Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

Τα Ναυπηγεία και το τρίγωνο Ελλάδας - ΗΠΑ - Ισραήλ

Κωνσταντίνος Χαροκόπος
Αρκετές φορές οι σημαντικές κινήσεις που κτίζουν ισχυρές συμμαχίες, περνάνε κάτω από τα ραντάρ, όσων ασχολούνται με θέματα διεθνών σχέσεων και εξωτερικής πολιτικής, αλλά και όσων αναζητούν νέα και ειδήσεις μέσα από το πολιτικό ρεπορτάζ και μόνο. Και αυτές οι ισχυρές συμμαχίες με τη σειρά τους, θωρακίζουν τη χώρα.

Κάτι τέτοιο συντελείται σήμερα στη χώρα μας μέσω των εξαγορών και των επενδύσεων, που γίνονται στο χώρο των ναυπηγείων. Ήδη τα Ναυπηγεία Σύρου, ως Onex Neorion Shipyards πλέον, προχωρούν σε μια νέα επένδυση ύψους 15 εκατ. ευρώ. Η Οnex Neorion Shipyards, αγοράζει μια δεξαμενή Anamax Plus, στα πλαίσια της αύξησης των δραστηριοτήτων της μέσω της επέκτασης του πελατολογίου της. Με βάση το επιχειρηματικό σχέδιο της εταιρείας, ο κύκλος εργασιών για το 2020 θα ανέλθει στα $60 εκατ. και θα υπάρξει μια αύξηση της τάξης των 1.000 στις θέσεις απασχόλησης.

Επίσης το επιχειρηματικό σχέδιο προβλέπει ότι τα ναυπηγεία Σύρου θα κινηθούν σε τρεις βασικούς άξονες. Ο πρώτος είναι η ναυπήγηση mega yachts μήκους τουλάχιστον 85 μέτρων. Ο δεύτερος είναι η ανάληψη μεγάλων έργων ναυπηγοεπισκευής σε συνεργασία με τα ισραηλινά ναυπηγεία Israel Shipyards Ltd. Και ο τρίτος είναι η υποστήριξη του ελληνικού και αμερικανικού πολεμικού στόλου που πλέει στη Μεσόγειο.

Και αν τα ανωτέρω δεν αποτελούν ένα ενδιαφέρον δείγμα γραφής των νέων συμμαχιών που διαμορφώνονται, οι εξελίξεις στα Ναυπηγεία Ελευσίνας είναι ακόμα πιο ηχηρές, παρ’ όλο που δεν έχουν λάβει την έκταση που θα έπρεπε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στον διάλογο περί των γεωπολιτικών εξελίξεων στην περιοχή.

Ως γνωστόν μετά από ασφυκτικές πιέσεις της κυβέρνησης προς τους παλαιούς μετόχους, λόγω του αδιεξόδου στο οποίο είχαν οδηγήσει την εταιρεία, ο έλεγχος του 53,22% των Ναυπηγείων Ελευσίνας πέρασε στο σχήμα Οne Elefsis Shipyards, της Onex και της DFC. H DFC, δηλαδή η United States International Development Finance Corporation, δεν είναι ένας τυχαίος εταίρος. Ούτε ένας αμελητέος επενδυτής.

Η DFC είναι Αμερικανική Επενδυτική Τράπεζα, που ιδρύθηκε το 2019, στα πλαίσια του ΒUILD, (Better Utilization of Investments Leading to Development), με σκοπό την ενδυνάμωση και την προσαρμογή των αναπτυξιακών χρηματοδοτήσεων των ΗΠΑ, στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στις εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ. Η DFC συγκεντρώνει το δυναμικό και τις δραστηριότητες της Overseas Private Investment Corporation (OPIC) και της Development Credit Authority, που μέχρι πρότινος, αποτελούσαν μέρος του U.S. Agency for International Development (USAID).

Η DFC, συμμετέχει με ιδιώτες εταίρους μέσω κοινοπρακτικών σχημάτων ή χρηματοδοτήσεων, σε επενδύσεις σε όλον τον κόσμο, στους κλάδους της ενέργειας, της υγείας, των υποδομών και της τεχνολογίας. Οι επενδύσεις της DFC, συμβάλουν ενισχυτικά σε περιοχές στις οποίες οι ΗΠΑ επιθυμούν να παίξουν σημαντικό οικονομικό και πολιτικό ρόλο.
Ο στόχος της DFC, είναι τριπλός. Ο πρώτος, είναι η συμβολή της στην παγκόσμια ανάπτυξη. Ο δεύτερος, είναι η επιστροφή κερδών στους Αμερικανούς φορολογούμενους, μέσω επιτυχημένων επενδύσεων. Και ο τρίτος, είναι η προώθηση της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Οπότε δεν είναι τυχαία η δήλωση του Αμερικανού πρέσβη ότι «όσον αφορά την DFC, η Ελλάδα είναι μία από τις κορυφαίες προτεραιότητες τους στην Ευρώπη».

Στις στοχεύσεις της νέας ιδιοκτησίας των Ναυπηγείων Ελευσίνας, δηλαδή της κοινοπραξίας Onex – DFC, συμπεριλαμβάνονται οι επισκευές πλοίων του 6ου αμερικανικού στόλου, αλλά κυρίως η συμπαραγωγή σκαφών με συμμαχικές χώρες όπως και η κατασκευή μεγάλης γκάμας πλοίων, για παράδειγμα μεγάλες κορβέτες μήκους 90-95 μέτρων. Ενδιαφέρον υπάρχει και για την ναυπήγηση άλλων μεγαλύτερων πλοίων, όπως φρεγατών, από αμερικανικές εταιρείες. Στο εμπορικό κομμάτι, έχει τεθεί ως στόχος η επισκευή 150-200 εμπορικών πλοίων σε ετήσια βάση. Τέλος, τα Ναυπηγεία Ελευσίνας θα κινηθούν και στον χώρο της ενέργειας με την κατασκευή υποδομών offshore, όπως πλατφόρμες άντλησης υδρογονανθράκων και μετασκευές πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).

Είμαστε θερμοί υποστηριχτές της λογικής ότι η καλύτερη άμυνα μιας χώρας, είναι η οικονομία της και οι ισχυροί οικονομικοί και επιχειρηματικοί δεσμοί της, με τους συμμάχους της. Όταν αυτοί οι δεσμοί εισχωρούν και στον χώρο της αμυντικής βιομηχανίας και της συμπαραγωγής οπλικών συστημάτων, είναι ασφαλώς ακόμα καλύτερα.

Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.








Δεν υπάρχουν σχόλια: