Μακάρι να ήταν παραμύθι...
Έθνος καταρρέων που αδυνατεί να αντιληφθεί ακόμη και αυτή την ίδια την κατάρρευσή του, την διάλυσή και τον διασυρμό του, μοιάζει σήμερα το πλήθος των πολιτών της χώρας που λέγεται Ελλάδα.
Είναι τόσο μεγάλη η σαπίλα και η διαφθορά, είναι τόσο οικτρή η άποψη «ζήσε για το σήμερα», που εμβρόντητος στέκεται ο καθείς επισκέπτης της χώρας ή και όλοι εκείνοι που εκ του μακρόθεν παρακολουθούν επί χρόνια τα τεκταινόμενα εντός της Ελλάδας. Δικαίως λοιπόν αναρωτιούνται όλοι: Ως πού θα πάει αυτό; Μέχρι πότε θα πέφτουν οι Έλληνες; Πότε επιτέλους θα καταλάβουν πως κάνουν όλα όσα απαγορεύονται και αποφεύγουν όλα όσα πρέπει;
Κάποτε, ένας πολύ πλούσιος κάλεσε έναν φιλόσοφο να τον επισκεφθεί στην πλουσιότατη οικία του. Πραγματικά, ο φιλόσοφος επισκέφθηκε τον πάμπλουτο συμπολίτη του και δέχθηκε να περιηγηθεί στους χώρους του παλατιού από τον ίδιο τον ιδιοκτήτη του. Παντού υπήρχαν χρυσοί κίονες, ασήμια και καλλιτεχνήματα με ελεφαντόδοντο. Σπάνιες πολύτιμες πέτρες ήταν διάσπαρτες για να τονίζουν τον πλούτο αλλά και για να εμπλουτίζουν χρωματικά τους χώρους στους οποίους βρισκόταν. Πισίνες με θερμαινόμενο νερό ή ακόμη και με γάλα, αρώματα και πλούσια ντυμένοι υπηρέτες υπήρχαν παντού… Πανάκριβα μάρμαρα και γρανίτες, φροντισμένα από ειδικούς τεχνίτες που είχαν έρθει από πολύ μακριά για να χτίσουν αυτό το παλάτι… Ήταν πραγματικά ένα σπίτι στο οποίο κυριαρχούσε ο πλούτος και η ομορφιά…
Περπατώντας ο φιλόσοφος και έχοντας δίπλα του πάντα τον πανευτυχή πάμπλουτο ιδιοκτήτη, κάποια στιγμή ένιωσε ένα φλέμα να εμποδίζει τον λαιμό του. Έβηξε και δυστυχώς, το φλέμα βρέθηκε στο στόμα του… Κοίταξε τότε γύρω του ο φιλόσοφος… κοίταξε αριστερά, κοίταξε δεξιά, κοίταξε και κάτω… Τελικά, γύρισε προς τον ιδιοκτήτη και τον έφτυσε στο πρόσωπο…
Ξαφνιασμένος αυτός, τον ρώτησε οργισμένος: Τι κάνεις άνθρωπέ μου;
Τότε ο φιλόσοφος κοιτώντας τον του είπε με απλοϊκότητα: Άρχοντά μου, κοίταξα ολόγυρά μου και παντού υπήρχε τόσος πλούτος και τόση ομορφιά, ακόμη και τα ρούχα σου είναι τόσο όμορφα και ακριβά, που αποφάσισα να φτύσω στο ευτελέστερο που υπήρχε μπροστά μου…
Πράγματι, ο πάμπλουτος αυτός ο άνθρωπος, είχε καταφέρει να μεταβάλει τον εαυτό του στο ευτελέστερο των πάντων… Προσπαθούσε να αποκτήσει και να επιδείξει τα αποκτήματα του πλούτου του… Είχε κάνει σκοπό της ζωής του να μαζεύει χρήματα και να τα επενδύει σε μία χωρίς λόγο επίδειξη… Με αποτέλεσμα, να μεταβληθεί ο ίδιος στο μικρότερης αξίας «αντικείμενο» που υπήρχε στο σπίτι του…
Τι γίνεται όμως στην δική μας καθημερινή ζωή; Μήπως εμείς δεν ζούμε για το σήμερα, χωρίς να νοιαζόμαστε για το αύριο; Μήπως εμείς δεν τρέχουμε να αποκτήσουμε με κάθε τρόπο το χρήμα που θα μας φέρει την επίπλαστη ευτυχία; Βέβαια, ο αγώνας προς τον πλουτισμό γίνεται κατ’ αναλογίαν… Δηλαδή, όσοι βρίσκονται σε υψηλά αξιώματα επιδιώκουν και αποκτούν περισσότερα από τους άλλους που βρίσκονται… χαμηλότερα… Σαπίλα και διαφθορά παντού…
Μία κοινωνία πολιτών που δεν νοιάζεται για το αύριο, δεν την ενδιαφέρει το «κοινό καλό» και χωρίς να παράγει εισπράττει πλούτο από όπου μπορέσει… Άλλος κλέβοντας, άλλος εξαπατώντας, άλλος με συμφωνίες που πληρώνουν κάποιοι τρίτοι… Ελλάδα, η χώρα της κομπίνας, της αρπαχτής και του «δε βαριέσαι αδελφέ…».
Πού πάμε όμως; Το λογικό αδιέξοδο οδηγεί σε βαθύ πηγάδι, μέσα από το οποίο λίγοι και πολύ δύσκολα θα καταφέρουν να βγούνε… Όλα αυτά, όμως, ίσχυαν και δεν ισχύουν πλέον… Σήμερα οι Έλληνες έχουν ξεπεράσει τον ορίζοντα και έχουν πέσει στο «πηγάδι». Όλοι περιμένουν το θαύμα και σχεδόν όλοι αρνούνται να «κουνήσουν τα χέρια τους» για να μπορέσει να συμβεί κάτι και να αρχίσουν να ανεβαίνουν προς τα επάνω, προς το φως, προς την ελπίδα…
Τι έχουμε παραδώσει στους νέους; Τι εικόνες και τι διδάγματα τους έχουμε δώσει; Τις κομπίνες; Τα ψέματα, τις απάτες και τις αρπαχτές; Την ‘κονόμα και τον πολιτισμό του καναπέ; Μεμψίμοιροι, άβουλοι και καλοπερασάκηδες, βολεμένοι στο σύστημα ή περιμένοντας το «βόλεμα» από τον κουμπάρο του κουνιάδου του ξαδέλφου που τα έχει με έναν gay ο οποίος γνωρίζει κάποιον σε υπουργείο… Αυτοί είμαστε… και όταν κάποιοι αγωνίζονται, τρέχουμε να θυμηθούμε το δικό μας συμφέρον (πόσο άραγε το γνωρίζουμε;) και βρίζουμε εκείνους που αγωνίζονται και θα έπρεπε να λειτουργούν ως φωτεινά παραδείγματα για εμάς τους ίδιους…
Έθνος που χάνουμε τη γλώσσα μας, έθνος που βιάζεται και διαστρεβλώνεται η ιστορία μας, έθνος που ο μόνος πολιτισμός που αναγνωρίζουμε και συζητάμε είναι αυτός των κουκουλοφόρων, των μολότοφ, των κλεφτών και των αρπάγων της περιουσίας του κράτους… Έθνος στο οποίο «η πόλη» (δηλαδή το σύνολο των πολιτών και το κοινό συμφέρον) δεν έχει καμία σημασία, ενώ αντίθετα το «εγώ» έχει αναχθεί σε «θεότητα» και εργάζεται εις βάρος της «πόλης»… Ντροπή αισθάνονται όσοι διαβάζουν την ιστορία (όχι αυτή της Ρεπούση ή της Δραγώνα) και οι «ρομαντικοί» ψάχνουν να βρούνε τρόπο ή τρόπους για να ξυπνήσουν τους «κοιμώμενους», τους αποβλακωμένους συμπολίτες τους…
Περπατώ στον δρόμο και βλέπω ανθρώπους-σκιές, χωρίς χαμόγελο να βαδίζουν σαν να τρέχουν, με το βλέμμα χαμένο στο κενό... Γυρίζω και κοιτάζω τον φίλο μου κι αυτός με τη σειρά του, κοιτάζει αμήχανα προς το παιδί του που το κρατάει από το χέρι. Με μάτια μεγάλα και βλέμμα γεμάτο απορία, ο πιτσιρίκος ρωτάει τον πατέρα του: Πού θα με πας τώρα μπαμπά;
Κωνσταντίνος
Μοιραστείτε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου