βόλος, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, κ.λπ.).
Η τροχιά της αποσύνθεσης θα πρέπει να ολοκληρωθεί για να επιστρέψει ο κόσμος στις κάλπες. Δεν θα επιστρέψει με το να ανακατευτεί για άλλη μια φορά η φθαρμένη τράπουλα της μεταπολίτευσης σε υποτιθέμενες ανασυνθέσεις, συγκλίσεις και συμμαχίες. Το έργο της ανασυγκρότησης δεν μπορεί να εκφραστεί αποτελεσματικά από το κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Αφορά σε μια διαδικασία ευρύτερη και συνολικότερη, την ηθική, αξιακή και ιδεολογική ανασυγκρότηση των ίδιων των κοινωνικών υποκειμένων.
Η έξοδος από την κρίση θα είναι μια μακρά και επίπονη διαδικασία κυοφορίας και γένεσης ενός νέου, αντιστασιακού υποδείγματος.
Αντίθετα, το εκβιαστικά τιθέμενο αίτημα για άμεση, ντε και καλά κεντρική πολιτική συγκρότηση, διατηρεί κάτι από τον παρασιτισμό τον οποίο διακηρύσσει ότι πολεμάει. Γιατί προσπερνάει όλη την ουσιαστική διαδικασία της από τα κάτω ανασυγκρότησης και αποζητάει φαστ φουντ σχήματα σωτηρίας – λες και είναι δυνατόν οι Έλληνες, άμεσα, με δύο δευτερόλεπτα αντίστασης, να ανατρέψουν έργα και πεπραγμένα ολόκληρων δεκαετιών. Και εκεί ακριβώς την «πατησε»και η Νέα Δημοκρατία
Γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί κανείς να αντισταθεί αν δεν διαθέτει συνολικότερο όραμα, για την πορεία του ελληνισμού στον 21ο αιώνα και εάν δεν διαχωρίζεται πλήρως από τον σάπιο κόσμο της μεταπολίτευσης, που μας τραβάει απ’ τα πόδια βαθιά μέσα στο χώμα.
Μοιραστείτε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου