Αλέξανδρος Σκούρας
Την περασμένη εβδομάδα ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι «Ασφαλώς έρχονται καιροί που η κυβέρνηση πρέπει να προβεί σε δαπάνες για την έξοδο από μία βαθιά ύφεση. Αυτοί είναι καιροί που ευνοούν μία πιο κεϋνσιανή προσέγγιση. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εξακολουθώ να πιστεύω ότι η ατμομηχανή της ανάπτυξης είναι, σταθερά, η ιδιωτική οικονομία. Κύριο μέλημά μου είναι η διάσωση θέσεων εργασίας και η παροχή μιας ανάσας στις επιχειρήσεις, ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν ξανά στο μέλλον. Και πιστεύω ότι η πραγματική πρόκληση, πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι το ποιος είναι ο δίκαιος επιμερισμός των βαρών». Λίγο νωρίτερα, στην ίδια ομιλία, έδινε το ιδεολογικό του στίγμα λέγοντας ότι είναι φιλελεύθερος πολιτικός και όχι νεοφιλελεύθερος. Για το νόημα της τελευταίας πρότασης η στήλη έχει γράψει αρκετά. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ένας όρος-σκιάχτρο. Όλοι τον χτυπούν και κανείς δεν τον υπερασπίζεται. Μεγαλύτερη σημασία έχει το πρώτο απόφθεγμα στην προκειμένη περίπτωση.
Ο κεϋνσιανισμός, δηλαδή η οικονομική πολιτική που θέλει το κράτος να έχει αρκετά ενεργό ρόλο στην οικονομία με κύριο στόχο την τόνωση της ζήτησης μέσω κρατικών δαπανών ή άλλων εργαλείων, ανήκει ιδεολογικά κυρίως στην κεντροαριστερά. Τον κεϋνσιανισμό ευαγγελίζονταν και οι κύριοι Τσίπρας, Βαρουφάκης, και Τσακαλώτος τα προηγούμενα χρόνια όταν περιόδευαν ανά τον πλανήτη για να προωθήσουν τα αιτήματα της τότε κυβέρνησης. Από μία άποψη, ο κεϋνσιανισμός είναι το καλύτερο ιδεολογικό εργαλείο στα χέρια κάθε πολιτικού που θέλει να αυξήσει τον βαθμό εξουσίας που ασκεί στην οικονομία. Είναι ένα ιδεολογικό πλαίσιο που, αν βρεθεί στα λάθος χέρια, μπορεί να αποτελέσει μέχρι και προάγγελο του σοσιαλισμού. Αυτό συμβαίνει διότι η συγκεκριμένη οικονομική προσέγγιση δικαιολογεί μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, γενναία επιδόματα και ηχηρές κρατικές παρεμβάσεις στο ρυθμιστικό περιβάλλον της οικονομίας. Όλα τα συστατικά του κεϋνσιανισμού, αν βρεθούν σε λάθος χέρια, είναι τα καλύτερα εργαλεία για την εξαγορά ψήφων, τη δημιουργία πελατειακού κράτους και την άνοδο του κορπορατισμού.
Φυσικά, ο κ. Μητσοτάκης, ως φιλελεύθερος, δεν έχει αυτού του είδους τον κεϋνσιανισμό στο μυαλό του. Ασχέτως του κατά πόσο η συγκεκριμένη οικονομική σχολή έχει δίκιο ή άδικο στις συνταγές που προτείνει για την οικονομία, η αρχική ιδέα του Κέυνς ήταν ότι το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει και να δαπανά σε περιόδους ύφεσης. Για τις περιόδους ανάπτυξης και κανονικότητας, η συνταγή του προέβλεπε δημοσιονομική πειθαρχία και υπευθυνότητα. Φυσικά, με το πέρας των δεκαετιών επικράτησε ο «κακός» κεϋνσιανισμός που τόσο στα εύκολα όσο και στα δύσκολα έβρισκε πάντα καλοθελητές πολιτικούς που δανείζονταν, φορολογούσαν, και εκτίνασαν τις κρατικές δαπάνες. Και το αποτέλεσμα της εφαρμογής κεϋνσιανών πολιτικών τα τελευταία 40 χρόνια είναι ότι τα κράτη στον ανεπτυγμένο κόσμο ελέγχουν σήμερα απευθείας πάνω από το 40% της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας.
Η πρόταση του κ. Μητσοτάκη για την ανάγκη κρατικής παρέμβασης σε περίοδο σοβαρής κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε, δεν θα έβρισκε ισχυρές αντιρρήσεις σχεδόν σε καμία φιλελεύθερη οικονομική σχολή. Το πρόβλημα των φιλελεύθερων με τον κεϋνσιανισμό δεν αφορά τις περιόδους έκτακτης ανάγκης. Αντίθετα, αφορά τις περιόδους κανονικότητας και τις περιόδους ανάπτυξης. Η έλλειψη αυτοσυγκράτησης των πολιτικών σε αυτές τις περιόδους, που συνήθως συνοδεύονται και από φθηνό δανεικό χρήμα, είναι άλλωστε και η αιτία που η χώρα μας βρέθηκε χρεοκοπημένη και μπήκε στα μνημόνια. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχάσουμε ποτέ.
Την περασμένη εβδομάδα ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι «Ασφαλώς έρχονται καιροί που η κυβέρνηση πρέπει να προβεί σε δαπάνες για την έξοδο από μία βαθιά ύφεση. Αυτοί είναι καιροί που ευνοούν μία πιο κεϋνσιανή προσέγγιση. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εξακολουθώ να πιστεύω ότι η ατμομηχανή της ανάπτυξης είναι, σταθερά, η ιδιωτική οικονομία. Κύριο μέλημά μου είναι η διάσωση θέσεων εργασίας και η παροχή μιας ανάσας στις επιχειρήσεις, ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν ξανά στο μέλλον. Και πιστεύω ότι η πραγματική πρόκληση, πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι το ποιος είναι ο δίκαιος επιμερισμός των βαρών». Λίγο νωρίτερα, στην ίδια ομιλία, έδινε το ιδεολογικό του στίγμα λέγοντας ότι είναι φιλελεύθερος πολιτικός και όχι νεοφιλελεύθερος. Για το νόημα της τελευταίας πρότασης η στήλη έχει γράψει αρκετά. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ένας όρος-σκιάχτρο. Όλοι τον χτυπούν και κανείς δεν τον υπερασπίζεται. Μεγαλύτερη σημασία έχει το πρώτο απόφθεγμα στην προκειμένη περίπτωση.
Ο κεϋνσιανισμός, δηλαδή η οικονομική πολιτική που θέλει το κράτος να έχει αρκετά ενεργό ρόλο στην οικονομία με κύριο στόχο την τόνωση της ζήτησης μέσω κρατικών δαπανών ή άλλων εργαλείων, ανήκει ιδεολογικά κυρίως στην κεντροαριστερά. Τον κεϋνσιανισμό ευαγγελίζονταν και οι κύριοι Τσίπρας, Βαρουφάκης, και Τσακαλώτος τα προηγούμενα χρόνια όταν περιόδευαν ανά τον πλανήτη για να προωθήσουν τα αιτήματα της τότε κυβέρνησης. Από μία άποψη, ο κεϋνσιανισμός είναι το καλύτερο ιδεολογικό εργαλείο στα χέρια κάθε πολιτικού που θέλει να αυξήσει τον βαθμό εξουσίας που ασκεί στην οικονομία. Είναι ένα ιδεολογικό πλαίσιο που, αν βρεθεί στα λάθος χέρια, μπορεί να αποτελέσει μέχρι και προάγγελο του σοσιαλισμού. Αυτό συμβαίνει διότι η συγκεκριμένη οικονομική προσέγγιση δικαιολογεί μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, γενναία επιδόματα και ηχηρές κρατικές παρεμβάσεις στο ρυθμιστικό περιβάλλον της οικονομίας. Όλα τα συστατικά του κεϋνσιανισμού, αν βρεθούν σε λάθος χέρια, είναι τα καλύτερα εργαλεία για την εξαγορά ψήφων, τη δημιουργία πελατειακού κράτους και την άνοδο του κορπορατισμού.
Φυσικά, ο κ. Μητσοτάκης, ως φιλελεύθερος, δεν έχει αυτού του είδους τον κεϋνσιανισμό στο μυαλό του. Ασχέτως του κατά πόσο η συγκεκριμένη οικονομική σχολή έχει δίκιο ή άδικο στις συνταγές που προτείνει για την οικονομία, η αρχική ιδέα του Κέυνς ήταν ότι το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει και να δαπανά σε περιόδους ύφεσης. Για τις περιόδους ανάπτυξης και κανονικότητας, η συνταγή του προέβλεπε δημοσιονομική πειθαρχία και υπευθυνότητα. Φυσικά, με το πέρας των δεκαετιών επικράτησε ο «κακός» κεϋνσιανισμός που τόσο στα εύκολα όσο και στα δύσκολα έβρισκε πάντα καλοθελητές πολιτικούς που δανείζονταν, φορολογούσαν, και εκτίνασαν τις κρατικές δαπάνες. Και το αποτέλεσμα της εφαρμογής κεϋνσιανών πολιτικών τα τελευταία 40 χρόνια είναι ότι τα κράτη στον ανεπτυγμένο κόσμο ελέγχουν σήμερα απευθείας πάνω από το 40% της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας.
Η πρόταση του κ. Μητσοτάκη για την ανάγκη κρατικής παρέμβασης σε περίοδο σοβαρής κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε, δεν θα έβρισκε ισχυρές αντιρρήσεις σχεδόν σε καμία φιλελεύθερη οικονομική σχολή. Το πρόβλημα των φιλελεύθερων με τον κεϋνσιανισμό δεν αφορά τις περιόδους έκτακτης ανάγκης. Αντίθετα, αφορά τις περιόδους κανονικότητας και τις περιόδους ανάπτυξης. Η έλλειψη αυτοσυγκράτησης των πολιτικών σε αυτές τις περιόδους, που συνήθως συνοδεύονται και από φθηνό δανεικό χρήμα, είναι άλλωστε και η αιτία που η χώρα μας βρέθηκε χρεοκοπημένη και μπήκε στα μνημόνια. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχάσουμε ποτέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου