Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Μια νέα, «παλιά πρόκληση»: Ο παγκόσμιος αντιφιλελευθερισμός

Γράφει ο Tom Palmer

Ένα φάντασμα συνεχίζει να πλανιέται στον κόσμο: το φάντασμα των ριζοσπαστικών «αντιφιλελεύθερων» κινήσεων, όπου η μία παλεύει με τις άλλες, όπως οι σκορπιοί σε ένα μπουκάλι. Και όλες μαζί συναγωνίζονται μεταξύ τους, προσπαθώντας να διαλύσουν τα θεσμικά όργανα της ελευθερίας, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους που εμπλέκονται σ΄αυτές τις κινήσεις, είναι βολεμένοι στα πανεπιστήμια και μερικοί εκπροσωπούν ελιτίστικα κέντρα. Κάποιοι άλλοι αντλούν, βεβαίως, τη δύναμή τους από τη λαϊκιστική οργή. Και οι αριστερές και οι δεξιές εξάρσεις των αντιφιλελεύθερων κινήσεων εκπορεύονται από παρόμοιες πηγές, κατά βάση, οι οποίες διασυνδέονται μεταξύ τους και κάθε μία τροφοδοτεί πάντα την άλλη. Όλες όμως, απορρίπτουν ρητά την ατομική ελευθερία, το κράτος δικαίου, την περιορισμένη επιρροή των κυβερνήσεων και την ελευθερία των συναλλαγών. Υποστηρίζουν, εν τω μεταξύ, την αντίθεση προς κάθε ριζοσπαστική αντίληψη και προωθούν επιθετικά τις πολιτικές θέσεις του συντηρητισμού και του αυταρχισμού. Από κάθε άποψη, οι κινήσεις αυτές κρίνονται επικίνδυνες και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμώνται.

Σε διάφορες μορφές, οι μεταβολές αυτές προκαλούν αντιτιθέμενες τάσεις στις φιλελεύθερες αρχές σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, στην Αμερική και σε τμήματα της Ασίας, αλλά η επιρροή τους είναι αισθητή παντού. Μοιράζονται μια ριζική απόρριψη των ιδεών του λόγου, της ελευθερίας και του κράτους δικαίου που ενέπνευσαν τη διακήρυξη της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας και έθεσαν τα θεμέλια της νεωτερικότητας.

Όσοι λοιπόν, προτιμούν την συνταγματική διακυβέρνηση από τη δικτατορία, τις ελεύθερες αγορές από τον σοσιαλιστικό κρατισμό, το ελεύθερο εμπόριο από τον αυταρχισμό, την ανοχή από την καταπίεση και την κοινωνική αρμονία από την άγονο ανταγωνισμό, πρέπει να ξυπνήσουν. Θα πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι εξαιτίας του διάχυτου αντιφιλελευθερισμού η ευημερία της κοινωνίας και η ειρήνη βρίσκονται σε σοβαρό κίνδυνο.

Οι τρεις απειλές


Σε ό,τι αφορά τα παραπάνω, συνυπάρχουν τρεις απειλές για την ελευθερία τις οποίες μπορεί να δει κανείς στον ορίζοντα: α) οι πολιτικές ταυτότητας και η πολιτική οικονομία μηδενικού αθροίσματος λόγω της σύγκρουσης και της επιθετικότητας που γεννά β) ο λαϊκισμός και η λαχτάρα για τον κανόνα του ισχυρού που τον συνοδεύει πάντα και γ) ο ριζοσπαστικός πολιτικός ισλαμισμός. Και οι τρεις μοιράζονται ορισμένες κοινές πνευματικές πηγές και σχηματίζουν ένα δίκτυο διασταύρωσης, ενεργοποιώντας η μία την άλλη, σε βάρος της κλασικής φιλελεύθερης συναίνεσης.

Παρά το γεγονός ότι όλες αυτές οι κινήσεις στοχεύουν απευθείας στην εξαπάτηση - κυρίως σε οικονομικό επίπεδο - δεν καθοδηγούνται μόνο από την έλλειψη κατανόησης των οικονομικών αρχών, όπως και τόσες πολλές παρεμβάσεις κρατισμού. Ενώ οι περισσότερες υποστηρίζουν τον κατώτατο μισθό, τους εμπορικούς περιορισμούς ή την απαγόρευση των ναρκωτικών, στηρίζονται σε πραγματικές παρανοήσεις των συνεπειών τους παρόλο που οι πνευματικοί ηγέτες αυτών των κινήσεων περιορισμού της ελευθερίας δεν είναι απερίσκεπτοι άνθρωποι. Πολύ συχνά κατανοούν τις φιλελεύθερες ιδέες αρκετά καλά αλλά τις απορρίπτουν ριζικά. Πιστεύουν ότι οι ιδέες της ισότητας ενώπιον του νόμου, των νομικών και πολιτικών συστημάτων με βάση τους κανόνες της ανοχής και της ελευθερίας, της σκέψης και του λόγου, του ελεύθερου εμπορίου προς αμοιβαίο όφελος και των απαράγραπτων και ατομικών δικαιωμάτων είναι κάλπικο. Ότι στην πραγματικότητα είναι ένα ιδιοτελές καμουφλάζ για εκμετάλλευση των κοινωνιών, το οποίο προωθείται από μία κακόβουλη ελίτ, και ότι αυτοί που τους υποστηρίζουν είτε είναι οι ίδιοι πολύ κακοί άνθρωποι ή απελπιστικά αφελείς.

Ήρθε λοιπόν, η ώρα για τους υποστηρικτές της ελευθερίας, να συνειδητοποιήσουμε ότι ορισμένοι άνθρωποι απορρίπτουν την ελευθερία για τους άλλους (ακόμα και για τον εαυτό τους) όχι μόνο επειδή δεν καταλαβαίνουν οικονομικά είτε γιατί υποψιάζονται υλικά οφέλη από την υπονόμευση του κράτους δικαίου, αλλά επειδή αντιτίθενται στις αρχές και στην πρακτική της ελευθερίας. Δεν τους απασχολεί άραγε η επιδίωξη της ισότητας ενώπιον του νόμου; Kι όμως, δεν προτιμούν την απόρριψη μιας πολιτικής που βασίζεται στην άνιση αποτίμηση των ταυτοτήτων. Δεν πιστεύουν στο δικαίωμά σας να διαφωνείτε μαζί τους και σίγουρα δεν θα το υπερασπιστούν, όταν χρειαστεί. Θεωρούν ότι το εμπόριο είναι ένας χώρος που δεν αφορά τους ίδιους. Και προτιμούν την πολιτική βούληση η οποία προκρίνει μία μόνο από τις διεργασίες για τη διαχείριση ενός αναπτυξιακού σχεδίου. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που μπορούν να επιτεθούν στον οποιονδήποτε για προσβολή των «ιερών ταυτοτήτων» τους. Δεν θέλουν με τίποτα να υιοθετήσουν το φιλελεύθερο σύνθημα «ζήσε και άσε τη ζωή να κυλάει».

Πολιτική ταυτότητα

Χρειάστηκαν δεκαετίες αλλά τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη μια δυναμική αντιφιλελεύθερη κίνηση, στην αριστερή πλευρά του φάσματος, η οποία έχει ουσιαστικά εισχωρήσει σε έναν μεγάλο ακαδημαϊκό χώρο, σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και σε άλλες χώρες. Ο στόχος τους είναι να χρησιμοποιήσουν τη διοικητική ποινή του εκφοβισμού και της διατάραξης και να καταστείλουν όλες τις απόψεις που θεωρούνται ασυμβίβαστες με το όραμά τους. Αυτό το κίνημα έχει τις ρίζες του στα γραπτά ενός μαρξιστή Γερμανού που μελετήθηκαν στο πλαίσιο της ναζιστικής θεωρίας του Martin Heidegger. Το όνομά του ήταν Herbert Marcuse και όταν ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες επηρέασε δραματικά την άκρα αριστερά.

Ο Marcuse, το 1965, με το δοκίμιο «Κατασταλτική ανοχή», υποστήριξε ότι «για να πετύχει η απελευθέρωση, ή τουλάχιστον το όραμά της, θα απαιτηθεί η άρση της ανοχής του λόγου και της οργάνωσης ομάδων και κινημάτων που προωθούν την επιθετική πολιτική, τους εξοπλισμούς, το σοβινισμό, τις διακρίσεις λόγω της φυλής και της θρησκείας, ή που αντιτίθενται στην επέκταση των δημοσίων υπηρεσιών, την κοινωνική ασφάλιση, την ιατρική περίθαλψη, κ.λπ. Επιπλέον, η αποκατάσταση της ελευθερίας της σκέψης μπορεί να απαιτήσει νέους και αυστηρούς περιορισμούς στις διδασκαλίες και στις πρακτικές, σε διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Σε αυτά βεβαίως, που με τις μεθόδους και τις ιδέες τους, εγκλωβίζουν τη σκέψη στο πλαίσιο του καθιερωμένου διαλόγου και της συμπεριφοράς - και επομένως αποκλείουν την εκ των προτέρων ορθολογική αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων».

Για τον Marcuse, όμως, όπως και για τους σύγχρονους οπαδούς του (πολλοί από τους οποίους δεν έχουν ακούσει τίποτα γι' αυτόν), «Απελευθερωτική ανοχή, στη συνέχεια, θα σήμαινε μισαλλοδοξία που θα προκαλούνταν κατά τις μετακινήσεις από τη Δεξιά και την ανοχή των κινήσεων από την Αριστερά». Ύστερα από αυτό το σενάριο, εκείνοι που διαφωνούν με τη νέα «ορθοδοξία» και την αποβάλλουν αρνούμενοι τις πλατφόρμες, εξαναγκάζονται σε «μαθήματα» επανεκπαίδευσης προκειμένου να «ευαισθητοποιηθούν», τους αφαιρείται ο λόγος, εκφοβίζονται και απειλούνται ακόμη και με τη βία για να κλείσουν το στόμα τους. Προσέξτε τι κάνει η καθηγήτρια Melissa του Πανεπιστημίου του Μισούρι, καλώντας τους μπράβους της – «Ποιος μπορεί να με βοηθήσει να πετάξω έξω αυτόν τον δημοσιογράφο; Χρειάζομαι έναν «φουσκωτό» αμέσως εδώ!» Αυτό θα μπορούσε να είναι το μήνυμα του Marcuse στην πράξη.

Εν τω μεταξύ, η πολιτική ορθότητα της Αριστεράς έχει προκαλέσει μια εξίσου αντιφιλελεύθερη αντίδραση στα δεξιά. Τα ακροδεξιά κινήματα που κερδίζουν έδαφος στην Ευρώπη και η εμφάνιση της «εναλλακτικής Δεξιάς» ως εργαλείο ανάδειξης του λαϊκισμού και του λευκού εθνικισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν προσελκύσει οπαδούς, οι οποίοι είναι πεπεισμένοι ότι η ύπαρξη ή ο τρόπος ζωής τους απειλείται από τον καπιταλισμό, από το ελεύθερο εμπόριο και την πολυπολιτισμικότητα. Βεβαίως, έχουν εξοργίσει τους πάντες με τη συμπεριφορά τους και δραστηριοποιούνται κυρίως ορμώμενοι από την ανελεύθερη αριστερή κυριαρχία του λόγου και το κυνήγι μαγισσών εναντίον των αντιφρονούντων. Κατά μία έννοια έχουν γίνει το είδωλο των διωκτών τους. Σε ευρωπαϊκά κόμματα έχουν αναβιώσει δηλητηριώδεις πολιτικές ιδεολογίες και η γλώσσα της δεκαετίας του 1930. Επίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν ενεργοποιηθεί και συμβαδίζουν με την επικράτηση του Trump, με τις επιθέσεις του στο διεθνές εμπόριο, τη σπίλωση των Μεξικανών και Μουσουλμάνων, και την υποδαύλιση της δυσαρέσκειας εναντίον πολλών υποτιθέμενων «ελίτ».

Η πρόσκληση για πολιτική ορθότητα σε «ασφαλείς θέσεις», που προορίζεται για τις μειονότητες, αντικατοπτρίζεται σε λευκούς εθνικιστές που ζητούν επιβεβαίωση για «λευκή ταυτότητα» και «λευκό έθνος». Ο καθοδηγητής του λευκού εθνικισμού, γνωστός ως «ταυτοτισμός» (Identitarianism) στις Ηνωμένες Πολιτείες, Jared Taylor, δήλωσε πρόσφατα ότι «η φυσική τάση της ανθρώπινης φύσης είναι o “φυλετισμός”». Όταν οι μαύροι, οι Ασιάτες ή οι ισπανόφωνοι εκφράσουν την επιθυμία να ζήσουν με ανθρώπους της ίδιας φυλής ή την προτίμησή τους για τη δική τους κουλτούρα και τη δική τους κληρονομιά, η βούλησή τους πρέπει να γίνει αποδεκτή. Όταν όμως οι λευκοί λένε «εγώ προτιμώ τον πολιτισμό της Ευρώπης και προτιμώ να ζω με τους λευκούς ανθρώπους» - για κάποιο λόγο, και αποκλειστικά με λευκούς, αυτό θεωρείται το πιο βαθύ στάδιο της ανηθικότητας γιατί ο ένας κολεκτιβισμός γεννάει πολύ γρήγορα έναν άλλον..

Ο καθηγητής φιλοσοφίας Slavoz Žižek, μια από τις ισχυρότερες φωνές στην άκρα Αριστερά, περισσότερο γνωστός στην Ευρώπη από την Αμερική, αλλά με ένα αυξανόμενο κοινό σε όλο τον κόσμο, επιμένει ότι η ελευθερία στις φιλελεύθερες κοινωνίες είναι μια ψευδαίσθηση και ενισχύει το κοινό νήμα που δένει την ανελεύθερη Αριστερά με την ανελεύθερη Δεξιά. Αυτό το νήμα περνά μέσα από το έργο του καθηγητή δικαίου του Εθνικού Σοσιαλισμού Carl Schmitt, ένας εκ των συνεργατών του Martin Heidegger. Ο Žižek επιβεβαιώνει την άνευ όρων υπεροχή του εγγενούς ανταγωνισμού ως συστατικό στοιχείο της πολιτικής. Από την άλλη η «κοινωνική αρμονία» και το «ζήσε κι άστο να προχωρήσει» αποτελούν φιλοσοφίες για τους εν λόγω στοχαστές που δεν είναι τίποτε άλλο από κοινές αυταπάτες. Γι' αυτούς ό,τι είναι πραγματικό είναι μόνο ο αγώνας για την κυριαρχία. Πράγματι, κάτω από ένα πιο βαθύ πρίσμα αντίληψης, η ανάλυση των μεγεθών δεν υπάρχει, για αυτούς τους στοχαστές και υφίστανται μόνο κοινωνικές δυνάμεις ή ταυτότητες. Βεβαίως, το «άτομο» δεν είναι παρά η συγκεκριμενοποίηση των δυνάμεων ή των συλλογικών ταυτοτήτων που είναι εγγενώς ανταγωνιστικές μεταξύ τους.

Λαϊκιστικός αυταρχισμός

Ο λαϊκισμός παραθέτει συχνά τις διάφορες μορφές της πολιτικής ταυτότητας, προσθέτοντας ταυτόχρονα το θυμό και τη δυσαρέσκεια για τις «ελίτ». Παρουσιάζει ως εκκεντρική μορφή διαχείρισης την πολιτική οικονομία και υποδαυλίζει τη λαχτάρα για έναν ηγέτη που μπορεί να εστιάσει στην αυθεντική βούληση του λαού. Λαϊκιστικά κινήματα έχουν ξεσπάσει σε πολλές χώρες. Από την Πολωνία και την Ισπανία μέχρι τις Φιλιππίνες και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Michael Kazin στο βιβλίο του “Η λαϊκιστική πειθώ” προσφέρει έναν εύστοχο ορισμό του λαϊκισμού: "Πρόκειται για μια γλώσσα της οποίας οι ομιλητές αντιλαμβάνονται τους απλούς ανθρώπους ως μία ευγενή συνάθροιση η οποία δεν περιορίζεται στενά από τα όρια της κατηγοριοποίησης. Υπό την έννοια αυτή, τοποθετεί τις “ελίτ” απέναντι, ως ιδιοτελή και αντιδημοκρατικό αντίπαλο, επιδιώκοντας την κινητοποίηση του λαού εναντίον τους.” Η αναζητούμενη τάση αυτών των κινήσεων είναι να ακολουθήσει ένα χαρισματικό ηγέτη που, στο δικό του πρόσωπο, θα ενσαρκώνει τη λαϊκή συνείδηση και θα εστιάζει στη λαϊκή βούληση.

Ένα κοινό θέμα μεταξύ των λαϊκιστών είναι να ισχυροποιηθεί ο ηγέτης που μπορεί να ελιχθεί μέσα από διαδικασίες, τους κανόνες, τους ελέγχους και τις ισορροπίες, και να προστατεύσει τα δικαιώματα, τα προνόμια και τις ασυλίες. Να κάνει δηλαδή “απλά πράγματα και συμφέροντα για τον λαό”. Στο βιβλίο του “Ο δρόμος προς τη δουλεία” (The Road to Serfdom) ο FA Hayek εξηγεί πως η ανυπομονησία του λαϊκισμού λειτουργεί ως προοίμιο του ολοκληρωτισμού: «είναι δηλαδή η γενική απαίτηση για γρήγορη και αποφασιστική δράση της κεντρικής κυβέρνησης που είναι το κυρίαρχο πεδίο απορρόφησης της λαϊκής δυσαρέσκειας η οποία φαίνεται να κερδίζει έδαφος απέναντι στην αργή και δυσκίνητη πορεία των δημοκρατικών διαδικασιών. Έχουμε να κάνουμε δηλαδή, με την απαίτηση ο άνθρωπος ή το κόμμα να φανεί αρκετά ισχυρό και αποφασιστικό για να «γίνουν τα πράγματα» γρήγορα και υπέρ των λαϊκών επιθυμιών.

Λαϊκιστικά και αυταρχικά κόμματα έχουν αναλάβει τη διοίκηση και επιβεβαιώνουν τη δύναμή τους σε διάφορα κράτη. Στη Ρωσία, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει δημιουργήσει μια νέα αυταρχική κυβέρνηση που κυριαρχεί σε όλα τα άλλα θεσμικά όργανα της κοινωνίας και εξαρτάται από τις δικές του προσωπικές αποφάσεις. Αυτός και οι φίλοι του, συστηματικά, και ολοκληρωτικά έχουν αναλάβει την καθοδήγηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και τα χρησιμοποιούν για να δημιουργήσουν μια βαθιά αίσθηση ενός έθνους υπό πολιορκία..., του οποίου ο μοναδικός σπουδαίος πολιτισμός απειλείται διαρκώς από τους γείτονές του και η υπεράσπιση βρίσκεται στα χέρια ενός ισχυρού ηγέτη.

Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας, μετά την εξασφάλιση των δύο τρίτων της κοινοβουλευτικής πλειοψηφία, το 2010, άρχισε να θεσμοθετεί τον έλεγχο όλων των οργάνων του κράτους από το κυβερνών κόμμα. Ο ηγέτης του, Βίκτορ ‘Ορμπαν, παρουσιάζεται ως εθνικός σωτήρας και συνεχίζει εδώ και καιρό, να ακολουθεί την όλο και πιο αντιφιλελεύθερη ατζέντα της εθνικοποίησης, της ευνοιοκρατίας και των περιορισμών στην ελευθερία του λόγου. Ο ίδιος δηλώνει συχνά: «Είμαστε σε ρήξη με τα δόγματα και τις ιδεολογίες που έχουν υιοθετηθεί από τη Δύση και κρατώντας την πολιτική μας ανεξαρτησία, δημιουργούμε ένα νέο κράτος χτισμένο σε αντιφιλελεύθερα και εθνικά ιδρύματα εντός, βεβαίως, της Ευρωπαϊκής Ένωσης…» («Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης» μεταφράζεται σε «”πουλάμε” λαϊκισμό που επιδοτείται από τους φορολογούμενους των άλλων χωρών της ΕΕ»).

Μετά τη νίκη του κόμματος του Όρμπαν, Fidesz, το 2010, ο ηγέτης του εθνικιστικού πολωνικού κόμματος «Νόμου και Δικαιοσύνης», Γιάροσλαβ Καζίνσκι που στρέφεται εναντίον των ανοιχτών αγορών, επικαλέστηκε την στρατηγική του Όρμπαν για να εκπονήσει το δικό του σχέδιο για την Πολωνία, με το σύνθημα «ένα παράδειγμα για το πώς μπορούμε να κερδίσουμε». Ο Καζίνσκι κατάφερε να συνδυάσει την πολιτική του ταυτότητα με το λαϊκισμό και να εκδιώξει την κεντροδεξιά κυβέρνηση μιας χώρας με αναπτυσσόμενη οικονομία. Στη συνέχεια, άρχισε, μαζί με το κυβερνητικό του επιτελείο, να υιοθετεί διάφορες μορφές λαϊκιστικών και προστατευτικών μέτρων που έχουν αποδειχθεί επιζήμια για την ευημερία της Πολωνίας. Το γνωστό φιλελεύθερο Timbro Institute of Sweden’s 2016, Timbro Authoritarian Populism IndexTimbro κατέληξε στο συμπέρασμα ότι και στα αριστερά και στα δεξιά, της σύγχρονη Ευρώπης ο λαϊκισμός δεν είναι μια προσωρινή πρόκληση, αλλά μια μόνιμη απειλή!

Ο Πούτιν, πρωτοπόρος στην τάση προς τον αυταρχισμό, έχει ξοδέψει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στην προώθηση του αντιφιλελεύθερου λαϊκισμού σε όλη την Ευρώπη επενδύοντας σε μια «εκλεπτυσμένη» παγκόσμια κυριαρχία στα των μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης της RT και της Sputnik News, καθώς και ένα δίκτυο δημιουργίας διαδικτυακών δράσεων όπως και πολλές «made-to-order» ιστοσελίδες. Ο «γκουρού» των ρωσικών ΜΜΕ Peter Pomerantsev στο πολύ αξιόλογο βιβλίο του «Τίποτα δεν είναι αλήθεια και όλα είναι δυνατά» (Nothing Is True and Everything Is Possible) σημειώνει ότι «το Κρεμλίνο αλλάζει μηνύματα κατά βούληση σύμφωνα με τα συμφέροντά του... Έτσι οι ευρωπαϊκές δεξιές τάσεις παρασύρονται από πολλά εθνικιστικά μηνύματα που προέρχονται από τις ρωσικές προβοκατόρικες διαθέσεις. Αλλά και στις ΗΠΑ συντηρητικοί διαφόρων θρησκευτικών οργανώσεων έχουν πειστεί από τον αγώνα του Κρεμλίνου κατά της ομοφυλοφιλίας». Πυκνώνουν λοιπόν τα σύννεφα του ψεύδους, οι καταγγελίες, οι αρνήσεις που διαδίδονται για να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των υπερασπιστών του κλασικού φιλελευθερισμού. Πρόκειται δυστυχώς για μία επικερδή «μεταμοντέρνα» επίθεση, εναντίον της αλήθειας και στρατευμένη στην υπηρεσία της επαπειλούμενης δικτατορίας.

Τι προκαλεί τον αυταρχισμό;

Τέτοιες κινήσεις ολοκληρωτισμού δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της έλλειψης παιδείας. 'Εχουν βαθιά ιδεολογικό χαρακτήρα. Αποτελούν συνήθως, ένα μίγμα κολεκτιβισμού και αυταρχισμού και απορρίπτουν τον ατομικισμό και τους συνταγματικούς κανόνες. Τι είναι όμως αυτό που τους έχει κάνει να εξασφαλίσουν τόση λαϊκή υποστήριξη σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα;

Η τρέχουσα έρευνα δείχνει ότι οι αυταρχικές αντιδράσεις προκαλούνται από την αντίληψη των απειλών για τη σωματική ασφάλεια, την ταυτότητα της ομάδας και την κοινωνική θέση. Όταν και οι τρεις συνυπάρχουν, οι συνθήκες είναι ώριμες για μια έκρηξη του αυταρχισμού.

Επιπλέον, η ριζοσπαστική ισλαμική βία, ανακυκλώνεται μέσω ενός 24ωρου κύκλου ειδήσεων για να έχει απήχηση σε ένα πιο διευρυμένο κοινό και να παρουσιαστεί ως περισσότερο ανησυχητικό φαινόμενο από ό τι είναι στην πραγματικότητα ως εξωτερική απειλή. Μια έρευνα από τον πολιτικό επιστήμονα Karen Stenner υποστηρίζει την ιδέα ότι υπάρχει μια αυταρχική προδιάθεση που πυροδοτείται από «κανονιστικές απειλές». Από την πεποίθηση δηλαδή, ότι οι νέες αντιλήψεις θέτουν τις παραδοσιακές απόψεις σε κίνδυνο ή δεν είναι πλέον μοιρασμένες σε όλη την κοινότητα η οποία κατά βάση αποτελεί το ιερό μέγεθος του «λαού». Τέτοια κανονιστική απειλή μπορεί να προκαλέσει μια αντίδραση μεταξύ εκείνων που έχουν την προδιάθεση για αυταρχισμό ώστε να γίνουν ενεργοί «συνοριοφύλακες», «υπερασπιστές της επιβολής του νόμου» και «μαζορέτες για την εξουσία». Πέρα από αυτό, η απειλή για την κοινωνική κατάσταση επιδεινώνεται συνεχώς, πυροδοτώντας αυταρχικές αντιδράσεις.

Ο πυρήνας υποστήριξης αυταρχικών λαϊκιστικών κινημάτων στην Ευρώπη, καθώς και φονταμενταλιστικό πλαίσιο του κινήματος Trump στην Αμερική, έχει σαν στόχο λευκούς άνδρες, που έχουν βιώσει την σχετική παρακμή της κοινωνικής τους θέσης έναντι των άλλων ομάδων που έχουν έχουν αυξήσει το κύρος και την επιρροή τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι λευκοί άνδρες μεταξύ 30 και 49 ετών, με λυκειακή μόρφωση και κάτω, έχουν δει τα ποσοστά συμμετοχής τους στο εργατικό δυναμικό να πέφτουν απότομα. Σε σημείο μάλιστα που περισσότεροι από ένας στους πέντε να μην αναζητούν πια εργασία, αλλά να έχουν εγκαταλείψει την προσπάθεια εντελώς. Έτσι, χωρίς αμειβόμενη και ικανοποιητική δουλειά, ζουν στο πετσί τους τη σημαντική απώλεια της κοινωνικής τους θέσης. Βεβαίως το βιοτικό επίπεδο μπορεί να αυξηθεί για όλους (και το βιοτικό επίπεδο και οι πραγματικοί μισθοί έχουν αυξηθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες), αλλά η σχετική κατάσταση της εργασίας και του κοινωνικού στάτους δεν μπορεί να αυξηθεί για όλους. Και ασφαλώς, όταν κάποιες ομάδες ευημερούν, υπάρχουν άλλες που χάνουν βασικά δικαιώματα. Επόμενο είναι λοιπόν, εκείνες οι ομάδες που έχουν πέσει χαμηλά και οι οποίες έχουν προδιάθεση για αυταρχισμό, να συντάσσονται ανεπιφύλακτα με αυταρχικές προσωπικότητες που υπόσχονται να κάνουν σωστά τη «δουλειά», ή να αποκαταστήσουν το χαμένο μεγαλείο τους.

Ριζοσπαστικός ισλαμισμός

O «Ριζοσπαστικός Ισλαμισμός» αντανακλά κάποια από τα θέματα των άλλων αντιφιλελεύθερων κινήσεων, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής ταυτότητας (την πεποίθηση ότι η κοινότητα των πιστών είναι σε πόλεμο με όλους τους άπιστους) και τους αυταρχικούς λαϊκιστικούς φόβους των απειλών για την ταυτότητα της ομάδας και την κοινωνική θέση, όπως επίσης και τον ενθουσιασμό για χαρισματικούς ηγέτες που θα «αναδείξουν και πάλι, το μεγαλείο του Ισλάμ». Ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός ανάγεται ταυτόχρονα με την άκρα Αριστερά και την άκρα Δεξιά, σε κοινές πνευματικές ρίζες που αναδεικνύουν την ευρωπαϊκή φασιστική πολιτική ιδεολογία και τις κολεκτιβίστικες ιδέες της «αυθεντικότητας». Άλλωστε, το ισλαμικό κίνημα του Ιράν που δημιούργησε την πρώτη «ισλαμική δημοκρατία» ήταν βαθιά επηρεασμένο από τους Ευρωπαίους φασίστες στοχαστές, όπως ο Μartin Heidegger. Ο Ahmad Fardid προώθησε τις τοξικές ιδέες του Heidegger στο Ιράν, και οπαδός του Jalal Al-e Ahmad κατήγγειλε τις δυτικές απειλές ως «διαβρωτικές» για την αυθεντική ταυτότητα του Ιράν στο βιβλίο του «Westoxification». Ιστορικά άλλωστε, είναι γνωστή η εξέλιξη της ναζιστικής ιδεολογίας στη Γερμανία: O «εκστατικός κολεκτιβισμός» υποσχέθηκε να παραδώσει το γερμανικό λαό από την «ημιαυθεντική» ιστορική ύπαρξη, στην ολοκληρωμένη «αυθεντικότητα». Αυτή ακριβώς ήταν και η αιτία που αγκαλιάστηκε από τους πολεμιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης στα ανατολικά πρότυπα, εκφράζοντας ένα μίγμα ακροδεξιών «εναλλακτικών» και ριζοσπαστών Ισλαμιστών.

Όλες αυτές οι ολοκληρωτικές τάσεις αλληλοενισχύονται: η καθεμία δαιμονοποιεί την άλλη και όσο μεγαλώνει η μία, τόσο γιγαντώνεται η υπαρξιακή απειλή κατά της οποίας οι άλλες αγωνίζονται. Η ανάπτυξη του ριζοσπαστικού Ισλάμ αντλεί προσλαμβάνουσες από λαϊκιστικά κόμματα της Ευρώπης (και της Αμερικής). Η εχθρότητα εν τω μεταξύ, προς τους Μουσουλμάνους και η αποξένωση τους από τις κοινωνίες τους αυξάνει την ικανότητα του ισλαμικού κράτους και άλλες ομάδες να ενισχύσουν τις θέσεις τους. Ταυτόχρονα, οι «πολεμιστές» της «πολιτικής ορθότητας» και της «κοινωνικής δικαιοσύνης» δεν μπορούν να καταδικάσουν απερίφραστα τον ριζοσπαστικό Ισλαμισμό - μετά από όλα αυτά, δεν είναι σε θέση να δώσουν μια απλή απάντηση για την αποικιακή καταπίεση σε μη χριστιανικούς πληθυσμούς από την κυρίαρχη χριστιανική ευρωπαϊκή ηγεμονία - Και συχνά συλλαμβάνουν τους εαυτούς τουςόχι μόνο να μην μπορούν να καταδικάσουν τα εγκλήματα των Ισλαμιστών αλλά και να προωθούν τον αντισημιτισμό. Πράγματι, η εχθρότητα προς τους Εβραίους και προς τον καπιταλισμό είναι ένα κοινό ανησυχητικό χαρακτηριστικό και των τριών κινήσεων.

H ανάγκη προάσπισης της ελευθερίας

Οι διάφορες «ιογενείς» παγκόσμιες αντιφιλελεύθερες κινήσεις αυξάνονται, όχι από τη επίδραση που ασκεί η μία στην άλλη αλλά από το κέντρο από το οποίο εκπορεύονται. Κι αυτό βεβαίως οφείλεται στην ανοχή της ελεύθερης κοινωνίας όπου ζουν οι θιασώτες τους και της ανεμπόδιστης διακίνησης των ιδεών μέσα σε μια κοινωνία πολιτών όπου όλα επιτρέπονται από τις παραινέσεις του κλασικού φιλελευθερισμού. Έχουμε δει όμως πώς αναπτύχθηκε η δυναμική αυτών των ανελεύθερων τάσεων και πριν, στη δεκαετία του 1930, όταν οι κολεκτιβίστικες κινήσεις συναγωνίζονταν μεταξύ τους για να καταστρέψουν την ελευθερία όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Οι Φασίστες τότε ισχυρίζονταν ότι μόνο αυτοί θα μπορούσαν να υπερασπιστούν τις κοινωνίες ενάντια στον μπολσεβικισμό και με τη σειρά τους οι Μπολσεβίκοι κινητοποιούνταν για να συνθλίψουν τον φασισμό. Πολέμησαν ο ένας τον άλλον και στο τέλος, είχαν πολύ περισσότερα κοινά από ό,τι ήθελαν αρχικά, να παραδεχτούν.

Δυστυχώς, το καλύτερο επιχείρημα που οι υπερασπιστές της κοινωνίας των πολιτών προσφέρουν συνήθως ως απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις, είναι ότι ο συνδυασμός της προσωπικής ελευθερίας, του κράτους δικαίου, και των ελεύθερων αγορών δημιουργεί περισσότερη ευημερία και ένα πιο ευρύχωρο ζωή από τις «εναλλακτικές» λύσεις. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά δεν είναι αρκετό για να εκτρέψει τα καταστροφικά χτυπήματα της αντιφιλελεύθερης «τριανδρίας» των πολιτικών της «ταυτότητας», του αυταρχικού λαϊκισμού και του ριζοσπαστικού ισλαμισμού. Η ηθική καλοσύνη της ελευθερίας πρέπει να γίνει δεκτή, όχι μόνο σε διαπροσωπικές συναντήσεις με τους αντιπάλους, αλλά ως μέσο για την σκλήρυνση της αντίστασης του κλασικού φιλελευθερισμού, καθώς φοβούνται ότι θα συνεχίσει να υποχωρεί. Η ελευθερία δεν είναι μια ψευδαίσθηση, αλλά ένας μεγάλος και ευγενής στόχος. Μια ελεύθερη ζωή είναι καλύτερη από κάθε άποψη από ό,τι μια ζωή προσαρμοσμένη στην υποβολή των άλλων. Η βία και ο ανταγωνισμός δεν είναι το θεμέλιο του πολιτισμού, αλλά και η άρνησή του.

Τώρα είναι η ώρα να υπερασπιστούμε την ελευθερία η οποία καθιστά δυνατό ένα παγκόσμιο πολιτισμό που επιτρέπει τη φιλία, την οικογένεια, τη συνεργασία, το εμπόριο, το αμοιβαίο όφελος, την επιστήμη, την σοφία - με μια λέξη, τη ζωή. Είναι καιρός να υπερασπιστούμε τον ελεύθερο άνθρωπο αμφισβητώντας τη σύγχρονη απειλή της αντιφιλελεύθερης «τριανδρίας» και αποκαλύπτοντας το τεράστιο κενό που θα επιφέρει στη λογική, στα συναισθήματα και στην καρδιά του…

Ο Τομ Πάλμερ είναι ανώτερος συνεργάτης στο Cato Ιnstitute και ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος για τα διεθνή προγράμματα στο Δίκτυο Atlas.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Cato Institute τον Νοέμβο του 2016 και μεταφράστηκε για το liberal, αφού πρώτα, εξασφαλίστηκε η άδεια δημοσίευσης από το ΚΕΦΙΜ.


Μοιραστείτε

Share/Bookmark

Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK

Δεν υπάρχουν σχόλια: