Τον καιρό του Μημονίου η απότομη αλλαγή προς το χειρότερο στις ζωές των Ελλήνων τους έκανε ευάλωτους στις κραυγές των «πατριωτικών» σειρήνων της πολιτικής. Αυτοί, πατώντας στο θυμικό των ανθρώπων που βλέπουν τις ζωές τους να χειροτερεύουν και την πατρίδα τους να ταπεινώνεται, παρουσιάζονται ως αυτόκλητοι σωτήρες και με κραυγές κι εξαλλοσύνες ψαρεύουν στα θολά νερά παρασύροντας, όπως γίνεται πάντα σ’ αυτές τις περιπτώσεις, τους απλότερους και τους αγνότερους των ανθρώπων.
Και είναι αλήθεια ότι έπεσαν πολλές και βαρειές συμφορές στη χώρα από την εκχώρηση της εξουσίας στους δανειστές, τέτοιες που γίνονται βέβαια και θα γίνονται πάντοτε όσο μένει ίδιο το φυσικό του ανθρώπου, αλλά που μπορεί να συντύχουν πιο άγρια ή πιο μαλακά, και που θ’ αλλάζουνε μορφή ανάλογα με το πώς θα παρουσιαστούν κάθε φορά οι παραλλαγμένες περιστάσεις. Γιατί σε καιρούς ειρήνης κι όταν υπάρχει σχετική ευημερία, τόσο οι πολιτείες όσο και τα άτομα, είναι πιο καλοπροαίρετοι ο ένας για τον άλλον, επειδή δε φτάνουνε σε απόγνωση από άκρα ανάγκη που δεν τους ήρθε με τη θέλησή τους· όταν, όμως, έρθουν δύσκολοι καιροί που παίρνουν ύπουλα κάτω απ’ τα πόδια των ανθρώπων την ευκολία να κερδίζουν τα προς το ζην, τους διδάσκει την ωμότητα, κ’ εντείνει την αγανάχτηση των πολλών ανάλογα με την κατάσταση όπου τους φέρνει η απελπισία.
Και νόμισαν οι «πατριώτες» πολιτικοί πως είχαν το δικαίωμα ν’ αλλάξουν και τη συνηθισμένη σημασία των λέξεων προς τα πράγματα, για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Έτσι η αστόχαστη αποκοτιά θεωρήθηκε παλληκαριά, ο δισταγμός από πρόνοια για το μέλλον δειλία που προβάλλει ενάρετες δικαιολογίες, η γνωστική μετριοπάθεια ως πρόφαση ανανδρίας και η ικανότητα να βλέπει κανείς όλες τις πλευρές μιας κατάστασης, ανικανότητα να δράσει από καμιά· την απότομη και βίαιη αντίδραση, την πρόσθεσαν στα προτερήματα του «πατριώτη» πολιτικού, και η αποχή από τις ραδιουργίες λογίστηκε φαινομενικά λογική πρόφαση για ν’ αποφύγει κανείς τον κίνδυνο.
Τον αδιάκοπα έξαλλο κατήγορο τον θεωρούσαν πάντα αξιόπιστο, όποιον όμως του αντιμιλούσε, τον υποψιάζονταν για προδοσία. Κι αν έκανε κανείς ραδιουργίες και πετύχαινε, τον είχαν για έξυπνο, κι όποιος υποψιαζόταν και ξεσκέπαζε έγκαιρα τα σχέδια του άλλου ήταν ακόμα πιο καπάτσος. Όποιος όμως προνοούσε ώστε να μη χρειαστούν αυτά καθόλου, έλεγαν πως διαλύει το κόμμα κι αφήνει να τον τρομοκρατήσουν οι αντίπαλοι. Και μ’ ένα λόγο, όποιος πρόφταινε να κάνει το κακό πριν από τον άλλον άκουγε παινέματα, καθώς κι όποιος παρακινούσε στο κακό έναν άλλον που δεν το είχε πρωτύτερα βάλει στο νου του. (1)
Γι’ αυτό, όσοι εξυμνούν τους προγόνους μας, μου δίνουν την εντύπωση ότι προτιμούν να εκφωνήσουν ένα λόγο ευχάριστο, αλλά όχι τέτοιον που να ανταποκρίνεται σ’ εκείνους τουλάχιστον που εγκωμιάζουν. Γιατί, καθώς επιχειρούν να μιλήσουν για κατορθώματα που κανένας εντελώς δεν μπορεί να φτάσει επάξια με το λόγο του, οι ίδιοι μεν κερδίζουν τη φήμη ότι είναι ικανοί ρήτορες, από την άλλη όμως συντελούν ώστε η αρετή των διασήμων εκείνων ανδρών να φαίνεται κατώτερη της γνώμης που έχουν σχηματίσει γι’ αυτήν οι ακροατές.
Στους απερίσκεπτους συμβούλους σας όμως και σε όσους προτείνουν με τόσο ζήλο να κηρύξουμε πόλεμο, έχω να πω τούτου μόνο: ότι δεν είναι δύσκολο να αποκτήσεις τη φήμη του γενναίου όταν χρειάζεται να πεις τη γνώμη σου, ούτε να φανείς δεινός ρήτορας όταν κάποιος κίνδυνος είναι κοντά· αντίθετα, δύσκολο και πρέπον είναι να δείχνεις την παλληκαριά σου μπροστά στον κίνδυνο, αλλά όταν θε έρθει η στιγμή των συμβουλών, να μπορείς να δίνεις τις λογικότερες (2).
Οι άξιοι άνθρωποι δεν επιδιώκουν την εξουσία ούτε για τα χρήματα ούτε για τη δόξα· γιατί ούτε πληρωμένοι θέλουν να χαρακτηριστούν, εισπράττοντας φανερά μισθό για το αξίωμα τους, ούτε κλέφτες, αποκομίζοντας κρυφά κέρδος από αυτό. Ούτε πάλι για τη δόξα· γιατί δεν είναι φιλόδοξοι. Πρέπει λοιπόν να υπάρχει κάποιος αναγκασμός γι’ αυτούς και κάποια τιμωρία προκειμένου να θελήσουν να ασκήσουν εξουσία ―έτσι που σχεδόν να θεωρείται ντροπή να αναλάβει κανείς με τη θέλησή του κυβερνητικό αξίωμα προτού να εξαναγκαστεί να το πράξει―, κι η πιο μεγάλη τιμωρία εδώ είναι να τον εξουσιάζει κάποιος χειρότερός του, αφού ο ίδιος δεν θα έχει τη διάθεση να κυβερνά. Από φόβο για αυτήν ακριβώς την τιμωρία δέχονται κατά τη γνώμη μου να ασκήσουν εξουσία οι άξιοι άνθρωποι, όταν καμιά φορά συμβεί να πάρουν εξουσία στα χέρια τους, και αναλαμβάνουν τότε να κυβερνήσουν όχι με την ιδέα ότι τους περιμένει εκεί κάτι καλό η ότι θα καλοπεράσουν αλλά σαν να προχωρούν σε κάτι που είναι ανάγκη να το πράξουν και που δεν έχουν κάποιους καλύτερούς τους ή έστω όμοιους τους για να τους το αναθέσουν. (3)
Κι όσοι καίγεστε από τη φλόγα της τιμωρίας και θέλγεστε από τους φλογερούς λόγους των επίδοξων «τιμωρών» θυμηθείτε αυτή την ιστορία: Κάποτε ένα άλογο είχε ολόδικό του ένα λιβάδι, ώσπου ήρθε ένα ελάφι που άρχισε να του χαλάει τη βοσκή· θέλοντας λοιπόν να τιμωρήσει το ελάφι ρώτησε έναν άνθρωπο αν θα μπορούσε να το βοηθήσει να τιμωρήσει το ελάφι· ο άνθρωπος απάντησε πως θα μπορούσε, με τον όρο όμως να περάσει χαλινάρι στο άλογο και ο ίδιος να ανεβεί επάνω του κρατώντας στα χέρια του ακόντια· το άλογο συμφώνησε, όταν όμως ο άνθρωπος ανέβηκε επάνω του, το άλογο αντί να τιμωρήσει το ελάφι, έγινε το ίδιο δούλος του ανθρώπου. Γι’ αυτό προσέξτε μήπως, ενώ θέλετε να τιμωρήσετε τους εχθρούς σας, πάθετε στο τέλος ό,τι και το άλογο. (4)
Η φρόνηση είναι το πρώτο καλό
για την ευτυχία. Για λόγια μεγάλα
μεγάλες πληγές οι αλαζόνες πληρώνουν·
κι αργά τα γεράματα φέρνουν τη γνώση (5)
Πορευτείτε, λοιπόν, με φρόνηση προς τις εκλογές και προσέξτε να μην…καείτε!
Καλή Ανάσταση σε όλους.
Γιάννης Φαίλτωρ
Τα αποσπάσματα είναι προσαρμοσμένες περικοπές από τις Ιστορίες του Θουκυδίδη (1) και από το λόγο του Δημοσθένους Υπέρ των Συμμοριών (2), από τον Πολιτεία του Πλάτωνα (3), από τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη (4) και από την Αντιγόνη του Σοφοκλή (5).
Μοιραστείτε
Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου