Παρασκευή 16 Μαρτίου 2018

Bloomberg View: Δεν δικαιολογείται η επενδυτική αισιοδοξία για την Ελλάδα

Της Phyllis Papadavid
Η προγραμματισμένη έξοδος της Ελλάδας από το τρίτο πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας τον Αύγουστο τροφοδοτεί την αισιοδοξία των επενδυτών. Η έκδοση ομολόγων τον Ιούλιο του 2017, η πρώτη σε διάστημα τριών ετών, υπερκαλύφθηκε, όπως και οι μεταγενέστερες εκδόσεις τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους. Και όμως η επενδυτική αισιοδοξία θα έπρεπε να είναι πιο συγκρατημένη. Η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές και η ανάκαμψη της οικονομίας της είναι πιθανό να είναι γεμάτες εμπόδια και αργές -ειδικά εάν η χώρα εξακολουθήσει να καθυστερεί τις βασικές μεταρρυθμίσεις.
O ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί με χαμηλό επίπεδο. Κάποιοι το εκλαμβάνουν ως ένδειξη ομαλοποίησης. Το πρόβλημα με αυτό το κλίμα αισιοδοξίας είναι ότι δεν είναι ακόμη σαφές από πού θα προέλθουν οι μελλοντικοί παράγοντες ανάπτυξης. Η κατανάλωση των νοικοκυριών έχει ανακάμψει κάπως, αλλά με μέση αύξηση 0,65% το 2017 παραμένει ασθενής από όλες τις απόψεις. Και αν ληφθούν υπόψιν οι σχεδιαζόμενες περαιτέρω αυξήσεις φόρων και περικοπές συντάξεων, δύσκολα βλέπει κανείς περιθώριο για περαιτέρω επιτάχυνση της ανάπτυξης. 
Καμία είδηση δεν είναι απαραίτητα καλή είδηση, όταν πρόκειται για την Ελλάδα. Σιωπηρά, η κυβέρνηση έχει υπαναχωρήσει σε σημαντικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, όπως η ιδιωτικοποίηση βασικών βιομηχανιών, όπου συνεχίζει να χάνει τους στόχους της. Στην Αθήνα περνάω με το αμάξι τακτικά έξω από το εγκαταλελειμμένο αεροδρόμιο του Ελληνικού και η κατάστασή του είναι μια έντονη υπενθύμιση του τρόπου με τον οποίο η Ελλάδα αποτυγχάνει εδώ και καιρό να αξιοποιήσει τα περιουσιακά της στοιχεία. Η καθυστερημένη ανάκαμψη θα έχει ως αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί πραγματική ώθηση στα έσοδα για τη χρηματοδότηση επενδύσεων. Η δυναμική του χρέους επίσης θα συνεχίσει να έχει ως αποτέλεσμα υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο το γεγονός ότι αυτό που πραγματικά θα αλλάξει τα πράγματα στην Ελλάδα, οι δαπάνες για επενδύσεις, είναι ακόμη πολύ μακριά. Οι επενδύσεις ως ποσοστό του Ακαθάριστου Eγχώριου Προϊόντος έχουν συρρικνωθεί κατά περισσότερο από το ήμισυ στο 11% το 2017 από 27% το 2007 (ποσοστό μεγαλύτερο από το 21% της Γερμανίας και το 24% της Γαλλίας). Τα περισσότερα από τα κεφάλαια για επενδύσεις προέρχονται από την ΕΕ επί του παρόντος. Το συνεχώς μεταβαλλόμενο φορολογικό περιβάλλον και η αδυναμία της εγχώριας ζήτησης είναι κάποιοι από τους παράγοντες που επιβραδύνουν την όρεξη των ξένων επενδυτών.
Στο μεταξύ, η  έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά την ελάφρυνση του χρέους θα οδηγήσει τελικά σε μια δαπανηρή επανένταξη στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Το βασικό κόστος δανεισμού της Ελλάδας θα είναι συνάρτηση του είδους της ελάφρυνσης του χρέους που θα λάβει η Ελλάδα από τους πιστωτές της. Οι προοπτικές δεν φαίνονται πολλά υποσχόμενες. Η Ευρώπη είναι απίθανο να συμφωνήσει με σημαντική ελάφρυνση του χρέους, καθώς θέλει να διασφαλίσει ότι ο υπερβολικός δανεισμός της Ελλάδας δεν θα επαναληφθεί αλλού στη ζώνη του ευρώ. Με την αναλογία του χρέους προς ΑΕΠ στο 176% και ελάχιστες προοπτικές επιτάχυνσης της ανάπτυξης ή υγιούς εισροής κεφαλαίων, η επένδυση στην Ελλάδα δεν είναι για τους δειλούς.
Η πρόσφατη προσπάθεια να μειωθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια της Ελλάδας είναι ένα μικρό φως σε αυτό το τούνελ. Στην πρόσφατη ετήσια γενική συνέλευση της Τράπεζας της Ελλάδος, συζητήθηκε η δημιουργία μιας "bad bank" για την ενοποίηση των επισφαλών δανείων. Ένα τέτοιο μοντέλο έχει φέρει αποτελέσματα σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, όπου παρά τις ζημιές της, η τράπεζα Sareb συνέβαλε στη μείωση των επισφαλών δανείων και στη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Μια bad bank στην Ελλάδα θα μπορούσε να ενισχύσει την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν ρευστότητα μέσω της ανανέωσης του δανεισμού, κάτι που θα επιδρούσε καταλυτικά για τις επενδύσεις και ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις της Ελλάδας, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 90% της απασχόλησης εκτός χρηματοοικονομικού κλάδου, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στους βασικούς δημοσιονομικούς στόχους και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η κερδοσκοπία και οι πελατειακές πρακτικές εξακολουθούν να αποτελούν χαρακτηριστικό της χάραξης της πολιτικής στην Ελλάδα. Πρόσφατο νομοσχέδιο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, καταργεί το όριο 24 μηνών για την ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου με το δημόσιο, για περισσότερους μόνιμους. Στο τέλος τέτοιου είδους πολιτικές αποδεικνύονται προβληματικές για την ανάπτυξη, επειδή ένας "παραφουσκωμένος" δημόσιος τομέας θα μπορούσε να συνεχίσει να παρεμποδίζει επενδύσεις, όπως στις υποδομές, τις οποίες Ελλάδα χρειάζεται, προκειμένου να ενισχύσει τη δυναμική της ανάπτυξης.
Οι υπερβολικές ρυθμίσεις στη χώρα και η διαφθορά επίσης δεν έχουν μειωθεί. Στην πραγματικότητα, η σκιώδης οικονομία της Ελλάδας, η οικονομική δραστηριότητα που αποκρύπτεται από τις αρχές προκειμένου να αποφευχθεί η φορολογία και η γραφειοκρατία, έχει "σκαρφαλώσει" στο 27% του ΑΕΠ της, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Η Ελλάδα παρουσιάζει ισχυρή γραφειοκρατία. Η τεράστια γραφειοκρατία που απαιτείται για τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς καταλαμβάνει περίπου το 71% του χρόνου και των χρημάτων που συνεισφέρει ο βασικός τομέας του ελληνικού τουρισμού, σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Στην πράξη, αυτό αποθαρρύνει τις -πολύ αναγκαίες- άμεσες ξένες επενδύσεις και σημοτοδοτεί ότι οι τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως οι τηλεπικοινωνίες, στερούνται τις εσωτερικές επενδύσεις και τη σημαντική "μεταφορά γνώσης".
Ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, δήλωσε ότι θέλει να βοηθήσει την πλευρά της προσφοράς με την αναδιάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τη μείωση των εταιρικών φόρων και τον περιορισμό της γραφειοκρατίας για τους ξένους επενδυτές. Έχει επίσης δηλώσει ότι έχει κάποιους ενδοιασμούς σχετικά με την ύπαρξη ενός φτωχότερου κράτους υπέρ της ενίσχυσης των επενδύσεων και των θέσεων εργασίας. Αυτό το είδος κυβερνητικού προγράμματος θα ήταν μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη. Ωστόσο, η προοπτική για νέες γενικές εκλογές τον επόμενο χρόνο, με μια νέα δέσμη πολιτικών και συνεχιζόμενη ανελαστικότητα στον δημόσιο τομέα, θα μπορούσε να σημαίνει μεγαλύτερη αβεβαιότητα και κίνδυνος για την ανάπτυξη.
Για να αλλάξει την τύχη της, η Ελλάδα πρέπει να διαφοροποιηθεί από το μοντέλο της κατανάλωσης που τροφοδοτείται από χρέη. Από αυτή την άποψη, η πρόσφατη ενίσχυση των εισαγωγών κρίνεται ανησυχητική. Η τόνωση της μεταποίησης και άλλων τομέων υψηλής προστιθέμενης αξίας πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ζήτημα έκτακτης ανάγκης. Η εμπειρία έχει δείξει ότι η αναδιάρθρωση του τραπεζικού δανεισμού είναι ζωτικής σημασίας για αυτό, καθιστώντας αυτομάτως την ελληνική "bad bank" σημαντική. Η δημιουργία μηχανισμού "one stop shop" για τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων, τη χορήγηση αδειών, την εγγραφή και την υποβολή προσφορών θα καθάριζε επίσης το δρόμο για τα ελληνικά "ζωώδη ένστικτα".
Όταν η Ελλάδα θα βγει από το πρόγραμμα στήριξης σε λίγους μήνες θα βρεθεί αντιμέτωπη με την παραπαίουσα ανάπτυξη, την "ανοικοδόμηση" του τραπεζικού της συστήματος και την αναζωογόνηση μιας ατζέντας μεταρρυθμίσεων που τραβάει από τις ρίζες το δημόσιο τομέα της προς όφελος μιας πιο ανταγωνιστικής οικονομίας που θα καθοδηγείται από τις επενδύσεις και το εμπόριο αντί για τις κυβερνητικές δαπάνες και τα κεφάλαια της ΕΕ. Χωρίς αυτά, θα βρεθεί μπροστά σε μη ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης και ακόμη ίσως, ακόμη χειρότερα, σε ακόμη μία χαμένη δεκαετία.
capital.gr


Μοιραστείτε

Share/Bookmark

Η ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK

Δεν υπάρχουν σχόλια: